Η Ν. Κεραμέως και οι υποστηρικτές της αξιολόγησης γνωρίζουν πολύ καλά ότι η αξιολόγηση, όχι μόνο δεν είναι «αθώα» και «αυτονόητο εργαλείο για τη βελτίωση» της εκπαίδευσης, αλλά όπου και αν εφαρμόστηκε και παρά την επένδυση με χίλιες δυο «αθώες» έννοιες συνδέθηκε με ένα ασφυκτικό σύστημα αξιολόγησης που αποτελεί κεντρικό μηχανισμό ανατροπής εργασιακών σχέσεων, ιδεολογικής χειραγώγησης και κατηγοριοποίησης σχολείων εκπαιδευτικών και μαθητών, εργαλείο βαθμολογικής- μισθολογικής καθήλωσης και απολύσεων.
Γνωρίζουν, αλλά επιμένουν στις ιδεοληψίες τους ότι η αξιολόγηση μετατράπηκε σε εφιάλτη και κατεδαφίζει σχολεία. Δεν είναι προσωπική μας άποψη. Η Νταϊάν Ράβιτς, διακεκριμένη Αμερικανίδα καθηγήτρια με ειδίκευση στην εκπαιδευτική πολιτική, εξηγεί γιατί, μετά την εμπειρία της ως υφυπουργός Παιδείας επί Τζορτζ Μπους πατρός, έπαψε να υπερασπίζεται την αξιολόγηση: «Σήμερα δεν πιστεύω πια πως η αξιολόγηση ή η επιλογή σχολείου μπορούν να βελτιώσουν την ποιότητα της εκπαίδευσης, όπως είχαμε ελπίσει. … Με άλλα λόγια, η αξιολόγηση μετατράπηκε σε εφιάλτη για τα αμερικανικά σχολεία…. Η τρέχουσα έμφαση στην αξιολόγηση έχει δημιουργήσει στα σχολεία μια τιμωρητική ατμόσφαιρα. … Η εκπαιδευτική πολιτική που ακολουθούμε αναστατώνει τις κοινότητες, κατεδαφίζει σχολεία, εξαπατά τους μαθητές..»
Για ποια βελτίωση της εκπαίδευσης μιλούν, όταν η διεθνής εμπειρία έχει αποδείξει ότι η εφαρμογή της αξιολόγησης οδήγησε παντού σε κατηγοριοποίηση και κλείσιμο σχολείων, στη λειτουργία των σχολικών μονάδων με όρους ανταγωνισμού και επιχειρηματικότητας. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει σε όλες τις χώρες αξιολόγηση και στην πλειονότητα όσων υπάρχει είναι μια γραφειοκρατική διαδικασία που δεν έχει βελτιώσει την εκπαίδευση και η οποία δέχεται πολλές επικρίσεις. Oι διευθυντές και οι εκπαιδευτικοί διαμαρτύρονται ότι οι επιθεωρήσεις και οι φόρμες αξιολόγησης τους δημιουργούν τεράστιο φόρτο εργασίας, η οποία δεν αμείβεται και γίνεται συχνά εις βάρος της προετοιμασίας τους για το σχολείο και του παιδαγωγικού τους έργου. Κατέστρεψε το δημόσιο σχολείο και τα μορφωτικά και εργασιακά δικαιώματα, άνοιξε τον δρόμο για την είσοδο γονέων και δήμων σε αυτό, με ρόλο επόπτη του εκπαιδευτικού έργου. Η λεγόμενη αυτονομία της σχολικής μονάδας, η διαφοροποίηση στο ίδιο το περιεχόμενο του σχολείου, η μετατροπή των σχολείων σε οικονομικές μονάδες που θα προσπαθούν να εξασφαλίσουν το «ψωμί» τους μόνες τους (προφανώς από τους γονείς ή από κάποιους χορηγούς), η λεγόμενη «ελεύθερη επιλογή» του διδακτικού προσωπικού (που σημαίνει εδραίωση μηχανισμών ρουσφετιού), μαζί με την ενίσχυση του ρόλου της γονεϊκής επιλογής, της δυνατότητας δηλαδή των γονιών να επιλέξουν σχολείο, αποτελούν τη «χημεία» της αποδόμησης του δημόσιου χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος.
