Ακόμα και οι νεκροί που αποκρίνονται σε κάθε κάλεσμα
και δεν αρνούνται παράκληση καμία
δεν μας παραστέκουν
κι ούτε κοιτάζουν αν μπορούμε.
Τα χέρια των ζωντανών που απλώνονται
χωρίς να μας φτάνουν
είναι όπως τα κλαδιά των δένδρων το χειμώνα.
Όλα τα πουλιά σωπαίνουν.
Ακούει κανείς μόνο τα δικά του βήματα
και το βήμα που τα πόδια δεν έκαναν ακόμα
όμως θα κάνουν.
Να σταθείς να γυρίσεις πίσω
δεν ωφελεί.
Πρέπει να προχωρήσεις.
Πάρε ένα κερί στο χέρι
όπως στις κατακόμβες,
το λιγοστό φως ίσα που ανασαίνει.
Κι όμως, μετά που έχεις περπατήσει πολύ,
το θαύμα γίνεται,
γιατί το θαύμα συμβαίνει πάντα,
και γιατί δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς τη χάρη:
Το κερί φωτεινό στην ελεύθερη ανάσα της μέρας,
γελώντας το σβήνεις
όταν βγαίνεις στον ήλιο
και κάτω από τους ανθισμένους κήπους
στέκει εμπρός σου η πόλη
και στο σπίτι σου
άσπρο στέκει στρωμένο για σένα το τραπέζι.
Και οι ζωντανοί που χάνονται
και οι νεκροί που δεν χάνονται
σου κόβουν το ψωμί κι απλώνουν το κρασί -
κι ακούς πάλι τις φωνές τους
πολύ κοντά στην καρδιά σου.
Μετάφραση από τα γερμανικά: Θανάσης Λάμπρου
Πόσο λίγο αξίζω
Πόσο λίγο αξίζω
σηκώνω το δάκτυλο και δεν αφήνω
την παραμικρή αμυχή στον αέρα.
Ο χρόνος σβήνει το πρόσωπό μου -
ο χρόνος έχει αρχίσει.
Ξωπίσω από τα βήματά μου στη σκόνη,
ξεπλένει η βροχή το δρόμο
σαν μια νοικοκυρά.
Ήμουν εδώ.
Περνώ απέναντι
χωρίς να αφήνω ίχνη.
Του δρόμου οι φτελιές
μου γνέφουν καθώς έρχομαι
- πράσινος μπλε χρυσός χαιρετισμός -
και με ξεχνούν
πριν να'χω προσπεράσει.
Περνώ απέναντι
ίσως ν'αφήσω όμως
της φωνής μου την αδύναμη νότα,
το γέλιο ή το δάκρυ μου
κι ακόμα το απόβραδο
των δένδρων τον χαιρετισμό
σ'ένα μικρό χαρτάκι.
Κι όπως περνώ
ανάβω
εντελώς τυχαία
στις καρδιές
πότε πότε ένα φως
στην άκρη του δρόμου.
Μετάφραση από τα γερμανικά: Γιώργος Καρτάκης
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ της Χίλντα Ντομίν (1909 - 2006)
Φιλολογικό ψευδώνυμο της Χίλντε Λέβενσταϊν. Γεννήθηκε το 1909 στην Κολωνία από γονείς εβραϊκής καταγωγής. Σπούδασε νομικά στα Πανεπιστήμια της Χαϊδελβέργης και της Κολωνίας. Ήδη από την εποχή των σπουδών της υπήρξε μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας, υποστηρίζοντας μάλιστα ανοικτά σε συζητήσεις ότι ο Χίτλερ ήταν ικανός να πραγματοποιήσει ό, τι περιέγραφε στο βιβλίο του «Ο αγών μου». Στα 1931 γνώρισε τον εβραϊκής καταγωγής φοιτητή Κλασσικών Σπουδών και Αρχαιολογίας, Έρβιν Βάλτερ Παλμ, τον οποίο και ακολούθησε στη Ρώμη. Και οι δυο συνέχισαν τις σπουδές τους στο Πανεπιστήμιο της ιταλικής πρωτεύουσας, όπου η Ντομίν παρέδιδε παράλληλα ιδιαίτερα μαθήματα γερμανικής γλώσσας.Το ζευγάρι παντρεύτηκε στη Ρώμη το 1936. Μετά το 1934 η ιταλική πολιτική στράφηκε κατά των εβραϊκού στοιχείου, απαιτώντας από το σύνολο του εβραϊκού πληθυσμού να εγκαταλείψει τη χώρα μέχρι τον Μάιο του 1939. Έτσι το ζευγάρι κατέφυγε στην Μεγάλη Βρετανία, όπου η Ντομίν εργάστηκε σε κολλέγιο του Λονδίνου ως καθηγήτρια γερμανικής γλώσσας. Ενόψει της συνθηκολόγησης της Γαλλίας και της απειλής του Αστραπιαίου Πολέμου, το ζευγάρι εγκατέλειψε την Αγγλία και εγκαταστάθηκε το 1940 στην Δομινικανή Δημοκρατία. Η Ντομίν εργάστηκε στο τοπικό Πανεπιστήμιο ως καθηγήτρια γερμανικής γλώσσας μέχρι το 1952. Μετά την επιστροφή της στην Γερμανία, δημοσίευσε για πρώτη φορά ποιήματά της με το ψευδώνυμο «Ντομίν», το οποίο προέρχεται από τα τέσσερα πρώτα γράμματα του νησιού, όπου είχε βρει καταφύγιο κατά την διάρκεια του πολέμου. Στα χρόνια που ακολουθούν επιχειρεί πολυάριθμα ταξίδια στην Ισπανία. Εκεί γνωρίζεται με τον ποιητή Vicente Aleixandre, που την φέρνει σε επαφή με το λογοτεχνικό περιοδικό Caracola, στο οποίο δημοσιεύει τις πρώτες της μεταφράσεις.
Η Ντομίν αποκαλούσε τον εαυτό της «ακροβάτη σε τεντωμένο σχοινί, με πολύ κόσμο και λίγο έδαφος κάτω απ΄ τα πόδια της». Η ίδια υποστήριζε ότι είναι «Ισπανίδα συγγραφέας που γράφει στα γερμανικά». Τα τελευταία της ποιήματα είναι εμπνευσμένα από την ιαπωνική θεωρία για την Τέχνη. Η ίδια αναγνωρίζει επίσης επιρροές από τον Χέλντερλιν.
Για το έργο της έλαβε πολυάριθμες διακρίσεις, μεταξύ των οποίων και το Παράσημο Ανδρείας της Δομινικανής Δημοκρατίας.
Η Χίλντε Ντομίν πέθανε τον Φεβρουάριο του 2006 στο χειρουργείο κατά την διάρκεια μιας επέμβασης σε ηλικία 96 χρονών. Η σορός της ενταφιάστηκε στην Χαϊδελβέργη.