Παρασκευή, 03 Μαΐου 2013 10:12

Λευτέρη Βογιατζή σ'ευχαριστώ... και καλή αντάμωση - η κηδεία του αύριο 8/5.

Επιλέγων ή Συντάκτης 
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Στεναχώρια βραδινή όταν έμαθα από μία φίλη χθες, πως πέθανε ο Λευτέρης Βογιατζής. Και η λύπη κρατάει μέχρι σήμερα. Φαίνεται παράξενο να στεναχωριέται κάποιος για έναν άλλο που δεν τον συναναστράφηκε ποτέ του, που η απώλειά του δεν ανοίγει καμιά μαύρη τρύπα στην καθημερινή του ζωή.

Κι όμως συνέβαινε και συμβαίνει σε πολλούς, άρα κάτι ανθρώπινο έχει αυτή η περίεργη διάθεση πένθους. Ίσως αιτία να είναι η συνειδητοποίηση  πως ένας άνθρωπος που μας είχε χαρίσει κάτι ξεχωριστό, στην προκειμένη περίπτωση αρκετές υπέροχες θεατρικές παραστάσεις, δεν θα το ξανακάνει. Μα πάλι μπορεί από εδώ και στο εξής, εκεί κάτω στον Άδη, να ανεβάζει θεατρικά έργα για όλους εκείνους που προ καιρού μας έχουν αφήσει. Και έτσι να  περιμένει κι εμάς ο τελειομανής, όταν θ'αποχαιρετίσουμε αυτόν τον κόσμο για πάντα, να'ναι εκεί πάνω σε κάποιες δαιδαλώσεις και μισοφωτισμένες σκηνές. Μέχρι τότε η ζωή είναι εδώ και μας περιμένει. Το θέμα είναι αν την περιμένουμε κι εμείς. Ο Βογιατζής, ως προς αυτό το θέμα, ήταν σαφής. Την περίμενε με τις πόρτες ορθάνοιχτες. Εκτείθετο σ'αυτήν, τη βυθοσκοπούσε και την ομόρφαινε κάνοντάς την υποφερτή ακόμα και στις πιο άδειες στιγμές της. Και μαζί με τη ζωή προσκαλούσε κι εμάς.

Αυτό μου έχει μένει, από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 όταν ξεκίνησα να βλέπω παραστάσεις του, βασικά στο θέατρο της οδού Κυκλάδων, στην Κυψέλη. Μερικές μού είναι αξέχαστες. Σε διάφορες ζόρικες φάσεις της ζωής μου ακόμα φυσάει μέσα μου ο αέρας από έργα που σκηνοθέτησε και πρωταγωνιστούσε, όπως «Ο Μισάνθρωπος», «Με δύναμη από την Κηφισιά», «Σ’εσάς που με ακούτε», «Σε φιλώ στη μούρη», « Η νύχτα της κουκουβάγιας», «Τέφρα  και σκιά», «Ύστατο σήμερα». Τον θυμάμαι ακόμα και ως ηθοποιό σε διάφορα φιλμ, ιδιαίτερα στο «Αθήνα – Κωνσταντινούπολη», σ’ένα ρόλο που ταξιδεύοντας προς το βορρά η απελπισία εντός του ανελισσόταν σπειροειδώς  μέχρι που τον ξαπόστειλε στα βάθη του Βοσπόρου.

Είχε κάτι το ιδιαίτερο και πολύ προσωπικό ο Βογιατζής, τόσο ως σκηνοθέτης στο θέατρο όσο και ως ηθοποιός. Κάτι χαμηλόφωνο με μιά υπέροχη υποψία τραυλίσματος, με χαρακτηριστικές ξαφνικές εναλλαγές ρυθμού και τονισμού των λέξεων και με ένα βλέμμα καθαρό αν και πλάγιο, έντονο αν κι εσωτερικό, αλλά εν τέλει συμφιλιωτικό, λόγω μιας απροσδιόριστης τρυφεράδας, μιας παιδικότητας θα μπορούσα να πω. Θυμάμαι έντονα μία παράστασή του που είδα πριν τρία(;) χρόνια στην Επίδαυρο. Έκανε τη βραδιά μαγική όταν ζωντάνεψε μπρος στα μάτια μας κι άστραψε εντός μας μια άλλη Αντιγόνη, παιγμένη από την Αμαλία Μουτούση κι αυτός στον ρόλο του Κρέοντα. Σ'ευχαριστώ λοιπόν, για τις μαγικές στιγμές που χάρισες σ'έναν μη θεατρόφιλο. Και γιατί έτσι με έκανες πιο απαιτητικό και για το θέατρο και για τη ζωή. Ο αφοσιωμένος στο θέατρο 68 χρονος Λευτέρης Βογιατζής, που γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945, που υποστήριζε πως οι κανόνες της ζωής και του θεάτρου δεν διαφέρουν, πέθανε χθες, Μ.Πέμπτη από καρκίνο. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει.

