Και εγώ, όπως πολλοί άλλοι οδηγοί, με την προκατάληψη στο κόκκινο, να προλάβω να κλείσω το παράθυρο ή να κάνω ένα αρνητικό νεύμα ή να βάλω μπροστά τους υαλοκαθαριστήρες με σημασία.
Πάνω στην νησίδα περπατάει μία ευγενής γερόντισσα. Με έναν άλουστο αλλά περιποιημένο κότσο, με τρύπια γάντια στις άκρες των δαχτύλων που μόλις πρόβαλλαν από ένα υπερβολικά τριμμένο καμηλό παλτό, λεκιασμένο και "μπόλικο", αλλά με έναν πολύ σικάτο τεράστιο καλοκομμένο και καλοραμμένο γιακά που έμοιαζε σαν μικρή μπέρτα γύρω από τον λαιμό. Κάποτε αυτός ο γιακάς θα είχε από μέσα ένα μεταξωτό μαντήλι και πάνω του μιά όμορφη κοκέτικη καρφίτσα. Η γερόντισσα προσπέρασε το μπροστινό μου αυτοκίνητο και κατευθύνθηκε προς εμένα. Ήταν φανερό πως με είχε διαλέξει. Πρότεινε το χέρι της ανάσκελα χωρίς να πεί κουβέντα. Νομίζω πως ίσιωσε την πλάτη της γιά να μου θυμίσει να μη προσέχω την περιβολή της, αλλά να δω το αληθινό της στάτους. Ανασκάλεψα πρόχειρα τα ψιλά των διοδίων δίπλα στο τασάκι. Ήταν λίγα, δεν μου έκανε καρδιά να την ξεφορτωθώ με ένα εικοσάρικο. Έβγαλα το πορτοφόλι μου. Μέσα στην μία θήκη είχε κολλαριστά κατοστάρικα ελαφρά διπλωμένα από το κλείσιμο του πορτοφολιού. Η γερόντισσα κοιτούσε τα μάτια μου, όχι τα χέρια μου όταν της έδωσα το ένα. Αλλά δεν θα ξεχάσω ποτέ το βλέμμα της όταν έπιασε το κολλαριστό χαρτονόμισμα με τα κρύα ακροδάχτυλά της. Το χάϊδεψε ανεπαίσθητα, δεν το χόρταινε. Όχι γιά την αξία του ποσού, αλλά γιατί επιτέλους κάποιος κατάλαβε -έστω και κατά λάθος- ποιά ήταν, τι της άξιζε.
Ταράχτηκα πολύ από την μικρή ιστορία που έπλασα αμέσως στο μυαλό μου. Τι άραγε θα είχε γίνει, πώς ξέπεσε, πόσο αβοήθητη είναι, πόσο θα κοστίζει που δεν έχει παιδιά ή που αν έχει, εκείνα δεν την θέλουν ή δεν μπορούν να την βοηθήσουν και άλλα πολλά που σκέφτεται κανείς στιγμιαία σε ένα τέτοιο περιστατικό. Όμως πριν ανάψει το δικό μου πράσινο, η πάντα αμίλητη γερόντισσα, που δεν μου είπε κάν ένα "ευχαριστώ", μου έρριξε το πιό γενναιόδωρο χαμόγελο που είχε. Κάτι σαν εν ενεργεία βασίλισσα που δηλώνει ευαρέσκεια προς κάποιον προκομμένο υπήκοό της.
Τρίτη, 10 Δεκεμβρίου 2019 10:07
Η κυρία της νησίδας, του Yorgos Kyriakopoulos, από το fb
Επιλέγων ή Συντάκτης Τρύφων ΜπεκετιάδηςΘάναι τουλάχιστον είκοσι χρόνια πριν, αφού είχαμε ακόμη δραχμές, αυτή η ιστορία. Αλλά την θυμάμαι σαν χτες και με όλες σχεδόν τις λεπτομέρειες. Και σήμερα το πρωί διαβάζοντας μιά ανάρτηση μιάς καλής φίλης (καθώς και τα σχόλια από κάτω) βγήκε η ιστορία μου πάλι πάνω-πάνω στα νερά της μνήμης.
Καθόμουνα στη θέση του οδηγού, πλάϊ σε μιά νησίδα κεντρικής λεωφόρου με πολλή κίνηση. Ήθελα να στρίψω αριστερά και το φανάρι επέτρεπε μόνο σε 2-3 αυτοκίνητα τη φορά. Ιδανική θέση γιά κάποιον απόκληρο ή φτωχό μετανάστη να εκβιάσει ένα καθάρισμα των τζαμιών ή να προτείνει κάποια χαρτομάντηλα ή να πετάξει από το μισάνοιχτο παράθυρο κάποιο διαφημιστικό.
Τελευταία άρθρα από τον/την Τρύφων Μπεκετιάδης
- Τα τρία ερωτήματα του νέου βιβλίου του Χόρχε Μπουκάι : «Ποιος είμαι; Πού πηγαίνω; Με ποιον;»
- Γιάννης Χουβαρδάς: «Η απώλεια είναι το μόνο γεγονός που δεν ανατρέπεται»
- Ο καθηγητής του ΑΠΘ Αναστάσιος Τέφας εξηγεί πως δύο ερευνητικές ομάδες δημιούργησαν τον ταχύτερο επεξεργαστή στον κόσμο
- «Νίκησε η Δημοκρατία! Κέρδισε η Χιμάρα», η πρώτη δήλωση του Φρέντη Μπελέρη
- Η σοφία της αβεβαιότητας, το απόσταγμα των δοκιμίων του Μονταίνι