«Και, βέβαια, η περιέργειά μου», λέει ο κύριος Γκρι, «αν ο Γιάννης ο φονιάς υπήρξε ποτέ». Με αφορμή την ωραία συνέντευξη στη σημερινή σελίδα 4, λοιπόν, βάλθηκε να κάνει μιαν υποτυπώδη έρευνα. Ετσι ανακάλυψε, στον ιστότοπο ilialive.gr, ότι ο παραγωγός της ΕΡΑ Γιώργος Μητρόπουλος διηγήθηκε στον Γκάτσο το φθινόπωρο του 1974, στον Φλόκα της Πανεπιστημίου (όπου εργάσθηκε για ένα διάστημα όταν φοιτούσε στη Νομική), ένα έγκλημα τιμής που συνέβη το 1960 στο χωριό του στην Ηλεία.
Τον αληθινό φονιά δεν τον έλεγαν Γιάννη, αλλά δεν έχει σημασία. Ο «Γιάννης», λοιπόν, είχε με τη γυναίκα του έξι αγόρια και μία κόρη, το Φροσί. Ο «Γιάννης» έπαιζε βιολί σε πανηγύρια, όταν ανακάλυψε πως ο κολλητός του βιολιστής διατηρούσε σχέση με τη γυναίκα του.
Ο «Γιάννης» σκοτώνει τη γυναίκα του, μα αθωώνεται λόγω «βρασμού ψυχής». Οπως διηγείται ο Γιώργος Μητρόπουλος, «ο “Γιάννης” ήταν ο μικρός αδελφός του παππού μου και μετά την αθώωση τον υποδέχτηκαν στη σάλα του πατρικού μου μαζί με τα παιδιά του όλοι οι συγγενείς· ήρθε και το 16χρονο Φροσί από την Αθήνα και την ίδια μέρα έφυγε ξανά για την Αθήνα όπου εργαζόταν». Το Φροσί, μην αντέχοντας τον χαμό της μάνας του, αυτοκτόνησε στα 18 του. Έκτοτε,ο παππούς Γιάννης καθόταν στην αυλή,με το βλέμμα απλανές προς το δάσος.
Ο Γ. Μητρόπουλος σχολιάζει πως για τους Πελοποννήσιους η σάλα του σπιτιού είναι ο ανοιχτός χώρος κάθε οικογένειας· εκεί η κοινότητα μοιράζεται τις χαρές και τις λύπες της. «Ο Γκάτσος γνωρίζει αυτή τη διάσταση της σάλας από τα γεννοφάσκια του. Στην αποστροφή του λόγου του “μονάχα το Φροσί, με δάκρυ θαλασσί στα μάτια τα μεγάλα του φίλησε βουβά τα χέρια τ’ ακριβά και βγήκε από τη σάλα” δεν υπάρχει άλλη ερμηνεία: όποιος “βγαίνει” από τη σάλα αφήνει διά παντός πίσω του τον κόσμο – και η λογική συνέπεια “κι ο Γιάννης ο φονιάς στην άκρη της γωνιάς με του καημού τ’ αγκάθι, θυμήθηκε ξανά φεγγάρια μακρινά και τ’ όνειρο που εχάθη”».
Πηγή: kathimerini.gr
Σ.Δ: Το τραγούδι αυτό παίζει πάντοτε μέσα μου μαζί με το εξαιρετικό " Αθανασία " εκείνου του ομότιτλου άλμπουμ του 1976, όπου και τα 12 τραγούδια του ήταν και εξακολουθούν να είναι, τουλάχιστον για μένα, ένα κι ένα.
Ευτυχώς που αυτή την ιστορία του Γιάννη του φονιά, δεν την ήξερα πριν ν'ακούσω το τραγούδι. Ευτυχώς, διότι τότε θα την προσάρμοζα σ'αυτήν, ή με άλλα λόγια, θα περιόριζα ασυνείδητα, αυτήν την άπλα του τραγουδιού που οφείλεται στον Γκάτσο. Να σημειώσουμε πάντως αυτό που μας είχε πει κάποτε ο φίλος ο Στέφανος, όταν μας εξηγούσε γιατί προτιμά την σκέτη μουσική από το τραγούδι. Διότι οι στίχοι όσο ευρύχωροι κι αν είναι τελικά σε πάνε όπου θέλουν, έλεγε, ενώ η μουσική μόνη της χαρίζει μεγάλους βαθμούς ελευθερίας στην συναισθηματική φαντασία σου.
