Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Τετάρτη, 27 Ιουλίου 2022 17:44

Βάλτε τα καλά σας, σε πέντε ώρες ξημερώνει Κυριακή

Επιλέγων ή Συντάκτης 
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

odis4Η παρέα κάθεται στη καλλίτερη θέση που διαθέτει το καπηλειό. Ξεχωρίζει σαν την μύγα μες το γάλα. Και προκαλεί ενδιαφέρον. Πρώτα απ' όλα είναι μικτή. Κορίτσια και αγόρια μες την καλή χαρά. Με ρούχα επώνυμα που ξεχωρίζουν από μακριά. Διασκεδάζουν! Σε  ιδανική απόσταση από τα ηχεία του στερεοφωνικού. Να μη σε ξεκουφαίνουν, αλλά να μπορείς να μιλήσεις κιόλας. Πως βρέθηκαν σ' αυτό το μαγαζί ένας θεός το ξέρει.

Φαίνονται ενημερωμένοι  για το τι ακούνε.

-Ωραίο τραγούδι, αποφαίνεται, ένα κορίτσι της παρέας.

-Λοΐζος! Παρεμβαίνει ένας γαλανομάτης νεαρός! Και Πυθαγόρας, συνεχίζει. Μη ξεχνάμε και τους στιχουργούς. Πυθαγόρας!

Το τραγούδι εξακολουθεί να παίζει. Και η μουσικολογική συζήτηση είναι στο φόρτε της. Μια καλοβαλμένη κυρία καταθέτει με έπαρση: " Τα τραγούδια της Χαρούλας"! Λοΐζος, Ρασούλης! Ο γαλανομάτης την κοιτάζει με παράπονο και σκέφτεται:  Μόλις πριν λίγο ενημέρωσα  την ομήγυρη ρε γαμώτο! Τι πετάγεται τώρα αυτή σαν την τσουτσού; Έχει όμως μια κρυφή χαρά πως η κυρία έχει πει λάθος τον στιχουργό του Long Play και θα την εγκαλέσουν. Τον σώζει που δεν ακούει άμεση αντίδραση. Αυτό τον κάνει ν' αμφιβάλλει και κρατιέται. Ευτυχώς! 

Η κυρία αν και εισπράττει την ενόχληση του γαλανομάτη, συνεχίζει ακάθεκτη. Φαίνεται πως έχει κι άλλα πράγματα που γνωρίζει: Στο βιβλίο του, "Μάνος Λοΐζος", αφιέρωμα στον φίλο και κουμπάρο του Μάνο Λοΐζο, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αναφέρει πως ο συνθέτης, για το συγκεκριμένο άλμπουμ είχε ζητήσει στίχους απ' αυτόν. Όταν ετοιμάστηκε η μουσική τον φώναξε για συνακρόαση, να ακούσει του στίχους μελοποιημένους. Τότε βρέθηκε στην εντελώς αμήχανη θέση να ακούει άλλους στίχους απ' αυτούς που παρέδωσε.

"Είναι του Ρασούλη ενός νέου στιχουργού", του είπε γελώντας και  με φανερή αφέλεια ο Λοΐζος!

"Τι λες;"

Άντε τώρα να κακιώσεις στο Μάνο!

Κι όμως!

Αργότερα, ο Λοΐζος εξομολογήθηκε στον φίλο του, ( τον κουμπάρο τον πετάμε στα σκουπίδια ) πως ο Ρασούλης κόλλησε και του έλειπαν 3-4 τραγούδια για να συμπληρωθεί ο δίσκος και τον παρακάλεσε:

 "Κάνε κάτι!"

Ο  Λευτέρης Παπαδόπουλος είπε: "Oχι!"  

Ο ίδιος, αργότερα, εξομολογήθηκε, μάλλον στον εαυτό του: " Ήταν η πρώτη φορά που του αρνήθηκα κάτι!"

Έτσι ο Λοΐζος έψαξε και βρήκε τον Πυθαγόρα να συμπληρώσει 3-4 τραγούδια για να ολοκληρωθεί το άλμπουμ.

Στην παρέα, είναι όλοι ενθουσιασμένοι και απόλυτα ευχαριστημένοι από την ενδιαφέρουσα συζήτηση. Μια λαδιά που έπεσε στο μπορντό Lacoste  της κοπέλας, που καθότανε δίπλα στο παράθυρο,  δημιούργησε μια μικρή αναστάτωση! Γρήγορα ξεπεράστηκε.

Όλοι μαζί συντονισμένοι απογειώνουν την ευχαρίστηση τραγουδώντας το ρεφρέν:

"Στέλιο μου τα τραγούδια σου, απ' την κασέτα ρίχ τα..."

odis5Παραδίπλα, σε μια γωνιά του καπηλειού, στριμωγμένη, αν και υπάρχει άπλετος χώρος, κάθεται μια άλλη παρέα. Σαν να μην την χωράει το μαγαζί. Κι ας είναι εκεί μόνο αυτοί κι οι άλλοι. Αν είσαι παρατηρητικός , μόνο παρέα δεν την λες.

Κανείς δεν τους δίνει σημασία απ' τους απέναντι. Σαν να μην υπάρχουν!

Ζουν στον δικό τους κόσμο!

Εντυπωσιακό χαρακτηριστικό ότι δεν μιλάνε μεταξύ τους!  Τρία άτομα είναι. Όλοι άντρες. Φαίνονται απόκληροι. Ο ένας με απλανές βλέμμα κοιτάει το μισοάδειο από ρετσίνα ποτήρι του. Ο άλλος χαζεύει τον απέναντι βρώμικο τοίχο. Δεν φαίνεται να τον ενοχλεί καθόλου. Σαν να σιγοψιθυρίζει: "Με κάτι ρέστους θα την βγάλω ως την αυγή..." Ο τρίτος πιάνει το ρεφρέν από κει που το 'χαν αφησει οι απέναντι, οι μες την καλή χαρά: "...για μας που πρόδωσε η ζωή, δεν ξημερώνει Κυριακή, δεν τελειώνει η νύχτα."

Τρία άτομα που δεν ξέρουν τίποτα για το τραγούδι. Ούτε ποιανού είναι, ούτε ποιος έγραψε τους στίχους, ούτε ποια το λέει! Κι όμως το τραγουδάνε! 'Άλλοτε ο καθένας μοναχός του: "...γιατί όποιος χάνει στη ζωή μπορεί να νοιώσει" και άλλοτε χορωδιακά: "...τσιγάρο κι έσβησε στα χείλη το Σαββάτο."

Προσπαθούν να ταράξουν το τέλμα. Μάταια! Δεν είναι άγνωστοι στο μαγαζί. Κάθε βράδυ είναι εκεί. Τακτικοί θαμώνες! Κάποιο τέρας τους έχει καταπιεί. Φαντάζουν αφημένοι στη μοίρα τους. Δεν μπορούν να ανασάνουν.

Όλοι με σκυμμένα κεφάλια. "...Κι εμείς ακόμα στο ποτήρι μας σκυφτοί..." Μάταια προσπάθεια άμα θες να δεις τα μάτια τους. Ακίνητοι σαν ζαβλακωμένοι.  Αν προσπαθήσεις να καταλάβεις τι μπορεί να σκέφτονται σε βοηθάει το τραγούδι: "...λες και δεν πάει η ζωή μας παρακάτω."

Λίγο να σηκώσουν τα κεφάλια τους θα καταλάβεις πως ότι λέει το τραγούδι, το λέει μόνο γι' αυτούς. Ότι δεν αφορά κανέναν άλλον εκεί μέσα. Εύκολα αντιλαμβάνεσαι ότι δεν χρειαζόταν κανένας Πυθαγόρας να βάλει λόγια στο τραγούδι τους. Αυτοί είναι οι στιχουργοί του τραγουδιού και άδικα τσαντίστηκε ο Λευτέρης. Άδικα! Αν ντε και καλά έπρεπε να τσαντιστεί, ας τσαντίζονταν με το: "Τι να πω;"

Η κάθε πενιά, η κάθε στροφή, η κάθε αρμονία, αν είχαν λόγο, αυτά τα στιχάκια θα εξέφραζαν. Σαν παρηγοριά σε κάθε αδικημένο.

Μόνο που αντί για βάλσαμο, το άσμα κατατρώει τις σάρκες τους. Κάποιες απόπειρες να σηκωθούν και να χορέψουν τούτο το απίθανο ζεϊμπέκικο πάνε στράφι. Η πεμπτουσία του ζεϊμπέκικου, κάθε ζεϊμπέκικου, είναι πως σε βοηθάει, φτιάχνοντας σε, να απογειωθείς, να πετάξεις. Μα εδώ είναι όλα σκοτάδι! Κάθε προσπάθεια που κάνουν για να υψωθούν, χορεύοντας, τους βυθίζει όλο και περισσότερο.

"Για μας που πρόδωσε η ζωή..."

Έξω από το καπηλειό το μεγάφωνο του DATSUN παίζει στη διαπασών, ένα απίστευτο τραγούδι. Ένα τραγούδι που κάνει τον πλανόδιο μανάβη, σπάνιο πράγμα, να περιμένει να τελειώσει, για να διαλαλήσει την πραμάτεια του .Ένα τραγούδι που έχει πολλούς αποδέκτες. Τι πολλούς όλους!  Όποιος πάει να το οικειοποιηθεί την έχει πατήσει. Όποια προσπάθεια πάει να γίνει για να το στερήσει κάποιος από κάποιον άλλον, θα φάει τα μούτρα του.

