Κινηματογράφος (124)
«Στην αυλή του σχολείου», ένας κόσμος χωρίς καταφύγια
Επιλέγουσα ή Συντάκτρια Ράνια ΡοκιάΜαρία Κατσουνάκη. Δεν μας αποκαλύπτει πράγματα για τα οποία ήμασταν ανυποψίαστοι. Το εκτεταμένο μπούλινγκ στα σχολεία, στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αποτελεί σχεδόν κανόνα, κάποιες φορές, μάλιστα, με μοιραίο τέλος για το θύμα. Eφηβοι που αυτοκτονούν. Oμως, αυτό που κατορθώνει η Βελγίδα Λορά Βαντέλ, στη μόλις 72 λεπτών ταινία της, «Στην αυλή του σχολείου» (προβάλλεται στις αίθουσες), είναι να μεταφέρει χωρίς πλεονασμούς τη σκληρότητα του περιβάλλοντος και τις ποικίλες παρενέργειες. Πρωταγωνίστρια η 7χρονη Νορά (έχει εγκωμιαστεί, διεθνώς, η ερμηνεία της μικρής Μάγια Βάντερμπεκ), την οποία η κάμερα παρακολουθεί –διαρκώς από το ύψος της– να δυσκολεύεται να αφήσει το χέρι του πατέρα της για να περάσει στη σχολική επικράτεια.
Ο σκηνοθέτης Ζαν Λυκ Γκοντάρ, που πέθανε στα 92του, με έφτιαχνε από τότε που άρχισα να πηγαίνω μόνος μου σε σινεμά εκτός Δραπετσώνας
Επιλέγων ή Συντάκτης Λάκης ΙγνατιάδηςΔεν είναι το ίδιο οι ταινίες που μου άρεσαν πολύ, όπως η Ευδοκία, Ο πολίτης Κέην, Μπλέιντ Ράνερ, Τα φτερά του έρωτα, Τσαϊνατάουν, Ένας χωρισμός, Ο δραπέτης, του Αβραάμ Πολόνσκι, Μάτια ερμητικά κλειστά, Μανχάταν, Οι δυο ληστές, Άγρια συμμορία, Οι ζωές των άλλων, Ο Νονός ΙΙ και η Αποκάλυψη τώρα και άλλες πολλές και οι σκηνοθέτες που μου άρεσαν πολύ για το ξεχωριστό στίγμα τους παρόλο που είχαν γυρίσει και μέτριες ταινίες, όπως π.χ ο Μπονιουέλ, ο Χίτσκοκ, ο Κασσαβέτης, ο Ριβέτ και ο Τρυφώ, ο Τζιμ Τζάρμους, οι όψιμοι Αντονιόνι και Φελίνι, ο Γούντι Άλεν, ο Ταρκόφσκι και ο Ιοησιλιάνι και προπάντων ο Γκοντάρ. Ο Γκοντάρ μου άρεσε τόσο ώστε κάποιος που θα είχε σχηματίσει μια ιδέα για μένα θα μπορούσε να πει ότι "καλέ αυτός είναι ένας τύπος που, άκουσον άκουσον, τον έφτιαχνε ο Γκοντάρ" κι αυτό από μόνο του αποτελεί κάτι ανάμεσα σε εύσημο και σε κράξιμο, μιας και σε πολύ λίγους άρεσε.
Το παράδοξο με τις ταινίες του Γκοντάρ είναι πως όλες οι ταινίες του στην καλύτερη περίπτωση αφήναν κάτι χαραμάδες ίσα ίσα για να βρέχω τα πόδια μου στις ακτές τους αλλά μετά τις ένιωθα ξαφνικά να δουλεύουν σαν τρελές μέσα μου προκαλώντας κάθε είδους συνειρμούς ακόμα και συναισθηματικούς και που ένας μάγος τους διεύθυνε ερήμην μου προκαλώντας ποικίλες συνθέσεις. Μία απ'αυτές ήταν να αρχίσω να γυρίζω κι εγώ ταινίες,
30 καλοκαίρια σε ελληνικές ταινίες που κάνουν τη διαφορά
Επιλέγων ή Συντάκτης Τρύφων ΜπεκετιάδηςΑπό το «τράβα μαλλί» πάνω από τις αμμουδιές της Λήμνου και τα Μάταλα της Βλαχοπούλου, ως τη Σίφνο της Νήσου και την Αντίπαρο του Suntan, το ελληνικό καλοκαίρι βρήκε στις ταινίες αυτό ακριβώς που του άξιζε. Γράφει ο Δημήτρης Πάντσος.
