«Η φράση “ανεξάρτητη δημοσιογραφία” σε μια ευνομούμενη χώρα θα έπρεπε να είναι πλεονασμός», θα πει στην Popaganda η Ελίζα Τριανταφύλλου από το inside story. «Στην Ελλάδα, αντί για κανόνας, είναι η εξαίρεση. Το πρόβλημα με την ελευθερία του Τύπου δεν είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού».
Το 2022, στη συνολική κατάταξη του Παγκόσμιου Δείκτη της Ελευθερίας του Τύπου, η Ελλάδα κατατάχθηκε στις χώρες που η κατάσταση της ελευθερίας του τύπου χαρακτηρίζεται «προβληματική». Βρέθηκε στην τελευταία θέση της ΕΕ, 108 αντί της θέσης 70 που βρισκόταν το 2021, και το 2023 ανέβηκε μόλις μια θέση υψηλότερα, δηλαδή στην 107.
Η συρρίκνωση της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης συμβαδίζει με την παρακμή του κράτους δικαίου. Στη χώρα μας, τα ζητήματα του κράτους δικαίου εξακολουθούν να μην αποτελούν προτεραιότητα για την πλειονότητα των ΜΜΕ.
Στο αποκορύφωμα των προσπαθειών καταστολής της ελευθερίας του Τύπου και της ερευνητικής δημοσιογραφίας, βρέθηκε φέτος η εκδίκαση σε πρώτο βαθμό της αγωγής του πρώην γενικού γραμματέα και ανιψιού του πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη, κατά δημοσιογράφων και ελληνικών μέσων, σχετικά με το σκάνδαλο των υποκλοπών (αγωγή SLAPP), και συγκεκριμένα κατά της Εφημερίδας των Συντακτών, του ερευνητικού μέσου Reporters United και των δημοσιογράφων του, Νικόλα Λεοντόπουλου και Θοδωρή Χονδρόγιαννου, καθώς και κατά του ανεξάρτητου δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, ο οποίος, όπως είχαν αποκαλύψει τα μέσα και οι δημοσιογράφοι, παρακολουθείτο από την ΕΥΠ μέσω του Predator, υπό την πολιτική ευθύνη του κ. Δημητριάδη.
Αγωγές SLAPP (Strategic Lawsuits against Public Participation), δηλαδή καταχρηστικές αγωγές κατά δημοσιογράφων αποτελούν ένα αυξανόμενο φαινόμενο στην Ευρώπη που πλήττει την ερευνητική δημοσιογραφία, με περισσότερες από 160 αγωγές να έχουν κατατεθεί το 2022. Οι SLAPPs έχουν χρησιμοποιηθεί επίσης εναντίον δημοσιογράφων στην Κροατία, την Ιταλία, την Ολλανδία και τη Σουηδία, ενώ δημοσιογράφοι στη Γερμανία, την Ολλανδία και την Πολωνία τέθηκαν υπό παρακολούθηση από κατασκοπευτικά προγράμματα όπως το Pegasus και το Predator.
Τον περασμένο Μάρτιο, η ΕΕ εξέδωσε την οδηγία κατά των SLAPPs και το Συμβούλιο της Ευρώπης την ενέκρινε, ενώ τα κράτη-μέλη έχουν δύο χρόνια για να τη μεταφέρουν στην εθνική τους νομοθεσία. Πλέον, τα άτομα που αποτελούν στόχο των υποθέσεων SLAPP μπορούν να ζητήσουν από το δικαστήριο να απορρίψει έναν προδήλως αβάσιμο ισχυρισμό το συντομότερο δυνατό. Εάν η διαδικασία κριθεί καταχρηστική, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ότι ο ενάγων πρέπει να αναλάβει τα έξοδα της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων νομικής εκπροσώπησης στα οποία υποβλήθηκε το θύμα SLAPP.
Εν μέσω θεσμικής υποχώρησης και φίμωσης της ελευθερίας του Τύπου στην Ελλάδα, τα ανεξάρτητα μέσα προσπαθούν να επιβιώσουν με λιγοστούς πόρους, σε επισφαλείς συνθήκες. Η δημοσιογράφος και ερευνήτρια στο Inside Story, Ελίζα Τριανταφύλλου, και ο δημοσιογράφος και ερευνητής του Solomon, Σταύρος Μαλιχούδης, μιλούν στην Popaganda για τις προκλήσεις της ερευνητικής δημοσιογραφίας στη χώρα.
Ελίζα Τριανταφύλλου, inside story: Δεν υπάρχει δημοσιογράφος στην Ελλάδα που να μην ξέρει τι πρέπει και τι δεν πρέπει να γράψει
Το όλο πρόβλημα στην Ελλάδα ξεκινά με το γεγονός ότι υπάρχουν μέσα, όπως το inside story όπου εργάζομαι, τα οποία είναι απαραίτητο, σε υπαρξιακό επίπεδο, να διευκρινίσουν και να αποδείξουν στους αναγνώστες και τις αναγνώστριές τους ότι είναι ανεξάρτητα. Η φράση «ανεξάρτητη δημοσιογραφία» σε μια ευνομούμενη χώρα θα έπρεπε να είναι πλεονασμός. Στην Ελλάδα, αντί για κανόνας, είναι η εξαίρεση. Το πρόβλημα με την ελευθερία του Τύπου δεν είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού. Πράγματι, όπως λέει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο καθένας γράφει ό,τι θέλει και για επιχείρημα φέρνει την εφημερίδα Μακελειό π.χ., η οποία έχει φτάσει να λειτουργεί ως άλλοθι για την κυβέρνηση. Πριν όμως ο «καθένας γράψει ό,τι θέλει», το τι γράφει έχει ήδη περάσει από το φίλτρο της αυτολογοκρισίας. Δεν υπάρχει δημοσιογράφος στην Ελλάδα που να μην ξέρει – οριακά χωρίς κανείς να του το πει – τι πρέπει και τι δεν πρέπει να γράψει.
Η δουλειά μας είναι τόσο κακοπληρωμένη που δύσκολα θα βρεθεί κάποιος ή κάποια με «ηρωικές» διαθέσεις, δηλαδή έστω και να προτείνει κάτι εκτός γραμμής του μέσου όπου εργάζεται. Τόσο απλά. Οι περισσότεροι συνάδελφοι είναι παραιτημένοι ή και αδιάφοροι για το τι κείμενα τελικά παραδίδουν. Θέλουν απλά να κάνουν τη δουλειά τους και να μπαίνει ο μισθός. Νιώθουν ότι τίποτα δεν θα αλλάξει και σίγουρα όχι από τους ίδιους, οπότε γιατί να προσπαθήσουν να βγουν εκτός γραμμής και να χάσουν και αυτά τα λίγα που παίρνουν; Αυτό δεν είναι νέο φαινόμενο, ισχύει επί δεκαετίες και εντάθηκε μέσα στην οικονομική κρίση όπου αυξήθηκε η εξάρτηση των μέσων από τις διαφημίσεις, τον τραπεζικό δανεισμό και την κρατική στήριξη.
Πατώντας popaganda.gr/koinonikopolitika θα εμφανιστεί ολόκληρο το άρθρο.