Θέλω και καφέ αλλά όχι στο σπίτι. Κάπου έξω.
Φεύγω τρέχοντας γιατί είδα τις κεραίες ( τρολέδες ) του τρόλεϊ από μακριά.
Η γκόμενα είναι άνετη κι έτσι δεν νοιώθω υποχρεωμένος να ενημερώσω ότι το βράδυ θα κοιμηθώ στο σπίτι μου στη Δραπετσώνα.
Ευτυχώς η στάση του τρόλεϊ είναι κοντά. Έτσι προλαβαίνω να μπουκάρω και από τα υψώματα της Καστέλας αποβιβάζομαι στα πεδινά, στο ρολόι στο Πασαλιμάνι.
Απέναντι απ' το ρολόι είναι o κινηματογράφος "Σπλέντιτ" και δίπλα ακριβώς είναι το ομώνυμο καφενείο. Στη μέση της αίθουσας υπάρχει ένα τεράστιο μπιλιάρδο. Εδώ κάθε βράδυ παίζουν μπιλιάρδο κάτι παιχτούρες, τύφλα να' χει ο Γιώργος Σακκάς. Μένεις άναυδος με τα μαγικά τους. Και μιλάμε για μπιλιάρδο. Δεν μιλάμε για το αμερικάνικο. Αυτό το υβρίδιο με τις τρύπες. Αυτήν την αηδία!
Κάθε βράδυ μέσα στο καφενείο δημιουργείται το αδιαχώρητο από τους θεατές, το ίδιο και έξω στις τζαμαρίες. Κάργα οι μπανιστάδες. Να εκτοπίζει ο ένας τον άλλον για λίγη δόση φροντιστήριο. Τράκα μαθήματα από τους καλλιτέχνες του είδους. Η αγωνία για τον νικητή τελειώνει με το μέτρημα. Όποιος καταφέρει με την στέκα να πάει τη μπίλια του πιο κοντά στην τσόχα που έχει προκαθορισθεί παίζει πρώτος. Αυτός που καταφέρνει να παίξει πρώτος, κατά κανόνα κερδίζει την αναμέτρηση. Τόσο απλά. Σπάνια αυτή η βεβαιότητα έχει ανατραπεί. Όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, το σασπένς είναι ονειρώδες!
Στην "Μυροβόλο", κάτω από το "Γκαίτε", τα πράγματα είναι πιο ήρεμα. Εδώ ο καφές είναι κυριλάτος και οι λιγοστοί πελάτες φαντάζουν ιδιαίτεροι. Εκεί που εκβάλει η Δευτέρας Μεραρχίας και ενώνεται με την Ακτή Μουτσοπούλου.
Μαγαζί για ψαγμένους. Δεν έχω μπει ποτέ μου εδώ μέσα. Ούτε μόνος, ούτε με παρέα. Ντυμένοι με παντελόνια καμπάνα, μεσάτα πουκάμισα, θεόφαρδα παπούτσια, εγώ κι οι φίλοι μου, ακολουθούμε κατά γράμμα τις επιταγές της μόδας . Έ! Εδώ στην "Μυροβόλο" αυτά τα καραγκιοζιλίκια δεν έχουν θέση. Εδώ στη "Μυροβόλο" επικρατούν τα κλασικά ντυσίματα και πιθανότατα οι θαμώνες να χασκογελάνε με όλο αυτό το κιτσαριό που πέρασε από το στέκι τους και δεν ακούμπησε. Γιατί το στέκι τους θεωρείται ξεχωριστό. Για καφέ το πρωί, για ποτό το βράδυ.
Ευκαιρία να πιω εδώ ένα καφέ που το 'χω απωθημένο. Τώρα που παραμυθιάζομαι.
Τι να πιω δηλαδή ήδη προετοιμάζω το νεσκαφέ μου που τον χτυπάω μαζί με ζάχαρη, στο λιγοστό χλιαρό νερό που έσταξα στο φλιτζάνι, με αναδευτήρα το κουταλάκι του σερβιρίσματος. Ακριβώς σαν το κτυπητό αυγό. Τούτο το τελευταίο είναι χάλια. Και σαν διαδικασία και σαν γεύση. Το χτύπημα του καφέ όμως είναι ιεροτελεστία!
Συνειδητά δεν πέρασα από την πασαρέλα στην πλατεία του Πασαλιμανιού. Την απέφυγα λόγω οχλοβοής. Υπάρχουν άλλες ώρες να κάτσεις εκεί. Ώρες, που σ' αυτές αποφεύγεις το νυφοπάζαρο που πάει σύννεφο και την ακατάσχετη παραφιλολογία. Στου Παπασπύρου, στο Αλεξάνδρειο, στην Φοντάνα.
Με το που τελειώνω τον καφέ, ξεκινάω με τα πόδια και ανεβαίνω την Δευτέρας Μεραρχίας.
Στην Βασιλέως Κωνσταντίνου ο δρόμος κόβει. Εδώ έχει σκαλάκια. Αρκετά σκαλάκια. Τα μυθικά σκαλάκια της Τερψιθέας. Μοιάζουν πολύ μ' αυτά στη πλατεία Συντάγματος απέναντι από την Βουλή, μόνο που εδώ είναι περισσότερα. Μετά τα σκαλάκια συνεχίζει ο δρόμος μέχρι το λιμάνι. Μέχρι την Ακτή Μιαούλη. Δίπλα στη θάλασσα.
Στον Πειραιά δεν θα χαθείς ποτέ μου έλεγε ο πατέρας μου. Όποιον δρόμο κι αν τραβήξεις στη θάλασσα θα σε βγάλει.
Αν δεις το ρυμοτομικό του Πειραιά είναι γεμάτο Ακτές. Ακτές από εδώ, ακτές από εκεί, ακτές ολούθε:
Ακτή Ηετιώνεια, Ακτή Κονδύλη, Ακτή Καλλιμασιώτη, Ακτή Τζελέπη, Ακτή Ποσειδώνος, Ακτή Μιαούλη, Ακτή Ξαβερίου. Πήραμε γύρα όλο το λιμάνι.
Σε πιο αριστοκρατικές συνοικίες του Πειραιά πάλι Ακτές θα συναντήσεις:
Ακτή Θεμιστοκλέους στη Φρεαττύδα, Ακτή Μουτσοπούλου στο Πασαλιμάνι, Ακτή Κουμουνδούρου στο Τουρκολίμανο.
Για να πάρετε χαμπάρι πόσο δίκιο είχε ο πατέρας μου, τούτο μόνο θα σας πω: Στην διαδρομή μου από τη "Μυροβόλο" μέχρι την Ακτή Μιαούλη, ανέβηκα και κατέβηκα ολάκερη την Δευτέρας Μεραρχίας χωρίς να αλλάξω δρόμο, στενό, ή σοκάκι. Τουτέστιν από θάλασσα ξεκίνησα και σε θάλασσα βρέθηκα!
Η Ακτή Μιαούλη σφύζει από ζωή. Το πήγαινε - έλα της Πανεπιστημίου ωχριά μπροστά της. Εδώ χτυπά η καρδιά της ναυτοσύνης.
Ναυτικοί με τα φυλλάδια στις κωλότσεπες ψάχνουν για δουλειά. Δικηγόροι σφιγμένοι μες στα κουστούμια τους καθ' οδόν προς τα δικαστήρια. Ναυτικοί πράκτορες με τις samsonite τους για απόπλους, κατάπλους και ναυτολογήσεις. Από κοντά και πλοηγοί, λιμενικοί, λιμενεργάτες, κάποι, εκτελωνιστές, φορτοεκφορτωτές, χαμάληδες.
Στην αγωνία για το μεροκάματο σαλεπιτζήδες, παρέα με γλυκατζήδες και κουλουράδες που με τον ταβλά απλωμένο διαλαλούν την πραμάτεια τους. Που και που και καμιά λατέρνα να γλυκαίνει τη φασαρία.
Λούστροι με τα κασελάκια τους που είναι έργα τέχνης. Στολισμένα με καθρεφτάκια χαϊμαλιά και φίλντισι. Κουστουμαρισμένοι πεντακάθαροι με τις βούρτσες στα χέρια δίκην μπαγκέτας δίνουν μια ξεχωριστή νότα με τις αρμονικές κινήσεις τους. Το συνηθισμένο στέκι τους έξω από τον Άγιο Σπυρίδωνα.
Το πιο μαγκιόρο αξεσουάρ στον εξοπλισμό τους, είναι το κάτω μέρος του άδειου από τσιγάρα πακέτου κασετίνα .
Ένα χαρτονάκι δηλαδή.