Η δύναμη του τραγουδιού αυτού οφείλεται κατά την γνώμη μου εξ ίσου στη μουσική του Χατζιδάκι και στους στίχους του Γκάτσου κι αυτό σπανίως συμβαίνει. Αυτό που έχω παρατηρήσει κι εγώ κι άλλοι φίλοι, όπως ας πούμε ο Φάνης μας, είναι ότι τα τραγούδια που μας αρέσουν πολύ τα περισσότερα μας εξάπτουν βασικά εξ αιτίας της μουσικής τους.
Να πούμε και κάτι για τον Μητσιά, που πάντα μας άρεσε αρκετά, ότι είναι ένας απ'αυτούς τους καλούς τραγουδιστές που σκάβουν το κάθε τραγούδι ψάχνοντας να βρουν για να εκφράσουν το πνεύμα του, εν αντιθέσει με άλλους τραγουδιστές όπως π.χ ο Καζαντζίδης, που το κάθε τραγούδι αποτελεί την πρώτη ύλη για να το αναπλάθουν με την θέρμη της ψυχής τους. Φυσικά κι εννοείται, ότι ο καθείς είναι καλός στο είδος τους. Π.χ, όσο και να βάλλει τα δυνατά του ο Μητσιάς είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι μπορεί να μας συγκινήσει τραγουδώντας το "Αχ ψεύτη κι άδικε ντουνιά" ή ο Καζαντζίδης να αγγίξει τα φυλλοκάρδια μας με το "Με την πρώτη σταγόνα της βροχής".
Στο αρθράκι αυτό πρόσθεσα κι άλλες δύο αξιοσημείωτες ερμηνείες, πέρα απ'αυτές που αναφέρει το άρθρο. Τη θεατράλε του Διονύση Σαββόπουλου που καταφέρνει να σε ανεβάσει μέσα στην σκηνή του συμβάντος και την ακριβοδίκαιη της απίστευτης Φλέρυς Νταντωνάκη.
Ένα άλλο εξαιρετικό τραγούδι για έναν φονιά που είχε γίνει πρωτοσέλιδο, είχει γράψει το 1979 ο Διονύσης Σαββόπουλος. Μόνο που ενώ στους Χατζιδάκι - Γκάτσο έφτασαν και περίσσεψαν τέσσερα λεπτά για να απλώσουν την μαγεία τους εξανθρωπίζοντας τον φονιά, ο Σαββόπουλος για το " Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον Νίκο " χρειάστηκε δεκατρισίμιση λεπτά.
Με τον Βασίλη Λέκκα Με τον Διονύση Σαββόπουλο Με την Φλέρυ Νταντωνάκη
Σχόλια
"Του φίλησε τα χέρια τ' ακριβά" σημαίνει ότι συμφώνησε μαζί του, συμφώνησε με τον φόνο. Και μάλιστα δάκρυσε, συγκινήθηκε.
Δηλαδή τί; Θεωρούσε την μάνα της προδότρα και "τσουλα"; Και μπράβο στον φονιά που την καθάρισε; Και μάλιστα "βγήκε από την σάλα" δηλαδή εντάξει, τελειώσαμε, μπορούμε να αποχωρήσουμε (ακόμη και με αυτοκτονία;).
Μόνο σε έγκλημα τιμής, σε βεντέτα παραπέμπει τι ποίημα. Πρόκειται για μια εκδίκηση για βιασμό η απόπειρα βιασμού, που ο Γιάννης καθάρισε (πληρώνοντας το τίμημα με την φυλακή και με τα όνειρά του). Μόνο έτσι ( ή κάπως έτσι) θα δικαιολογείτο το σκηνικό που στήνει το ποίημα. Μόνο με έγκλημα τιμής που θα αφορούσε το Φροσί. Όλα τα άλλα μου φαίνονται σαχλαμάρες.
Εξάλλου σημασία δεν έχουν τα πραγματικά γεγονότα που ενέπνευσαν το ποίημα αλλά αυτά που είχε στο μυαλό του ο ποιητής.
