● Δίκαιος και Αδικος Λόγος, ένας δημόσιος αγώνας ρητορικής με επιχειρήματα. Ποιος Λόγος σάς πείθει;
Η σκηνή είναι αριστουργηματική. Δεν γίνεται να μη συνταχθείς με σημεία του Αδικου Λόγου. Με την ανάγκη να αμυνθείς, να απαντάς με επιχειρήματα που γεννούν σκέψεις που αναπτύσσονται, όχι όπως του Δίκαιου Λόγου, στεγνά θέσφατα και κληρονομιές ενός συντηρητικού καθεστώτος που μας έχει παραδοθεί και πρέπει να διαιωνίζεται, υπέρ της «παράδοσης» και εναντίον του «μοντερνισμού». Ο Αδικος Λόγος είναι σαν να προτείνει ένα άφημα στη φύση, στην αναγνώριση και στην εκπλήρωση των αναγκών σου, στην εξάσκηση της γλώσσας.
● Μια τέτοια αντιπαράθεση θα είχε νόημα στην εποχή μας;
Το ενδιαφέρον είναι πως με τον Αδικο Λόγο θα συντασσόταν σήμερα ο προοδευτικός κόσμος στοχεύοντας να τον προχωρήσει κι άλλο. Δεν υπάρχει η έννοια του απόλυτου δίκιου. Στο έργο δίνεται απάντηση σε κάθε επιχείρημα της άλλης πλευράς και μάλιστα πλήρως ανεπτυγμένη. Αυτό στις μέρες μας λείπει. Είναι τόσο πολωμένη η κατάσταση, είμαστε τόσο διαιρεμένοι από εδώ κι από εκεί. Δεν ανταλλάσσουμε, δεν ακουγόμαστε καν. Υπάρχει μια απόλυτη θέση, χωρίς εξήγηση, καμιά διαλεκτική πάνω στο θέμα. Συνομιλούμε με τις κατασκευασμένες περσόνες μας, ειδικά αυτές των social media όπου οι άνθρωποι δεν μιλούν ως άνθρωποι αλλά ως κατασκευές. Ως μανιακοί μέσα στην ελευθεριότητα του ιντερνετικού διαλόγου, έτοιμοι για την καταστροφή.
● Τι πιστεύετε ότι έχει αναδείξει αυτή την επιθετικότητα;
Η μοναξιά, η μέθη αυτής της μικρής εξουσίας. Νομίζεις ότι στο συγκεκριμένο πεδίο έχεις τη στιγμή σου για να διδάξεις, να καταγγείλεις, να αποκαθηλώσεις να, να, να… Μια αυτοεκπλήρωση που χτυπάει σ’ ένα κέντρο βαθιάς απομόνωσης, σ’ ένα αίσθημα αδικαίωτου μέσα στον κόσμο. Γι’ αυτό είναι μανιασμένο, γι’ αυτό βλέπεις στις τοποθετήσεις τη χαρά της προσβολής, της βρισιάς, του αναθέματος.
● Μήπως τελικά εκφράζεται δημόσια ένα μέρος του αληθινού εαυτού μας; Μήπως η απουσία του άλλου απέναντι απελευθερώνει στο πληκτρολόγιο χαρακτηριστικά που διαθέτουμε;
Ολοι μπορεί να φέρουμε κάτι απ’ αυτό το χυδαίο όταν λειτουργεί το θυμικό. Ομως όταν αποφασίζεις να μιλήσεις σ’ αυτήν την -έστω περιορισμένης εμβέλειας- πλατφόρμα, νομίζω πως το ελάχιστο που οφείλεις είναι ο έλεγχος του θυμικού. Αλλιώς καταστρατηγείται κάθε έννοια δημόσιου διαλόγου, έκφρασης επιχειρήματος, αποτύπωσης μιας σκέψης που εξελίσσεται. Τότε δεν υπάρχει περιθώριο ανταλλαγής. Οταν ο διάλογος γίνεται με το αίτημα της ειλικρινούς αντιπαράθεσης, μπορείς είτε να ανατρέψεις το επιχείρημα του άλλου είτε να ανατραπείς εσύ είτε να προβληματιστείς, να αναγνωρίσεις ανεπάρκειές σου.
● Είναι αναστρέψιμη αυτή η κατάσταση;
Νομίζω πως κανείς δεν είναι διατεθειμένος να ακούσει γιατί κυριαρχεί μια αίσθηση ματαιότητας. Δεν υπάρχουν πια αποθέματα υπομονής και τότε προλαβαίνει να εκφραστεί μόνο η παρόρμηση, η μανία. Ως βαθιά απελπισμένοι, αρπαζόμαστε από κάτι. Πού να βρεθεί χώρος για την υποδοχή της αντίθετης σκέψης, για την παρατήρηση ενός δεδομένου που μπαίνει στο τραπέζι προς συζήτηση. Κι αυτό το βλέπεις στην πολιτική, την καθημερινότητα, τη δουλειά, τις σχέσεις μας. Κουρασμένοι, συμβιβασμένοι, έχουμε αφεθεί σε μια βαθιά αγωνία ύπαρξης, προσωπικής και κοινωνικής.