Το χρησιμοποιούν ανάμεσα στο εσωτερικό μέρος του σκαρπινιού και της κάλτσας. Για την αποφυγή ατυχήματος. Μη ξεφύγει το βερνίκι πέραν του παπουτσιού κι έχουμε θέματα.
Αναρωτιέμαι πόσες χρήσεις έχει αυτό το χαρτονάκι και τα χάνω:
Να το πιάσεις με μανταλάκι και να το βάλεις ανάμεσα στις ακτίνες του ποδηλάτου γι' αυτόν τον υπέροχο χαρακτηριστικό ήχο.
Να στρώσεις το πάνω μέρος από το τζατζίκι, ή την ρώσικη σαλάτα, όταν τα βάζεις στο τάπερ, για να τα κάνεις επίπεδα.
Να ομαλοποιήσεις την επιφάνεια στις ζύμες στο ταψί.
Να το εκμεταλλευτείς για να μαζέψεις όλο το χρήσιμο υλικό που κατσικώθηκε στις μπάντες των παρασκευαστικών σκευών και δεν μουβάρει με τίποτα.
Προσωπικά το έχω για το καλλίτερο σημειωματάριο είτε πάνω στο πακέτο, ή όταν το αποσπώ. Στο πακέτο βέβαια όταν αδειάζει, ελλοχεύει ο κίνδυνος να ξεχαστείς και να το πετάξεις. Το έχω πάθει πολλές φορές.
Ξέφυγα.
Και ξέφυγα τόσο, που παραλίγο να ξεχάσω τους νταβατζήδες και τους αγαπητικούς που
εξόκειλαν από τη Νοταρά και χαζεύουν τις φωτογραφίες με τα μπαλέτα στα καμπαρέ. Με έκπληξη και ενδιαφέρον θαυμάζουν τις νέες αφίξεις. Πρώτα στο "Αρτζεντίνα" στη Φίλωνος και μετά στο "John Bull" στην Ακτή Μιαούλη.
Είπα Νοταρά και θυμήθηκα ότι απέφυγα τη μυθική μπουρδελότσαρκα στην Τρούμπα.
Γειτονιά με" κορίτσια" που αδικούνται, αν τα συγκρίνεις με τις συναδέλφισσές τους στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας, ή στην Ταϋλάνδη . Σ' αυτές τις χώρες ο σεξοτουρισμός έχει απογειωθεί. Οι ιθύνοντες έχουν τοποθετήσει την πραμάτεια τους σε βιτρίνες που είναι σε περίοπτη θέση, κάτω από προβολείς και πολύχρωμα φώτα κάνοντας το αλισβερίσι ελκυστικό. Αντίθετα τα "κορίτσια" της Τρούμπας υπολείπονται των ξένων και συμβιβάζονται με την εσωτερική πελατεία, μέχρι να έρθει ο 6ος στόλος για να εισπράξουνε παγκόσμια δόξα.
Αν αποτολμήσεις κάποια σύγκριση πιο πολύ στο Soho του Λονδίνου παραπέμπει.
Εδώ λόγω παλιών και ετοιμόρροπων κτισμάτων πλανιέται η φτώχεια και η μιζέρια κι ας είναι στην πλειοψηφία τους τα "κορίτσια" μας, αλέγκρα και ενδιαφέροντα.
Έχει περάσει η ώρα κι ένα ουζάκι δεν θα με χάλαγε. Στρίβω στην Ακτή Μιαούλη αριστερά και τραβάω προς το Λιμεναρχείο. Απέναντι από το Λιμεναρχείο είναι ο Άγιος Νικόλαος. Από εδώ ξεκινάει η Χαριλάου Τρικούπη. Πρώτο, δεύτερο, κτήριο δεξιά και να 'μαι στο αντικείμενο του πόθου μου.
Το ουζερί του Τσαγκούρη!
Όταν το πρωτοεπισκέφτηκα και με δεδομένο ότι η περιοχή δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστική αλλά ούτε και το μαγαζί στο εσωτερικό του σε σαγηνεύει, είχα επιφυλάξεις. Αυτοί που με πρωτοπήγαν όμως, οι μυημένοι, ήξεραν πολύ καλά τα δυνατά χαρτιά του μαγαζιού.
Ο Τσαγκούρης σαν το Βούδα να κάθεται στο ταμείο και τα δύο πρωτοπαλίκαρά του να σερβίρουν αβέρτα την πελατεία.
Με αγιάσματα.