Για αυτό, όταν κάποιος έρχεται και μας λέει μια τέτοια "πραγματική" ιστορία, είναι σαν να ερμηνεύει αυτός αυθεντικά τον ποιητή πραγματοποιώντας ένα νέο έγκλημα που θέλει την δική του εκδίκηση.
Προσέξτε καλά!
Οδυσσέα, συμφωνείς;
Γιώργο καθόλου δεν συμφωνώ μαζί σου.
Από την μια ο Γκάτσος είναι ένας "παρατηρητής" της ανθρώπινης συμπεριφοράς κι όχι κριτής ούτε δημιουργός.
Από την άλλη, εσύ ζητάς μια λογική ακολουθία στις πράξεις των ανθρώπων κάτι που μάλλον δεν είναι εντελώς ανθρώπινο.
Οι "ήρωες" έχουν τις ανθρώπινες αντιφάσεις τους. Πράττουν έτσι ...γιατί έτσι!
Στην δική σου εξήγηση θα χρειαζόταν ο θεός της λογικής να γράψει το πεπρωμένο τους κι αυτοί να το ακολουθούν.
"Του φίλησε βουβά τα χέρια τ' ακριβά"
Αυτό το λες αν τα χέρια είναι ακριβά, αν έχουν κάνει ένα "δίκαιο" φόνο (π.χ ένα βιαστή, έναν αδικοπραγήσαντα κτλ). Τότε τα φιλάς από σεβασμό.
Όχι τα χέρια ενός φονιά που εκδικήθηκε την γυναίκα του γιατί τον απάτησε.
Και το Φροσί, που αυτοκτόνησε από τον χαμό της μάνας της, γιατί να του φιλήσει τα χέρια. Αν το επικροτούσε γιατί αυτοκτόνησε.
Άσε, η ιστορία μπαζει από παντού. Αν τα γεγονότα είναι κάπως έτσι, πρέπει κανείς να μας πει την οπτική γωνία του Γκάτσου που "είδε" άλλα πράγματα για να γράψει αυτόν τον στίχο.
-Έλα ρε ο Γιάννης ο φονιάς είμαι!
- Ποιός ο γιος της Πατρινιάς και του Μεσσολογγίτη;
-Ναι! Μου είπε. Μια κατάφαση που ακούστηκε σαν βρυχηθμός.
-Ε και;
-Τι ε,και βρε αρχίδι;
-Για την βιογραφία μου σε πήρα. Όπως τα λέει ο Γκάτσος με τον Χατζιδάκι γίνανε τα πράγματα. Δυνατή βιογραφία, παραδέξου το.
-Αλλά αυτόν τον ξενέρωτο τον Μητσιά τι τον θέλανε; Έμοιαζε μουδιασμένος αλλά συνέχισε. -Το τραγούδι είναι δυναμίτης αλλά η ερμηνεία το χαντακώνει. Μετά το πήρε κι ο άλλος, ο γυμναστής, ο Λέκκας και το 'κανε μουσείο. Του άλλαξε τα φώτα. Καλά που το 'πιασε στο στόμα της η Φλέρυ Νταντωνάκη και το ξέσκισε. Δωρική, λιτή ερμηνεία ανάλογη του ύφους που έδωσαν οι βιογράφοι. Γκέκε;
-Ναι Γιάννη μου του απάντησα θρασύδειλα.
-Αλλά να σου πω η ερμηνεία του Σαββοπ...
-Φλέρυ και πάλι Φλέρυ. Με διέκοψε. Όλα τ' άλλα είναι απλώς οδοντόκρεμες.
-Πες το και στο Λάκη. Και σταματήστε εκεί κάτω τις μαλακίες με τα έντεχνα και τους πειραματισμούς!
Ότι πεις Γιάννη μου πήγα να ψελλίσω, αλλά δεν πρόκαμα. Το του-του του τηλεφώνου έδειξε πως ο Γιάννης την είχε κάνει.
Το φεγγαράκι άρχισε να οδεύει προς την χάση του!
Την ξεχνάω αμέσως.
Προτιμώ το Φροσί και τον φονιά όπως τους γνώρισα από τον στίχο και την μουσική.
Τροφοδοσία RSS για τα σχόλια αυτού του άρθρου.