Αλλά μόνο έξω από το καπηλειό!

Στους δρόμους , στις πλατείες, στις αγορές, στα πανηγύρια.

Εκεί μες στο καπηλειό, άλλοι είναι οι δικαιούχοι.

Το γράφει στο βλέμμα τους, το ξερνούν τα σωθικά τους, μια σιγουριά πως δεν υπάρχει ξημέρωμα γι' αυτούς, τους καταπίνει. Μέσα απ' το τραγούδι αναζητάνε την υπέρβαση.

" Σε πέντε ώρες ξημερώνει Κυριακή"

Αυτή την Κυριακή περιμένουν. Να χαράξει και γι' αυτούς και να ταράξει τα βαλτωμένα νερά.

Τους την δίνει, πάντα σιωπηλά, όταν το δικό τους  τραγούδι, το καταδικό τους, το καπηλεύονται για πλάκα όλοι οι "τακτοποιημένοι".

Υ.Γ. Τι δεν είπε η καλοβαλμένη κυρία για την συγκεκριμένη ιστορία με τα "Τραγούδια της Χαρούλας":

Ότι στην επιμονή του Μάνου προς τον Λευτέρη Παπαδόπουλο να συμπληρώσει με 3-4 τραγούδια για την ολοκλήρωση του δίσκου, του απάντησε: "Δεν γίνεται Μάνο μου." Και καπάκι του αντέτεινε: "Γιατί δεν πας στον Πυθαγόρα που ψοφάει τόσο καιρό να συνεργαστείτε" Όπως και τελικά έγινε. Ακόμα παραδέχθηκε πως πικράθηκε και απέφυγε τον Μάνο Λοΐζο για αρκετό καιρό. Ωστόσο αναγνώρισε ότι ο συγκεκριμένος δίσκος χάλασε κόσμο. Και επειδή το αίμα νερό δεν γίνεται ξανασυναντήθηκαν πάλι και πάλι.

Σε πέντε ώρες ξημερώνει Κυριακή   από το δίσκο "Τα τραγούδια της Χαρούλας"(1979)

odis6Ο στιχουργός Πυθαγόρας Παπασταματίου ( Αγρίνιο, 1930- Αθήνα, 1979), γνωστός στο χώρο του τεαγουδιού με το μικρό του όνομα. Υπήρξε στιχουργός, ηθοποιός και σεναριογράφος. Οι γονείς του κατάγονταν από τη Σάμο. Η μητέρα του ήταν δασκάλα και ο πατέρας του καπνοτεχνίτης- δημιουργός χαρμανιών. Είχαν γνωριστεί στη Σμύρνη , όπου η μητέρα του υπηρετούσε ως δασκάλα  και ο πατέρας του ήταν έφεδρος αξιωματικός. Η Μικρασιατική καταστροφή  σημάδεψε την οικογενειακή τους ζωή και επηρέασε αργότερα και το έργο του ως στιχουργού (Μικρά Ασία, 1972). 

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής , οι γονείς του και οι αδελφές του είχαν καταφύγει στον ορεινό Βάλτο , ο αδελφός του ήταν αντάρτης του ΕΛΑΣ , ενώ ο ίδιος φιλοξενούνταν από συγγενείς σε χωριό της Μακρυνείας. Σε ηλικία 14 ετών, τον Μάρτιο του 1944  κατατάχτηκε και αυτός στην ΕΠΟΝ. 

Μετά το Γυμνάσιο, το 1949 , έφυγε για την Αθήνα . Φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών , με δάσκαλο το Δημήτρη Ροντήρη. Από τη Σχολή αποφοίτησε με άριστα, αλλά δεν ήταν αυτό ακριβώς που ζητούσε.Το 1954 κυκλοφόρησε το πρώτο του τραγούδι "Ξαναβλέπω το μικρό αμαξάκι" σε μουσική του Νίκυ Γιάκοβλεφ και ερμηνευόμενο από την Μαίρη Λω. Ορόσημο στην πορεία του Πυθαγόρα θεωρείται το τραγούδι "Κάθε λιμάνι και καημός". σε μουσική του Γιώργου Κατσαρού. Εκτός από το Γιώργο Κατσαρό συνεργάστηκε και με άλλους συνθέτες ανάμεσα στους οποίους είναι ο Βασίλης Βασιλειάδης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Χρήστος Νικολόπουλος,  ο Γιάννης Σπανός και ο Μάνος Λοΐζος.

Τελευταία τροποποίηση στις Τετάρτη, 27 Ιουλίου 2022 18:34
Οδυσσέας

Οδυσσέας

Τελευταία άρθρα από τον/την Οδυσσέας

Προσθήκη νέου σχολίου

Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση