• Από μικρός έμαθα να αντιμετωπίζω τη μουσική ως ένα σύμπαν που δέχεται τις αποδράσεις μου, ήταν η απάντηση σε οτιδήποτε με προβλημάτιζε και δεν έβρισκα μια λογική απάντηση. Σύντομα έμαθα να διαβαθμίζω τις καταστάσεις, ανέπτυξα ένα κριτήριο που σιγά-σιγά σμιλευόταν και δομούσε σκέψεις και συναισθήματα. Όταν θέλησα να μοιραστώ αυτές τις ιδέες και να εκφράσω τα συναισθήματά μου, άρχισα να αποτυπώνω με λόγια τον ειρμό μου, νοητικό και ψυχικό. Τα λόγια και οι λέξεις με βοηθούσαν να νιώθω πληρέστερος και πιο ακέραιος.
Σιγά-σιγά, η ανάγκη μου να εκφράζω τι νιώθω με τη μουσική με έκανε να γράψω τις πρώτες μου κριτικές. Το έκανα για μένα, για να καταχωρίζω μέσα μου τα μουσικά ερεθίσματα στα οποία ήμουν εκτεθειμένος. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις πρώτες «κριτικές» σκέψεις από την κινηματογραφόφιλη μητέρα μου, που προσπαθούσε να μου δώσει να καταλάβω με απλά λόγια γιατί η ερμηνεία της Ίνγκριντ Μπέργκμαν στην Casablanca ήταν σπουδαία και μια αντίστοιχη της Λάνα Τάρνερ στο A life of her own μια ματαιόδοξη επιφάνεια... Δεν άργησα να καταλάβω ότι η ιστορικότητα της ποπ κουλτούρας και η θεωρία της κριτικής ήταν σχεδόν εγγενώς καρφιτσωμένα στο DNA μου. Κάποιες φορές προσπάθησα να το αποφύγω, αλλά δεν τα κατάφερα.
• Ασχολούμαι με τη μουσική «δημιουργικά» κι έχω αυτή την πολύ προσωπική σχέση μαζί της από πιτσιρίκος, σχεδόν από τα έντεκα χρόνια μου. Όταν άκουσα στο ραδιοφωνικό «Ποπ Κλαμπ» του Πρώτου Προγράμματος της ΕΡΤ τον Γιάννη Πετρίδη να μιλάει για το «Don't let me be misunderstood» των Animals, ενώ έπαιξε και την disco εκτέλεσή του από τους Santa Esmeralda, νομίζω ότι δημιουργήθηκε μια ανεξίτηλη αφετηρία μέσα μου. Η σύγκριση και η πορεία ενός τόσο συγκλονιστικού τραγουδιού μέσα στον χρόνο με συγκλόνιζε, με έκανε να νιώθω διψασμένος για βουτιές στην ουσία της μουσικής, να μάθω, να εκτεθώ, να ακούσω, να γράψω...
Ήταν η εποχή της disco και του new wave. Άρχισα να γράφω κασέτες στο τοπικό δισκοπωλείο στο Νέο Ηράκλειο, το ABC, που περιείχαν τα πάντα, από Ντόνα Σάμερ μέχρι Ζαν Μισέλ Ζαρ και από Ίαν Ντιούρι μέχρι Clash. Το εύρος και η δίψα μου για επικοινωνία μέσα από τόσο διαμετρικά αντίθετα ακούσματα με έκαναν να νιώθω λίγο άλιεν ανάμεσα στους συμμαθητές μου, που συνήθως άκουγαν είτε metal (Iron Maiden), είτε κλασικό ροκ (Ρόρι Γκάλαχερ). Ο πρώτος δίσκος που αγόρασα ήταν το «A tonic for the troops» των Boomtown Rats. Τον είχα μάθει απ' έξω.
Για όλα ευθύνεται ο Γιάννης Πετρίδης. Τον άκουγα με ευλάβεια και η βαθιά φωνή του μου ενέπνεε τον σεβασμό, σαν να ήταν γκουρού. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο να το εκφράσω στο περιβάλλον μου. Τόσο σπουδαίος για μένα, αλλά ελάχιστοι καταλάβαιναν γιατί.
• Ένας από του ανθρώπους που με έχουν επηρεάσει, λοιπόν, είναι αναμφίβολα ο Γιάννης Πετρίδης. Και αργότερα ο Σάιμον Ρέινολντς, ο μεγαλύτερος ίσως θεωρητικός της ποπ κουλτούρας και της αχαρτογράφητης συνέχειάς της ως τώρα.
• Δεν έμαθα να παίζω κάποιο μουσικό όργανο γιατί πάντα πίστευα ότι όσοι καταπιάνονται με το θεωρητικό μέρος της μουσικής, όσοι επιλέγουν να την βιώσουν πανοραμικά και να εντρυφήσουν σε αυτήν σημειολογικά, δεν πρέπει να καταπιάνονται με το δημιουργικό μέρος της, γιατί αυτό αλλοιώνει το αισθητήριο, το κάνει να μεροληπτεί υπέρ του οργάνου που παίζεις και τείνεις να ακούς αυτό κατά προτεραιότητα, και σε βάρος του συνόλου. Αν μάθαινα, πάντως, κάποιο όργανο θα ήταν πλήκτρα, από πιάνο μέχρι farfisa.
Πατώντας lifo.gr θα σας εμφανιστεί ολόκληρη η συνέντευξη του Μάρκου Φράγκου που παραχώρησε στον M.Hulot.