Φως, κολύμπι, θάλασσα, γλέντι, ο έρωτας που ξέρει πώς να καψαλίζεται στην άμμο αλλά και μοναξιά, νύχτα, άδεια πόλη κι ο έρωτας που ξέρει πως να ξενυχτάει και μετά να φεύγει σκυθρωπός.
Το ελληνικό καλοκαίρι, πολύτιμο, ελεύθερο, επικοινωνιακό, καυτό, ζουμερό, αγαπησιάρικο, τζαναμπέτικο, γκρινιάρικο, σοβαρό και ελαφρά λικνιζόμενο έχει τρυπώσει στις ταινίες του εγχώριου σινεμά, από τις μέρες της Φίνος Φιλμ ως τα απόμερα του Greek weird wave, με όλους τους τρόπους, ακόμη κι αυτούς που δεν φαντάζεσαι. Διαλέξαμε τους τριάντα πιο χαρακτηριστικούς.
Τρεις σύγχρονες ασπρόμαυρες που ένιωσα ότι με χρωμάτισαν μέσα κι έξω
Επιλέγων ή Συντάκτης Λάκης ΙγνατιάδηςΔιευκρίνηση. Το ότι εμένα με χρωμάτισαν αυτές οι τρεις ταινίες δε σημαίνει απαραίτητα ότι θα χρωματίσουν κι όλους εκείνους που θα τις δουν. Ακόμα κι αν το θέμα αυτό καθ'εαυτό ενδιαφέρει τον θεατή όπως και ο τρόπος που το παρουσιάζουν σκηνοθέτης και σεναριογράφος είναι κοντά στα αισθητικά πρότυπά του, ακόμα και τότε δεν είναι σίγουρο ότι θα τον αγγίξει το έργο. Κι αυτό γιατί τα ασύνειδα γούστα του καθενός, γούστα της παιδείας του και της παραπαιδείας της εποχής του, αυτά που δύσκολα εκφράζονται με λέξεις, πιστεύω ότι είναι ίσως ο πιο αποφασιστικός παράγοντας. Γούστα που μέρος τους μόνο είναι και οι κατακτήσεις που έχει κάνει ο καθένας μας. Προσωπικά, έχω κατασταλάξει μέσα απ' αυτά που ζω κι αυτά που θα'θελα και μετά από χρόνων αμφιταλαντεύσεις, ότι κάθε φορά που νιώθω ότι η φόρμα και η λειτουργικότητα ενός έργου δένουν αρμονικά και ότι ο τρόπος παρουσίασης του θέματος γίνεται μέσα μου ένα με το θέμα, τότε το έργο αυτό λιώνει πάγους της ψυχής μου και το φχαριστιέμαι. Σπανίως μου συμβαίνει, πάντα όμως είναι υπέροχη η αίσθηση αυτή, όπως περίπου ένα νηφάλιο μεθύσι με φίλους.
Πέθανε ο σπουδαίος Γάλλος ηθοποιός Ζαν Λουί Τρεντινιάν σε ηλικία 91 ετών
Επιλέγων ή Συντάκτης Λάκης ΙγνατιάδηςΣε όλες τις ταινίες που τον έχω δει πάντα ήταν ένα συν ακόμα κι αν αυτές ήταν μέτριες. Με ένα αξιοθαύμαστο αυτοέλεγχο και με μια δουλεμένη εσωστρέφεια κατάφερνε να μεταδίδει σκέψεις και συναισθήματα αναδεικνύοντας με σαφήνεια τον ψυχισμό των όχι και τόσο συνηθισμένων χαρακτήρων που ερμήνευσε δίχως να καταφεύγει σε κοινότοπες υπερβολές.
