ΠΡΟΛΟΓΟΣ (έξι σημεία )
{…} 1. Η τοπική αυτοδιοίκηση σαν μηχανισμός, αστικά διαμορφωμένος με συγκεκριμένο διοικητικό σύστημα, αποτελεί συνέχεια του κρατικού μηχανισμού και παράλληλα είναι «ανταγωνιστής» αυτού. Συνέχεια αποτελεί ο διοικητικός της μηχανισμός που ασκεί τοπικό έλεγχο και εξουσία μέσα από το πλέγμα συγκεκριμένων κανόνων και αρμοδιοτήτων, που της παρέχονται από την κεντρική εξουσία. Ανταγωνιστής γίνεται από τη στιγμή που διεκδικεί από την κεντρική εξουσία, αρμοδιότητες και οικονομικούς πόρους.
Η τοπική αυτοδιοίκηση, στη σύγχρονη καπιταλιστική οργάνωση αποτελεί τμήμα του κεντρικού διοικητικού μηχανισμού του κράτους. Μέσα από αυτόν το κράτος συλλέγει, παρέχει, ελέγχει. Όταν μια πολιτική ομάδα καταλαμβάνει μια σειρά από θέσεις μέσα στη διοίκηση των ΟΤΑ (Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης), στο βαθμό που η συγκρότηση του «εκσυγχρονισμού» και της «επανίδρυσης» του κράτους μεταβάλλει τις πολιτικές διαμεσολαβήσεις σε ιδεολογικές και κατά συνέπεια σε διοικητικές πρακτικές ( ενώ το κράτος στο σύνολο του αποτελεί την πολιτική μορφή γενικής αποδοχής), αποκτά την ικανότητα συμμετοχής, συνομιλίας, συναποδοχής. Αποδοχής μέσα στο μπλοκ των αποφάσεων για την ανάπτυξη και την ασφάλεια. Αυτή την ικανότητα οφείλει να την επιβάλλει με όρους συναίνεσης μέσα από εκείνους τους θεσμούς που προάγουν και παράγουν εξουσία. Την ίδια στιγμή η πολιτικοκοινωνική ομάδα που συμμετέχει στη διαχείριση των ΟΤΑ , γίνεται αναπόσπαστο τμήμα του διοικητικού κρατικού μηχανισμού.
2. Στο επίπεδο της τοπικής κομματικής σύγκρουσης των εξουσιαστών κομμουνιστών, σοσιαλδημοκρατών και δεξιών, επικρατούν σε γενικές γραμμές όροι παραδεκτοί με σημασίες αποδοτικότητας: σχολεία, συγκοινωνίες, πάρκα, γήπεδα και σε επίπεδο ηθικολογίας: σκάνδαλα, διαφθορά κτλ. Βέβαια, όλα αυτά τα διακηρυγμένα αιτήματα βασίζονται σε γενικές γραμμές και ευθυγραμμίζονται μέσα από το κοινά παραδεκτό από όλα τα κόμματα, σύμπλεγμα: ανάπτυξη οικονομική – ασφάλεια θεσμική. Έτσι δεν μένει τίποτα άλλο, από το ποιο κόμμα θα αναλάβει τη διαχείριση των μερικών λειτουργιών των ΟΤΑ.
3. Η συστημική ρεφορμιστική αριστερά – χωρίς να αμφισβητεί την τοπική διαίρεση και εξουσία διεκδικεί περισσότερη αυτονόμηση και φυσικά περισσότερες δαπάνες από τον κρατικό προϋπολογισμό, όχι βέβαια γιατί έχει στο νου της κάποιο μη συγκεντρωτικό σύστημα, αλλά γιατί σε τοπικό επίπεδο δημιουργεί την κομματική της αναπαραγωγή, καθώς και την ανάρτηση στην εξουσία εκείνων των διευθυντικών ομάδων που πυκνώνουν την κομματικότητά της. Σε τοπικό επίπεδο έχει τη δυνατότητα να θέτει ψευτοδιλήμματα που δεν απομακρύνουν τη σκέψη από την αστικότητα της εξουσίας. Τα κόμματα της αριστεράς συμμετέχουν στη διαχείριση της τοπικής αυτοδιοίκησης, με τους όρους-αξίες που θέτει το κεφαλαιο-κρατικό σύστημα: ικανότητα-ανικανότητα, αποτελεσματικότητα – αναποτελεσματικότητα, ορθολογικότητα – ανορθολογικότητα και τέλος, προγραμματισμός, επιστημονικότητα, διαιωνίζοντας συνεχώς την αντίληψη του ιστορικά διαμορφωμένου ρόλου που θέτει η αστική τάξη για την τοπική αυτοδιοίκηση.
Με αυτούς τους όρους διεξάγεται και η εκλογική διαμάχη που στοχεύει στην ανακατανομή των εξουσιαστικών-διοικητικών θέσεων και την εξισορρόπηση των πολιτικών – κομματικών ομάδων που διεκδικούν την άνοδο στην τοπική ιεραρχία, στο επίπεδο της διοίκησης, των αποφάσεων και της διαχείρισης των ζητημάτων τοπικής σημασίας. Στη «διαμάχη» αυτή, βέβαια κυριαρχούν κάποιες γραφειοκρατικές ομάδες τεχνοκρατών-διευθυντών. Αυτές οι ομάδες μπορούν να επιβάλλονται και να εκπροσωπούνται στους τοπικούς θεσμούς, στο μέτρο που μπορούν να ελέγχουν, να κινητοποιούν, να σφετερίζονται τη λαϊκή θέληση, στο βαθμό που μπορούν να πείσουν ότι οι δικές τους διευθυντικές-πολιτικές ανάγκες, είναι και ανάγκες του λαού.
Πατώντας ΕΔΩ θα εμφανιστεί ολόκληρο το άρθρο όπως αναρτήθηκε στο μπλογκ Autonomi Drasi