Η βία στο ζευγάρι, συνήθως, σχετίζεται με τη μετάδοση του τραύματος, ενώ ο φόβος για το ανοίκειο μπορεί να τορπιλίσει και την πιο τρυφερή οικειότητα. Οσο πιο βαθιά τραυματισμένοι είμαστε –ακόμα κι αν δεν έχουμε φτάσει στην παραδοχή του τραύματός μας– τόσο πιο πολύ προσπαθούμε να λάβουμε από τον έρωτα κάτι που στερηθήκαμε.
Πώς περνάει η αγάπη στο μίσος και πώς μετατρέπεται από κάτι που ενώνει σε κάτι που καταστρέφει; Πριν από μερικές εβδομάδες, κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ Φιλοσοφίας με θέμα τις «Μεταμορφώσεις της αγάπης», που διοργάνωσε το Γαλλικό Ινστιτούτο στην Ελλάδα με τη συνδρομή Γάλλων και Ελλήνων στοχαστών, πανεπιστημιακών, καλλιτεχνών και εκπροσώπων των γαλλικών και ελληνικών μέσων ενημέρωσης, τέθηκε μεταξύ άλλων το ερώτημα «αν μπορούμε να αγαπάμε χωρίς να κυριαρχούμε, «πού τελειώνει η επιθυμία και πού αρχίζει η εξουσία» και «πώς γινόμαστε ζευγάρι σήμερα».
Βάσει της λακανικής σκέψης, ο έρωτας είναι ένας λαβύρινθος από παρεξηγήσεις, όπου οι άνθρωποι που ερωτεύτηκαν προσπαθούν να μάθουν ο ένας τη γλώσσα του άλλου. Οταν αγαπάμε κάποιον –λέει ο Αλέν Μπαντιού– εξαρτιόμαστε από αυτόν, εξαρτιόμαστε από την απάντησή του... Στην αγάπη, όμως, αυτό που ζητά και που προσφέρει ο ένας στον άλλον είναι πάντα κάτι άλλο από αυτό που ο καθένας αναμένει από τον Αλλο. Γιατί είμαστε όλοι φορείς όψεων ετερότητας γεμάτοι φόβους και ελλείμματα. Συχνά επιλέγουμε κάποιον –ασυνείδητα– για να τον κυριαρχήσουμε ή για να μας κυριαρχήσει.
Οι άντρες αναζητούν συχνά σε μια γυναίκα την ιδανική μητέρα, ζητώντας, ωστόσο, αυτό που δεν πήραν από τη μητέρα τους, ιδίως στην περίπτωση που μεγάλωσαν με μια ναρκισσιστική, χειριστική μητέρα. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και για τις γυναίκες. Το όποιο τραύμα μεταδίδεται συνεπώς στη σχέση, ενώ παράλληλα ο φόβος να παραχωρήσουμε κάτι από τον αληθινό μας εαυτό και να αποκαλυφθεί η ευθραυστότητά μας στον Αλλο μάς οδηγεί στο να τορπιλίσουμε τη σχέση είτε μέσα από την αναζήτηση πρόσκαιρων ερωτικών παρτενέρ είτε μέσα από ένα είδος αμφίδρομης βίας. Οσο, δηλαδή, δεν μετατρέπουμε τον έρωτα σε αγάπη –συνήθως από φόβο να βιώσουμε αυτό που μας λείπει– ναρκοθετούμε, ερήμην μας, την ίδια μας τη σχέση.
Πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος της κοινωνικής οργάνωσης της αγάπης στο εάν και κατά πόσο τελικά δύο ερωτικοί σύντροφοι θα εξελιχθούν σε κακοποιητικά πλάσματα ο ένας για τον άλλο;
Η είσοδός μας στις ερωτικές σχέσεις γίνεται μέσα από την αντικειμενοποίηση των ερωτικών συντρόφων, γεγονός που ενθαρρύνεται από την εμπορευματοποίηση της ρομαντικής αγάπης στη μεταμοντέρνα εποχή. Η λίμπιντο που μας διαπερνά ως ομιλούντα όντα –γράφει η Κάρμεν Γκαγιάνο (Carmen Galliano)- «υφαρπάζεται από την παραγωγή του κεφαλαίου και καταναλώνεται μέσα από διαφορετικούς τρόπους απόλαυσης, οι οποίοι όντας επικερδείς για το χρηματιστηριακό κεφάλαιο μετατρέπονται έτσι σε πηγή δυστυχίας.
H ισπανόφωνη ψυχαναλύτρια εξηγεί πως «παρ’ όλο που ίδιος ο καπιταλιστικός λόγος μάς εξαπατά με την ιδέα ότι η μόνη δυνατότητα ηδονισμού και ικανοποίησης η οποία μπορεί να υπάρξει είναι αυτή η οποία επιτυγχάνεται μέσα από τα αντικείμενα υπεραπόλαυσης της αγοράς, αποβλέποντας έτσι σε μια υπεραγορά της αγάπης και της επιθυμίας διά μέσου της κατανάλωσης, τα σύγχρονα υποκείμενα επιζητούν απελπισμένα την αγάπη και διαμαρτύρονται για τον προσωρινό χαρακτήρα των σχέσεων, ο οποίος γεννά νέες μορφές μοναξιάς». Και ενίοτε βίας.
Γιατί η ερωτική αγάπη που απευθύνουμε και λαμβάνουμε από τον Αλλο είναι μοναδικός τρόπος να έχει αμοιβαιότητα η σχέση μας με τον κόσμο, ο μόνος τρόπος για να επιβεβαιωθεί η ετερότητά μας. Δεν συμβαίνει ωστόσο αναίμακτα καθώς εξ ορισμού δεν υπάρχει αγάπη χωρίς οδύνη. Η αγάπη, όμως, δεν είναι κακοποίηση. Για να διαρκέσει ο έρωτας –χωρίς το πολλαπλό να εκθρονίζει το ένα, όπως ορίζει το πρόταγμα του νεοφιλελευθερισμού– και να επέλθει μια υγιής συντροφικότητα, δίχως κάποιου είδους αμφίδρομη βία, θα πρέπει και οι δύο πλευρές να θέλουν και να μπορούν να τον μετατρέψουν σε κάτι άλλο. Σε αγάπη.
Πηγή: efsyn.gr/nisides