Την Τετάρτη 8/5 το μεσημέρι θα μεταφερθεί η σορός του στο θέατρο της οδού Κυκλάδων και το απόγευμα στις 5μ.μ, θα γίνει η πολιτική του κηδεία στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Θα ταφεί δίπλα στον φίλο του αρχιτέκτονα Κυριάκο Κρόκο, αυτόν που του έφτιαξε το θεατράκι και που ανάμεσα στ'άλλα έχει φτιάξει και το Βυζαντινό Μουσείο Θεσ/νίκης.


Ακολουθούν επτά χαρακτηριστικά αποσπάσματα από συνεντεύξεις που είχε δώσει προ καιρού.

«Μικρός ήμουν το καλό παιδί στην οικογένεια, από σύμβαση. Κλειστός, εσωστρεφής. Ήταν σαν να είχα ένα σύννεφο μπροστά μου. Είχα ανάγκη να διαλυθεί. Όταν ασχολήθηκα με το θέατρο κατάλαβα ότι η μεγαλύτερη ευκολία είναι η ιδιάζουσα σκηνική συμπεριφορά, γιατί αρέσει. Πρέπει όμως να είναι μεγάλου βεληνεκούς ο καλλιτέχνης για να είναι το ιδιάζον, κάτι πραγματικά ξεχωριστό. Καλύτερα λοιπόν να το σβήσεις, να αρχίσεις από την αρχή και να προσπαθήσεις να είσαι κανονικός. Μεγάλη λέξη. Τι είναι το κανονικός; Ξέρω 'γω; Κανονικός. Αυτό», είχε πει σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Καθημερινή.

 

Μιλώντας για τη σημερινή Ελλάδα στη "Lifo", ανέφερε: «Δεν μπορεί ν' αλλάξει τίποτα σε αυτήν τη χώρα. Είναι συνηθισμένος ο πυρήνας των ανθρώπων σε λειτουργίες συμφεροντολογικές. Είναι διχασμένοι οι άνθρωποι. Με τον ίδιο τρόπο που μπορεί ένας κριτικός θεάτρου να γράψει τα καλύτερα για τους φίλους του, χωρίς να το πιστεύει. Να το υποστηρίζει, χωρίς να το πιστεύει. Με την ίδια ευκολία που απογειώνει μετριότητες, καταβαραθρώνει αυτούς που αξίζουν. Έτσι οι άνθρωποι χάνουν το γούστο τους. Δεν έχουν πια γούστο κι αυτό γίνεται συνήθεια. Αποκτάς μια σιγουριά και γίνεσαι πρόχειρος. Δεν μπορείς να γράφεις ψέματα ότι σου αρέσει κάτι που στην πραγματικότητα δεν αξίζει. Για να μπορέσω να σε πείσω για κάτι που δεν αξίζει, μπαίνω στην ίδια διαδικασία που μπαίνει ένας ηθοποιός. 'Αμα το κάνω εκατό φορές, γίνομαι στο τέλος αυτό που παριστάνω. Έτσι, εγώ μεν πιστεύω αυτό που γράφεις, αλλά η τιμωρία σου είναι ότι γίνεσαι κακόγουστος».

«Δεν με συγκινούν τα ωραία. Με συγκινεί η χώρα μου γιατί την έχω συνηθίσει..... Είχα κάθε ευκαιρία, και πολύ καλές καλλιτεχνικά, να φύγω εξωτερικό. Σχεδόν δεν θέλησα. Έβρισκα τρόπους να μην πηγαίνω. Θα ήταν ενδιαφέρον να πήγαινα, αλλά δεν ένιωσα ποτέ ότι έχω λύσει κάτι βασικό εδώ. Μια φορά, ένα πολύ μεγάλο θέατρο μου έκανε μια πρόταση και μου έστειλε ηθοποιούς να διαλέξω. Όταν τους είδα, έκανα την πολύ ηλίθια σκέψη ότι με αυτούς θα έχω τελειώσει την παράσταση σε δεκαπέντε μέρες. Μα, είναι δυνατόν να κάνω εγώ παράσταση σε δεκαπέντε μέρες;», κατέληξε.