Τσίρο και λουκάνικο φλαμπέ. Γαρίδες, καραβίδες και χταπόδια λες και τα ψάρεψες τώρα δα. Σαλάτες διάφορες, κυρίως αλοιφές, που απογειώνουν και τους μεζέδες και το οινόπνευμα. Δυνατό οινόπνευμα. Ούζο, ρακή, τσίπουρο.
Ζαλισμένος βγήκα στην Χαριλάου Τρικούπη. Όχι πως κουτούλαγα κιόλας. Είχα κρατήσει πισινή επειδή εκκρεμούσε σημαντική υποχρέωση. Η μάνα μου, μου έχει παραγγείλει πορτοκάλια.
"Απ' αυτά που παίρνεις συνέχεια" μου μήνυσε. "Από την Επίδαυρο". "Αυτά θέλω".
Δεν έγινε τυχαία η παραγγελία.
Μαναβάκι στα μικράτα μου βοηθός στον πάγκο του πατέρα μου στις Λαϊκές Αγορές, υποτίθεται πως ξέρω να διαλέγω φρούτα.
Βέβαια η μάνα μου δεν ξέρει πως αυτά τα πορτοκάλια τα παίρνω από τα "Λεμονάδικα", στην Ακτή Τζελέπη. Μέσα σε μια στοά στην "Αριστείδου". Πορτοκάλια που τα φέρνουν καράβια από την Επίδαυρο, σε πολύ μικρές ποσότητες, και τα παίρνεις με κλειστά τα μάτια. Και γίνονται ανάρπαστα από όσους...ξέρουν.
Μέχρι να φτάσω στην "Αριστείδου" χαζεύω το όμορφο Δημαρχείο του Πειραιά.
Μαθαίνω και την ώρα από το ρολόι πουβρίσκεται στην κορυφή του. Έχω λίγη ώρα ακόμη μέχρι το μεσημεριανό φαγητό.
Το Δημαρχείο του Πειραιά στη αρχή ήταν Χρηματιστήριο. Μάλιστα ήταν το πρώτο Χρηματιστήριο εν Ελλάδι. Χτισμένο ανάμεσα στον Άγιο Σπυρίδωνα και τον Τινάνειο Κήπο. Αυτόν το κήπο μου πήρε κάποια χρόνια μέχρι να τον πω σωστά.
Τιτάνιο τον ανέβαζα Τιτάνιο τον κατέβαζα.
Αργότερα που έμαθα το όνομά του, έκανα τον έξυπνο και πούλαγα μούρη. Γιατί δεν ήμουν μόνο εγώ. Όλοι Τιτάνιο τον έλεγαν και τώρα πια τους διόρθωνα. Ω! ναι.
Όλα έγιναν κάπως έτσι:
Μια μέρα βρέθηκε ένα βιβλίο μπρος στα μάτια μου που αφορούσε τον κήπο και διάβασα το όνομα του σωστά.
Εκεί έμαθα ότι το 1854 Άγγλοι και Γάλλοι υπό την διοίκηση του Ναυάρχου Τινάν κατέλαβαν τον Πειραιά. Βρήκαν την συγκεκριμένη περιοχή αναξιοποίητη και έφτιαξαν τον Κήπο για να μας θυμίζει διαχρονικά ότι Άγγλοι και Γάλλοι μας επέβαλαν προληπτική τιμωρία. Γιατί και η κατάληψη του Πειραιά ήτανε, λέει, προληπτική.
Το μόνο που μου πέρασε εκείνη τη στιγμή απ' το μυαλό, το οποίο εξέφρασα αυθόρμητα αλλά και μεγαλόφωνα ήταν:
Ρε δεν πάτε να γαμηθείτε!
Και καλά όλα αυτά, αλλά από μεριά μας από το 1854 δεν βρέθηκε κανένας γαμάτος Κυβερνήτης, ή κάνας Δήμαρχος με κάκαλα να τον μετονομάσει! Και το όνομα το 'χουμε έτοιμο:
ΤΙΤΑΝΙΟΣ!
Εκτός κι αν προτιμηθεί κανένας χαραμοφάης πολιτικός. Δεν μου πέφτει λόγος.
Μ' αυτές τις σκέψεις έβαζα τα πορτοκάλια στην σακούλα γιατί ήδη είχα φτάσει στη στοά. Ίσα - ίσα που πρόλαβα!
Όταν τελείωσα με τα ψώνια, πέρασα απέναντι από την Πλατεία Καραϊσκάκη και πήρα το πράσινο λεωφορείο της Ε.Η.Σ. που στην προθήκη του έγραφε "ΒΑΣΙΛΙΚΟ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ - ΛΙΠΑΣΜΑΤΑ" με σκοπό να γυρίσω στα πάτρια εδάφη.
Λίγα μέτρα πιο κάτω από την επιβίβαση μου, χτυπάει το κινητό. Πανικοβάλλομαι. Τι διάολο είναι αυτός ο ήχος. Κουνάω το κεφάλι μου αριστερά - δεξιά. Στην στροφή προς τα δεξιά βλέπω τα έργα του ΜΕΤΡΟ μες τη μούρη μου. Τρελαίνομαι! Τι 'ναι αυτά που ακούω και βλέπω ρε γαμώτο!
Πριν προλάβω να συνέλθω εντελώς, διαπιστώνω ότι το πράσινο λεωφορείο είναι μπλε.
Από το τρανζιστοράκι του οδηγού ακούγεται κάτι που με αποτελειώνει.
Ο βάζελος Γιάννης Βαθρακούρης, από την Πάρο, τραγουδάει για τον Πειραιά και τον Ολυμπιακό:
"Περαία μου, Περαία μου, με τον Σαρωνικό σου
που έχεις για καμάρι σου, τον Ολυμπιακό σου".
Ο απόλυτος σουρεαλισμός!
Ξαφνικά φρεσκάρω ότι:
Κάποιος παρανοϊκός χουντικός, Αριστείδης Σκυλίτσης στο όνομα, διορίστηκε Δήμαρχος από τη Χούντα και κατάστρεψε, ατιμώρητα δυστυχώς, όλες τις ομορφιές του Πειραιά. Θυμάμαι έφυγα για φαντάρος εκείνα τα χρόνια αφήνοντας πίσω μου έναν πανέμορφο Πειραιά και στη πρώτη μου άδεια απάντησα έναν Πειραιά έκτρωμα. Με γύψινους αρχαίους κίονες στη πλατεία Αλεξάνδρας, με νερά που χορεύουνε στο Πασαλιμάνι, με τα σκαλάκια της Τερψιθέας να έχουν εξαφανισθεί και στη θέση τους να έχει φυτρώσει μια αποτρόπαιη λεωφόρος. Ένας Πειραιάς αλλιώτικος, στολισμένος γύφτικα, με ό,τι πιο κακόγουστο κυκλοφορούσε εκείνη την εποχή στον πλανήτη.
Πλέον ούτε ο κινηματογράφος "Σπλέντιτ", ούτε το ομώνυμο καφενείο, ούτε η "Μυροβόλος" υπάρχουν στον Χάρτη του Πειραιά.
Αντίθετα η πασαρέλα ζει και ακμάζει. Μόνο τα ονόματα στις καφετέριες αλλάζουν συχνά - πυκνά.
Η Ακτή Μιαούλη έχει χάσει μεγάλο μέρος από την αίγλη της, απώλεσε όλα τα φολκλόρ στοιχεία της, αλλά διατηρεί την δυναμική της.
Η Τρούμπα που γνώρισα δεν υπάρχει πια. Επειδή θεωρήθηκε ότι αυτή η περιοχή κι αυτό το θέαμα προσβάλουν, αποφασίστηκε να κλείσουν όλα τα σπίτια και να απομακρυνθούν οι κοπέλες. Έτσι σε μια νύχτα εξαφανίστηκαν τα" κορίτσια" και σκόρπισαν δεξιά κι αριστερά στην απεραντοσύνη του Νομού Αττικής.
Κάποια παρακμιακά μπαρ προσπάθησαν να επιβιώσουν, μέχρι που έκλεισαν κι αυτά.
Τώρα τελευταία προσπαθεί να αναγεννηθεί η περιοχή και να γίνει στέκι. Στην αναγέννηση της επικρατούν νεωτεριστικά κουλτουρέ στοιχεία.
Ο Τσαγκούρης!
Πάει ο Τσαγκούρης! Όσοι τυχεροί φάγατε, φάγατε. Όσοι τυχεροί ήπιατε, ήπιατε. Οι ακριβείς περιγραφές και οι υπέροχες αναμνήσεις δεν καλύπτουν το κενό. Ένα κενό δυσαναπλήρωτο στον χώρο της εστίασης.
Τέτοια πορτοκάλια από την Επίδαυρο έχω να φάω χρόνια. Όποιες συγκρίσεις κι αν έκανα για να πλησιάσω έστω και λίγο στη νοστιμιά τους απέβησαν μάταιες.
Η μαμά μου δεν ζει πια.
Καμάρωνε που ο γιός της ψώνιζε τα καλλίτερα πορτοκάλια. Όταν την ρώταγαν οι φίλες της, " μα που πάει και τα βρίσκει; ", δεν ήξερε να τους πει.
Και δεν με ρώτησες ούτε μια φορά ρε Μανούλα!
Σάμπως δε θα σου 'λεγα για να το μοιραστείς με τις φίλες σου!
Αντί για Δημαρχείο, στην πλατεία Κοραή υπάρχει ένα απαίσιο κτίριο που καμώνεται πως είναι Δημαρχείο.
Ο Τινάνειος είναι εδώ, που να πάει άλλωστε. Όνομα δεν έχει αλλάξει όμως ακόμα!
Κάποια πράσινα λεωφορεία της Ε.Η.Σ. τα έβγαλαν παραμονή πρωτοχρονιάς του 2017, χωρίς επιβάτες, σαν σε παρέλαση σε διαφήμιση περιοδεύοντος τσίρκου.
Κι εγώ σ' ένα μπλε λεωφορείο νέας τεχνολογίας, χωρίς εισπράκτορα, αναρωτιέμαι τι στο διάολο βίωνα τόση ώρα.
Κάπου έχει πάρει τ' αυτί μου ότι, Deja Vu το λένε.
Υ.Γ Τις φωτογραφίες που κοσμούν το κείμενο τις ψάρεψα από το διαδίκτυο. Την φωτογραφία με το παλιό Δημαρχείο την υπογράφει ο mlp-blo-g-spot.blogspot.com. Τη φωτογραφία με το καμπαρέ John Bull την υπογράφει το pinterest.com.
Κότσαρα και μια δικιά μου (έτσι για να μην είμαι τζάμπα μάγκας! ) Σ' αυτήν φαίνεται το σπίτι με τα κεραμίδια, το νησάκι του Παρασκευά και ο δρόμος που κατεβαίνει προς το δημοτικό κολυμβητήριο και την πλαζ Βοτσαλάκια. Α! Και το Σινέ Βοτσαλάκια. Τραβηγμένη από ένα πεζουλάκι στην Βασιλέως Παύλου. Πάντως η προηγούμενη που είχα βάλει και δεν ήταν δικιά μου , αλλά δεν μπόρεσα να βρω και να αναφέρω την πηγή της, μου άρεσε καλλίτερα.
Σχόλια
Ο Τινάν ήταν ναύαρχος στον γαλλικό στόλο που πραγματοποίησε τον αποκλεισμό του Πειραιά το 1854 (ή εκεί γύρω). Μισητό πρόσωπο άσχετα αν ο βομβαρδισμός του δεν έπιασε Πειραιά. Σίγουρα πάντως η πανούκλα που μάς έφερε θέρισε τον πληθυσμό. Αυτοί που μετέφεραν τα πτώματα στα νεκροταφεία ήταν οι "Μόρτηδες". Επειδή την δουλειά αυτή την έκαναν συνήθως οι μάγκες κι οι τραμπούκοι συνδέθηκε η λέξη Μόρτης με την λέξη μάγκας.
Και πάλι συγχαρητήρια για το κείμενο.
Δυστυχώς το θραύσμα της οβίδας, ένα κομμάτι λαμαρίνας από πλοίο δεν υπάρχει εδώ και 3-4 χρόνια. Ορθόν να το συνηθίσουμε πάρκο Θεμιστοκλή
Για τον Τινάν πρέπει να ξέρεις ότι βομβάρδισε ο άτιμος τον Πειραιά και μάλιστα θραύσμα οβίδας του υπάρχει ακόμα σφηνωμένο σε δένδρο του κήπου.
Το χειρότερο είναι ότι από τον στόλο του Τινάν ξεπήδησε μια τρομερή επιδημία (πανούκλας;) που αποδεκάτισε την Αθήνα. Χιλιάδες νεκροί σε μια πόλη 50-60 χιλιάδων κατοίκων (το ένα δέκατο περίπου).
Όνομα για τον κήπο υπάρχει. Είναι ο κήπος του Θεμιστοκλή. Υπάρχει και το άγαλμά του. Μένει να το δώσουν κι επίσημα.
Τροφοδοσία RSS για τα σχόλια αυτού του άρθρου.