Στην Ελλάδα έγινε ιδαίτερα γνωστός όταν έπαιξε στην ταινία του Κώστα Γαβρά "Ζ" (1969). Ο κεντρικός χαρακτήρας σ'αυτή την ταινία, ο δικαστής (Xρήστος Σαρτζετάκης) που τον ενσάρκωσε ο Ζαν-Λουί Τρεντινιάν, προσπαθεί να αποκαλύψει την αλήθεια σχετικά με την δολοφονία ενός εξέχοντος πολιτικού της αριστεράς, που τον ενσάρκωσε ο Ιβ Μοντάν, ενώ οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι και ο στρατός προσπαθούν να καλύψουν την συμμετοχή τους. Η ταινία αποτελεί μια προσαρμογή των γεγονότων τα οποία ακολούθησαν την δολοφονία του πολιτικού Γρηγόρη Λαμπράκη το 1963. Η ταινία είχε μεγάλη απήχηση στο κοινό επειδή, την εποχή της κυκλοφορίας της, η Ελλάδα βρισκόταν επί δυο χρόνια υπό στρατιωτική δικτατορία. Το «Z» κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, ενώ ο Τρεντινιάν τιμήθηκε με το βραβείο ανδρικής ερμηνείας το 1968 στο Φεστιβάλ των Καννών για την ταινία «Z».
Τα 13α βραβεία ΙΡΙΣ 2022, της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου
Επιλέγων ή Συντάκτης Μανώλης ΡοσμαράκηςΗ 13η απονομή των βραβείων Ιρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου μόλις ολοκληρώθηκε. Τα βραβεία μαγνήτισε η ταινία του Γιώργου Γούση, συγκεντρώνοντας 5 Ιρις, ανάμεσα στα οποία και αυτό της Καλύτερης Ταινίας.
Με οικοδεσπότες την Ηρώ Μπέζου και τον Γιάννη Παπαδόπουλο και μουσική υπόκρουση από τα 60s, η 13η απονομή των Βραβείων Ιρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου ανέδειξε μεγάλο νικητή τους πρωτοεμφανιζόμενους σκηνοθέτες, με τα «Μαγνητικά Πεδία» του Γιώργου Γούση να φεύγουν με 5 συνολικά βραβεία, ανάμεσα στα οποία και αυτό της Καλύτερης Ταινίας Μεγάλου Μήκους Μυθοπλασίας.
Πυροβολεί τους βίαιους, ατάλαντους και κακούς ο Γκοντάρ, που είναι όλοι νυν και αεί
Επιλέγων ή Συντάκτης Λάκης ΙγνατιάδηςΤα χρόνια που ας πούμε άνθιζα, μία τέχνη που με σκάλιζε, με κλάδευε με πότιζε και μου άρεσε ήταν ο κινηματογράφος. Ήταν τα χρόνια όπου μερικές φορές ανέβαινα στην Αθήνα μονάχος για να δω κάποιες λοξές ταινίες που με εξίταραν. Θυμάμαι επίσης ότι από μικρός αντέγραφα πολλούς ήρωες ταινιών και αργότερα συναντήθηκα με ταινίες που συνδυαστικά ανέβαζαν με ένα μυστήριο τρόπο τη διάθεση μου και έφτιαχναν καρέ καρέ το είναι μου. Εκείνα τα ωραία χρόνια υπήρξαν στην αρχή πέντε σκηνοθέτες - Λουίς Μπονιουέλ, Όρσον Γουέλς, Άλφρεντ Χίτσκοκ, Γούντι Άλλεν και Ζακ Λυκ Γκοντάρ - που ήταν οι αγαπημένοι μου, δηλαδή τους θαύμαζα για τις φωτιές που άναβαν μέσα κι έξω από τις ταινίες τους. Από αυτούς ζουν ακόμα οι δυο τελευταίοι.
Το 1960 ο τριαντάρης Ζαν Λυκ Γκοντάρ, κριτικός μέχρι τότε στο περιοδικό Καγιέ ντε Σινεμά, γύρισε την πρώτη του ταινία με τίτλο "Με κομμένη την ανάσα". Μια ταινία που υπήρξε το εναρκτήριο λάκτισμα της νουβέλ βαγκ, που από τους περισσότερους ειδικούς θεωρείται το πιο σημαντικό κινηματογραφικό κίνημα στην ιστορία του σινεμά. Αυτής της ομάδας πολλοί έχουν πει, μιλώντας βεβαίως κάπως σχηματικά, ότι ο Γκοντάρ υπήρξε το μυαλό της ενώ ο Φρανσουά Τρυφώ (Παρίσι, 1932-1984) η καρδιά της. Ο Γκοντάρ στα 88 του γύρισε την τελευταία του ταινία "Το βιβλίο των εικόνων" που κέρδισε τον πρώτο ειδικό Χρυσό Φοίνικα και που όπως είπαν πολλοί πρόκειται για ένα υβριδικό φιλμ κατάλληλο για μουσεία, γκαλερί και σχολές κιν/γράφου. Πρόσφατα έκανε κάποιες δηλώσεις με αφορμή το 75ο Φεστιβάλ των Κανών που τελειώνει σε δυο μέρες.