 

«Δεν υπάρχει τελειομανία. Η τελειομανία είναι κάτι στείρο…Η λεπτομέρεια είναι η ραχοκοκαλιά. Χωρίς τη λεπτομέρεια, το επίκεντρο, η βάση, δεν αποκτά φως. Το ένα είναι βοηθός του άλλου. Κάποτε μπορεί να έλεγα ασχολούμαι με λεπτομέρειες και χάνω την ουσία. Δεν υπάρχει αυτό. Σημασία έχει ο τρόπος που ασχολείσαι με ό,τι ασχολείσαι. Και όχι μια γενική εντύπωση του τι είναι σωστό και τι είναι καλό. Αυτά δεν ισχύουν στη δημιουργία ούτε στη διδασκαλία. Κάνουν κακό. Τα παιδιά συνηθίζουν σε μια ομαδοποίηση και όχι στην ατομικότητα. Κι εννοώ την ατομικότητα που δεν διαθέτει την έπαρση του "εγώ είμαι και κανείς άλλος δεν είναι". Αντιθέτως. Δεν πρέπει να τονίζεται, αλλά να γίνεται. Και για να γίνει, θέλει ταλέντο...», προσθέτει στην ίδια συνέντευξη.


" Όλα αυτά είναι ψέμματα, σαχλαμάρες. Είναι κουραστικό να αναλυκλώνουμε συνεχώς αυτό το μη θέμα, πως τάχα μου είμαι απαιτητικός σκηνοθέτης. Δηλαδή, αν αύριο πεθάνω, θα συζητούσαν για την ουσία του έργου μου ή για το πόσο "παράξενος" ήμουν; Κι έπειτα γιατί είναι κακό πράγμα οι δυσκολίες; Τι αξία έχει το θέατρο χωρίς αυτές; Αλλά έχουμε συνηθίσει σ'ένα σύστημα παιδείας που, αντί να εκπαιδεύει στη διαδικασία επίλυσης προβλημάτων, διδάσκει πως να μην τα βλέπεις. Δεν είναι φυσιολογικό, δικαιολογημένο, να παλεύεις στη δουλειά σου; Άλλος ευτυχεί μέσα σ'αυτή τη διαδικασία κι άλλος δυστυχεί. Το να επιμένεις σε λύσεις μπορεί να σημαίνει κάτι και συγχρόνως να μην σημαίνει τίποτα".


" Ο συγγραφέας Δημητριάδης στον "Τόκο" διατείνεται ότι, αν στοχαστούμε πραγματικά πάνω στον θάνατο, αν αντιληφθούμε τη θνησιμότητά μας και συμφιλιωθούμε, θ'αλλάξει η συμπεριφορά μας άρα και η ζωή. Αυτό είναι σωστό, αλλά άδικο για κείνον που παλεύει να βρει τρόπους για να ζήσει. Κανένας δεν είναι πραγματικά συμφιλιωμένος με το τέλος. Δεν βοηθάει τίποτα. Ούτε ο πολιτισμός τόσων αιώνων, ούτε οι θρησκείες, ούτε ο τρόπος που μεγαλώσαμε, που εκπαιδευόμαστε".


"Πιστεύω ότι είναι σημαντικό να αποδεχτούμε να αποδεχτούμε την ύπαρξή μας σαν μια τρομαχτική δυνατότητα. Αυτό είναι κάτι που δεν μας το μαθαίνει κάποιος. Είμαστε καταδικασμένοι να το ανακαλύπτουμε μόνοι μας. Κι είναι αμφίβολο αν θα το καταφέρουμε αυτό - ακόμα κι αν το καταφέρουμε όμως, υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο να οπισθοχωρήσουμε στο μεσοστράτι. Πάντως - το πιστεύω αυτό - τα πάντα υπάρχουν μέσα στο μυαλό. Ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να ζει μέσα στο μυαλό του ταυτόχρονα πολλές συνθήκες και χρόνους, σχεδόν ζωές. Εκεί μπορεί να είναι ταυτόχρονα ζωγράφος, ακροβάτης, ποιητής, ηθοποιός. Εκεί στο μάτι του μυαλού, βρίσκονται όλες οι ανακαλύψεις που έχουν γίνει μέχρι τώρα κι όλα τα μυστικά που ακόμη δεν έχουν ανακαλυφθεί.."



Τελευταία τροποποίηση στις Κυριακή, 12 Μαΐου 2013 16:30
Λάκης Ιγνατιάδης

Ραβδοσκοπία ατζαμή

Προσθήκη νέου σχολίου

Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση