
Διηγήματα (189)
Ο νεαρός φωτογράφος Κωστής Κωνσταντίνου πηγαίνει σήμερα, πρωί πρωί, να φωτογραφίσει το φράγμα της Θέρμης- μια παραγγελία για το περιοδικό Επιλογές της Μακεδονίας. Το φράγμα είναι μία μεγάλη, πολύ όμορφη τεχνητή λίμνη με νερό που κατεβαίνει από τον ποταμό Ανθεμούντα, με ψάρια, νεροχελώνες, χήνες και χιλιάδες άλλα πουλιά. Από τις υπερυψωμένες όχθες της φυτρώνουν άπειρα δένδρα, κυρίως πεύκα, που σκαρφαλώνουν και χάνονται στα γύρω βουνά.
Το φως σήμερα είναι αρκετά καλό, αν και στον ουρανό περιπολούν άπλυτα σύννεφα.
«Ο καύσων αυτός χρειάζεται»: η ελληνική λογοτεχνία στην κάψα του καλοκαιριού
Επιλέγων ή Συντάκτης Μανώλης ΡοσμαράκηςΟ Χρήστος Χωμενίδης ανθολογεί για τη LIFO κείμενα από την ελληνική λογοτεχνία.
Επιχειρώντας ένα πρόχειρο και συνειρμικό απάνθισμα (μόνο από έργα πεθαμένων ποιητών και πεζογράφων, αφού από τους ζωντανούς ακόμα περιμένω τα καλύτερα), διαπιστώνω ότι οι βαθύτερα χαραγμένες μέσα μου σκηνές που έχουν γραφτεί στα ελληνικά διαδραματίζονται καλοκαίρι. Από το γύρο του θριάμβου του Αχιλλέα έξω από τα τείχη της Τροίας -δεμένος πίσω από το άρμα του ο νεκρός Έκτορας σέρνεται πάνω στις πυρωμένες πέτρες- μέχρι το μνημειώδες ποίημα του Αρχίλοχου, με το οποίο για πρώτη φορά υμνείται ο άνθρωπος όχι ως εξάρτημα πατρίδας ή στρατού αλλά ως αυταξία:
Στο τραπέζι μιας ταβέρνας στο Κάρσο της Τεργέστης, οι φίλοι που είχαν έρθει για να δροσιστούν λιγάκι παρατηρούν με ειρωνεία ένα ζευγάρι σε ένα τραπέζι, που είναι μάλλον αντρόγυνο. Καθισμένοι ο ένας ενώπιον του άλλου και ενώπιον του ποτηριού τους, δεν ανταλλάσουν ούτε μία λέξη, ο καθένας παλεύει με το δικό του i Phone ή με κάποιο άλλο παρόμοιο μαραφέτι. Κάθε τόσο μιλάνε, όχι μεταξύ τους αλλά με αόρατους συνομιλητές, εν γένει όμως είναι σιωπηλοί, απορροφημένοι στον εαυτό τους και στις συσκευές τους. ριν από μερικά χρόνια θα είχαν πιθανόν παρεμβάλει μεταξύ τους μία εφημερίδα, ένα παραπέτασμα σχεδόν σιδηρούν, που τώρα έχει αντικατασταθεί από νέους μονωτικούς και πιο εξηζητημένους τοίχους.
Το γερασμένο αγόρι, του Thanasis Panou, στο fb
Επιλέγουσα ή Συντάκτρια Ελένη Ε. Νανοπούλου
Γιοβάν (Πέντε μάγκες του Περαία) - διήγημα
Επιλέγουσα ή Συντάκτρια Ελένη Ε. ΝανοπούλουΈνα διήγημα της Διώνη Δημητριάδου στη μνήμη κάποιου που τόσο μοναδικά κάποτε χόρεψε αυτό το τραγούδι του Γιάννη ΕΊτζιρίδη (Γιοβάν Τσαούς). Πέντε μάγκες στον Περαία (1935), στίχοι Αικατερίνη Χαμουρτζή.
Ιστορίες του Πειραιά ( ή στερητικό σύνδρομο), του Στράτου Μάκρα στο fb
Επιλέγων ή Συντάκτης Λάκης Ιγνατιάδης
Το καλοκαίρι εξάπτει τα πάθη. Η πανσέληνος το ίδιο. Ο συνδυασμός αυτών των δυο "σκοτώνει" . Ένα μικρό ερέθισμα φτάνει. Σκέψου να δεις και την πηγή του πόθου σου, εδώ μπρος στα μάτια σου. Ολοζώντανη. Σε μια εφηβεία που τα είδωλα πάνε κι έρχονται. Είδωλα που πηγάζουν και εκπορεύονται από ένα λίκνισμα, ένα χαμόγελο, ένα απόμακρο χάδι, ας μη πάμε σε πιο χοτ καταστάσεις. Σε μια εφηβεία που, οτιδήποτε εξιτάρει τις αισθήσεις σου μένει για πάντα στη μνήμη σου. Όσα χρόνια κι αν περάσουν. Και να ξέρεις, τα είδωλα δε γερνάνε ποτέ. Εσύ μεγαλώνεις τα είδωλα όχι.
Στις αποβάθρες ή προσπαθεί να κοιτάζει αλλού, στο κενό
Επιλέγων ή Συντάκτης Λάκης ΙγνατιάδηςΕνα ΒΡΑΔΥ του ΔΕΚΕΜΒΡΗ. Χιόνια και κακοκαιρία παρέλυσαν αεροδρόμια, σιδηροδρομικούς σταθμούς και αυτοκινητόδρομους, προκαλώντας τεράστιες και ενοχλητικές καθυστερήσεις. Στον μεγάλο σιδηροδρομικό σταθμό του Μιλάνου ένα Eurostar είναι έτοιμο αν αναχωρήσει, αλλά το πολιόρκησαν επιβάτες που τους κατέβασαν από άλλες μπλοκαρισμένες αμαξοστοιχίες, και, σε κατάσταση σύγχυσης από τις χαμένες ανταποκρίσεις, κατακλύζουν τώρα, στοιβαγμένοι και όρθιοι, το τρένο που προοριζόταν για ταξιδιώτες για ταξιδιώτες με εισιτήριο και κανονική κράτηση, οι οποίοι κάθονται, ανυπόμονοι, στις θέσεις τους.
Συνταξιούχοι στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, του Βαγγέλης Σιαφάκα στο fb
Επιλέγων ή Συντάκτης Λάκης Ιγνατιάδης
Μου λένε, της Ελένης Νανοπούλου
Επιλέγων ή Συντάκτης Λάκης Ιγνατιάδηςμου λένε στο αυτί ψιθυριστά τη νύχτα στον ύπνο μου, ότι
βαρέθηκαν να ακούν τόσα χαμένα λόγια-λόγια του αέρα, φθόγγους τυραννικούς, συλλαβές ασύλληπτες, λέξεις ξύλινες, φράσεις πριόνια, προτάσεις ποτάμια ρηχά,
μου ξαναλένε, ότι
έτσι άρχισαν οι λωβοί τους να μακραίνουν από ανία, να ακολουθούν τα ενώτια κατά μήκος, τα εύθαυστα πτερύγια να κινδυνεύουν στη βορά του ανέμου, οι ρηχές κοιλάδες να βαθαίνουν από λύπη,