Η πρώτη "Δίκη" του Φραντς Κάφκα, η δεύτερη του Όρσον Γουέλς και το Adagio in G minor του Αλμπινόνι
Επιλέγων ή Συντάκτης Λάκης ΙγνατιάδηςΜ.Παρασκευή στις 11 το βράδυ ευτυχώς δεν βάραιναν τα βλέφαρά μου και ξαναείδα στην ΕΡΤ 3 τη "Δίκη" (1962) του Όρσον Ουέλς, βασισμένη στο μυθιστόρημα του εβραϊκής καταγωγής Φράντς Κάφκα (Πράγα, 1883- 1924). Το μυθιστόρημα αυτό το είχα διαβάσει στα νεανικά μου χρόνια, αποφάσισα όμως τώρα να το ξαναδιαβάσω. Ο Κάφκα με τον στεγνό ποιητικό τρόπο της καλπάζουσας φαντασίας του άπλωσε στη "Δίκη" του αυτό που θεώρησε σημαντικό στον κόσμο που ζούσε, ότι δηλαδή ο κάθε άνθρωπος είναι υποψήφιος για να ενοχοποιηθεί κάτι που προκύπτει από τη σχέση του με τα γραφειοκρατικά καθεστώτα της εποχής του που θέριευαν διαρκώς, κάτι που το ευνοούσε το πολιτισμικό του υπόβαθρο.
Ένα ενδιαφέρον στοιχείο σχετικά με τα μυθιστορήματα του Κάφκα είναι πως στη διαθήκη του ανέθεσε στον επιστήθιο φίλο του Μαξ Μπροντ να κάψει όλα τα έργα του. Αυτός όμως αγνόησε την επιθυμία του φίλου του και ξεκίνησε να εκδίδει έργα του, όπως Η δίκη, Ο πύργος, Η Αμερική, τα αριστουργήματά του δηλαδή, όλα έργα ημιτελή.
Ένα ντοκιμαντέρ για τους ελληνικούς αρχαιολογικούς θησαυρούς του εξωτερικού, από τη Μ.Δευτέρα στο Κανάλι της Βουλής
Επιλέγων ή Συντάκτης Φώτης ΝυχτολέαςΒασιλική Γερονίκου. Από το Λούβρο μέχρι το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, η σειρά ντοκιμαντέρ «Εξόριστη Ελληνική Τέχνη» στο κανάλι της Βουλής μάς ξεναγεί στα σημαντικότερα ελληνικά εκθέματα ανά τον κόσμο.
Ξεναγήσεις στους ελληνικούς αρχαιολογικούς θησαυρούς που φιλοξενούνται στα μεγαλύτερα μουσεία της Ευρώπης, της Αμερικής, της Μεγάλης Ελλάδας και της Μικράς Ασίας παρουσιάζει η νέα σειρά ντοκιμαντέρ "Η Εξόριστη Ελληνική Τέχνη" που κάνει πρεμιέρα τη Μ. Δευτέρα 18/4 στις 15:00 στο Κανάλι της Βουλής.
Από 31 Μαρτίου στον ιστορικό κινηματογράφο Studio η ταινία ΤΑ ΡΟΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΓΚΟΡΝΟ-ΚΑΡΑΜΠΑΧ του Κερατσινιώτη Θωμά Σίδερη
Επιλέγων ή Συντάκτης Λάκης ΙγνατιάδηςΤΑ ΡΟΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΓΚΟΡΝΟ-ΚΑΡΑΜΠΑΧ
- Επίσημη συμμετοχή στο 24ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (ενότητα «Ανοιχτοί Ορίζοντες»)
- Φιναλίστ στο International Catholic Film Festival, στη Ρώμη
Μία κινηματογραφική καταγραφή του ξεριζωμού και της περιπλάνησης των κατοίκων του Ναγκόρνο Καραμπάχ, που μετρούν χιλιάδες νεκρούς τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες και της μετακίνησής τους σε γκρίζα και βροχερά τοπία όπου κανένας δεν γνωρίζει τι είναι δικό του, πού βρίσκονται τα σύνορα και ποια είναι εν τέλει η πατρίδα του.