Αξιολόγηση με βάση τις επιδόσεις των μαθητών – Η διεθνής εμπειρία
Αποτέλεσμα της αξιολόγησης των σχολείων με βάση τις επιδόσεις των μαθητών, είναι και η διαφοροποίηση των προγραμμάτων τους. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Μ. Βρετανίας, όπου τα «καλά» σχολεία, διαφοροποιούνται από το αναλυτικό πρόγραμμα που ισχύει σε εθνική κλίμακα (national curriculum), ώστε να επιλέγουν οι μαθητές να κάνουν τις επιλογές μαθημάτων. Tέλος, έχει εμφανισθεί τα τελευταία χρόνια το φαινόμενο ορισμένα σχολεία να μην εγγράφουν μαθητές χαμηλής επίδοσης, ώστε να μην “φορτωθούν” την αποτυχία τους στις εξετάσεις. H επιλογή προϋποθέτει πληροφόρηση. H έκδοση εθνικών πινάκων (league tables) με την κατάταξη των σχολείων ανάλογα με την επίδοση των μαθητών τους, προκειμένου να ξέρουν οι γονείς ποια είναι τα καλά σχολεία, επέφερε την πόλωση των σχολείων. Oι Benn και Chitty (1997: 51) παραθέτουν στοιχεία από περιοχές του Hampshire, του Newcastle, του Rothrman, του Oldham, του Manchester, όπου υπήρξε πόλωση των σχολείων σε “καλά” και “κακά” και ανταγωνισμός των καλών σχολείων, με τρόπους όπου το ένα προσπαθούσε να δυσφημίσει το άλλο για να συγκεντρώσει περισσότερους μαθητές και να εξασφαλίσει την επιβίωσή του! Tα καλά σχολεία της περιοχής του Yorkshire απέβαλλαν πιο εύκολα μαθητές προκειμένου να κρατήσουν την καλή τους φήμη και την υψηλή τους θέση στους εθνικούς πίνακες επίδοσης. Σε καθεστώς ανταγωνισμού των σχολείων, ένα δυσλεκτικό παιδί, ένας ανήσυχος μαθητής, με προβλήματα συγκέντρωσης, με χωρισμένους γονείς, με κενά και μαθησιακές δυσκολίες, είναι “κακό μαντάτο” για το καλό σχολείο, κηλίδα που θα κοιτάξει να την ξεφορτωθεί.
Στις ΗΠΑ κυριαρχεί η λογική της περικοπής «δευτερευόντων μαθημάτων», όπως θεωρούν την αισθητική και τη φυσική αγωγή, προκειμένου να βρεθεί χρόνος για τη βελτίωση των επιδόσεων των μαθητών στα «προτυποποιημένα» τεστ γλωσσικών μαθημάτων. Σε όλες τις χώρες, η αξιολόγηση συνδέεται με τη δημιουργία σχολείων πολλών ταχυτήτων, όπου τελικά είναι η ταξική προέλευση και οι οικονομικές δυνατότητες των μαθητών καθορίζουν τις επιδόσεις και τη σχολική τους πορεία.
Δουλικά η Νίκη Κεραμέως και οι διαπρύσιοι κήρυκες της αξιολόγησης επιχειρούν να εφαρμόσουν αποτυχημένες συνταγές που αμφισβητούνται ακόμα και στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Το προηγούμενο διάστημα, μέσω των wikileaks, όπου διέρρευσαν έγγραφα της Αμερικάνικης Πρεσβείας, ήρθαν στην επιφάνεια πληροφορίες για τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ σε ότι αφορά το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Όχι μόνος η Ν. Κεραμέως , αλλά και όλοι οι υπουργοί παιδείας από τη δεκαετία του 1990 πίσω από τις αγιογραφικές διακηρύξεις των αντιεκπαιδευτικών σας νόμων κρύβουν τη στρατηγική επιδίωξη για την «αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης σύμφωνα με τις συνταγές της ΕΕ του ΟΟΣΑ και του ΔΝΤ.
Για ποια ποιότητα;
Για την κ. Νίκη Κεραμέως και τους κάθε είδους υποτακτικούς της «βελτίωση της εκπαίδευσης» σημαίνει να υποταγή της εκπαίδευσης στους νόμους της αγοράς ώστε να διαμορφώνει εργαζόμενους απόλυτα εξειδικευμένους σε συγκεκριμένα αντικείμενα, χωρίς ευρύτητα γνώσεων, ευέλικτους εργασιακά και αναλώσιμους, χωρίς δικαιώματα και χωρίς ταξική συνείδηση. Αυτούς τους στόχους καλείται να υπηρετήσει ένα φτηνό σχολείο, ένα σύστημα που εξαναγκάζει ένα μεγάλο ποσοστό μαθητών να στραφεί από τη γενική εκπαίδευση στην τεχνολογική για αυτό και περιορίζετε το ποσοστό εισαγωγής στα ΑΕΙ της χώρας και ενισχύετε την ιδιωτική εκπαίδευση για λίγους κι εκλεκτούς.
Για αυτό η νέα δευτεροβάθμια εκπαίδευση σύμφωνα με τον νόμο 4692/2020 συνιστά ένα αριστοκρατικό σύστημα, όπου θα κυριαρχεί η ταξική επιλογή, οι πολλαπλοί μηχανισμοί μορφωτικού αποκλεισμού των παιδιών των ασθενέστερων τάξεων και στρωμάτων και των απομακρυσμένων περιοχών της χώρας (Βλέπε Τράπεζα Θεμάτων, Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής) και η ταξική διαφοροποίηση των σχολείων με βάση τους νόμους της αγοράς. Στόχος ένα σχολείο που θα παράγει εργατικό δυναμικό φτηνό, χωρίς δικαιώματα, αλλά καταρτισμένο με εκείνες τις χρηστικές δεξιότητες που απαιτεί η αγορά και το κεφάλαιο.
Η έκθεση Πισσαρίδη προτείνει συγκεκριμένα για την αντιμετώπιση της παραπάνω «αγκύλωσης» τα εξής: «Συνεχής αξιολόγηση με βάση κριτήρια όπως οι επιδόσεις των μαθητών, το ποσοστό εισαγωγής των μαθητών στα Πανεπιστήμια, οι ειδικές προκλήσεις κάθε σχολείου.
Σύνδεση της χρηματοδότησης των σχολείων με την επίτευξη εκπαιδευτικών στόχων. Δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των αξιολογήσεων και σύγκριση μεταξύ των σχολείων με αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών «διαχείρισης μεγάλων δεδομένων» (big data)».
Για μας τους μαχόμενους εκπαιδευτικούς, ας το καταλάβει η κ. Νίκη Κεραμέως και οι κάθε Κόπτσηδες, η ποιότητα δεν είναι η μετρήσιμη αποδοτικότητα που σχετίζεται με τις προτεραιότητες των «αγορών». Για αυτό απορρίπτουμε το «νέο» σχολείο των δεξιοτήτων, της κατακερματισμένης γνώσης, της αγοράς, της εγκατάλειψης και της υποταγής, το φτηνό ευέλικτο και πειθαρχημένο σχολείο. Για μας η ποιότητα συμβαδίζει με την ενίσχυση και όχι την αποδόμηση της δημόσιας παιδείας με την υλοποίηση των δίκαιων αιτημάτων της εκπαιδευτικής για την αύξηση των δαπανών για την παιδεία, για μαζικούς μόνιμους διορισμούς και όλα όσα συμβάλλουν στην κατεύθυνση άρσης των ταξικών φραγμών υλοποιώντας το όραμά μας για ένα άλλο σχολείο. Πραγματικά δημόσιο και δωρεάν που να αγκαλιάζει όλα τα παιδιά χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις, όπου πρωταρχική σημασία έχει ο πνευματικός εξοπλισμός των μαθητών, η καλλιέργεια «ελεύθερων και δημοκρατικών πολιτών», έτσι ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν κριτικά την κοινωνία με την ενεργή συμμετοχή τους και παρέμβαση σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής δραστηριότητας.
* Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος στο 3ο ΓΕΛ Κερατσινίου, μέλος του ΔΣ της ΕΛΜΕ Πειραιά, μέλος της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης» του Εκπαιδευτικού Ομίλου.