Τρίτη, 28 Αυγούστου 2018 15:25

Περιήγηση στην Ουτοπία, της Μαρίας – Λουίζας Μπερνέρι

Επιλέγων ή Συντάκτης 
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

meriz3Πρόλογος / επιμέλεια: Γιώργος Μεριζιώτης

Ταξιδιώτης του ονείρου

«Περιήγηση στην Ουτοπία» είναι ο τίτλος του βιβλίου που έγραψε η Μαρία-Λουίζα Μπερνέρι το οποίο αποτελεί  ένα από τα σημαντικότερα έργα για τις ουτοπίες, όπου μάλιστα επιχειρεί μια κρίσιμη και χρήσιμη αντιδιαστολή ανάμεσα στις εξουσιαστικές και τις αντιεξουσιαστικές ουτοπίες.

Ζούμε στην εποχή του γκρίζου (σαν την στάχτη και το μπετόν ) του μαύρου (σαν τα αποκαΐδια), ζούμε στην εποχή της αριθμοποίησης του ανθρώπου ως νούμερο στις στατιστικές, ζούμε την απόλυτη δικτατορία του εφικτού, του ρεαλισμού, του πραγματισμού, του προγραμματισμού και της μηχανοποίησης του ανθρώπου, ζούμε ως καταναλωτές των προϊόντων των μμε και των σόσιαλ μίντια, τις ζωές των άλλων.

Ζούμε μια ζωή τσιμενταρισμένη στο τώρα σε ένα διαρκές παρόν “συμβαίνει τώρα”, τι συνέβη πριν, τι θα συμβεί μετά δεν μας απασχολεί, γιατί ζούμε σε μια εποχή που o χρόνος έχει χάσει την υπόσταση του, δεν βιώνεται.

Το ταξίδι και αυτό έχει χάσει το νόημα του, έχουμε γίνει όλοι υπαρξιακοί τουρίστες δεν μας ενδιαφέρει το ταξίδι, η περιπλάνηση, αλλά  το τέλος του,  η αφετηρία, ο προορισμός.

Έχουμε τσιμπήσει όλοι το παραμύθι, την ντόπα του αστισμού, “πιο γρήγορα, πιο ψηλά, πιο δυνατά” – που δεν απευθύνετε μόνο στους αθλητές – (α)  πιο άδεια, πιο άδεια, θα έλεγα, άδεια από συναίσθημα, άδεια από όνειρα σαν υπάκουες  καλολαδωμένες μηχανές, και ας μας προειδοποίησε ο ποιητής δυο αιώνες πριν:

 «Ο άνθρωπος μ΄ ενάρετη ψυχή,   μήτε διατάζει, μήτε υπακούει. Η εξουσία, σαν πανούκλα που αφανίζει,  μολύνει ότι αγγίζει  και η υπακοή όλεθρος για  κάθε χάρισμα, αρετή, αλήθεια κι ελευθερία, σκλάβους τους ανθρώπους κάνει, και από τον άνθρωπο μονάχα ένα αυτόματο, μια μηχανή. »  Πέρσι Σέλλεϋ  (1792 – 1822) (β)

 

Ευτυχώς που ζούμε σε έναν πλανήτη που συνεχίζει να ταξιδεύει στο σύμπαν και στο χωροχρόνο, ευτυχώς που αυτός ο πλανήτης συνεχίζει να  περιπλανιέται και δεν λαβαίνει υπόψη του την κατάσταση της ανθρωπότητας, μιας ανθρωπότητας που όπως έλεγε και ο ποιητήςΌσκαρ Ουάιλντ : 

 

«Ένας χάρτης του κόσμου που δεν περιέχει την Ουτοπία δεν αξίζει να τον κοιτάξεις καν, γιατί αφήνει έξω τη μόνη χώρα όπου η Ανθρωπότητα πάντα θα προσγειώνεται. Κι όταν προσγειωθεί, κοιτάζει πέρα και, βλέποντας μια καλύτερη χώρα, ξεκινάει για εκεί. Πρόοδος είναι η υλοποίηση της μιας μετά την άλλη Ουτοπίας» (γ)

Παραμένοντας πάντα αθεράπευτα «ρομαντικός» επαναστάτης, σε μια εποχή που η κοινωνική επανάσταση – ως κοινωνικό «πέρασμα» – φαντάζει αδύνατη, συνεχίζω να οραματίζομαι την επαναστατική προοπτική ως ανοιχτότητα προς την ελευθερία, την κοινωνική δικαιοσύνη και την ισότητα. Εν ολίγοις, συνεχίζω να αρνούμαι το τέλος της κοινωνικής ιστορίας.

Για εμένα, η ζωή αποκτάει νόημα και περιεχόμενο με τον αγώνα για να είναι κανείς άνθρωπος, σε μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και κυριαρχία ανθρώπου από άνθρωπο. Χωρίς αυτό τον αγώνα, χωρίς την πάλη για την ουτοπία, η ζωή είναι άνευ νοήματος και άνευ σημασίας, γιατί είναι μια ζωή ριγμένη στην επιβίωση και όχι στην ζώσα ζωή.

«Δεν είναι ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι οι καταπιεζόμενοι – εκμεταλλευόμενοι της σημερινής εποχής, θα ακολουθήσουν τον έναν ή τον άλλο δρόμο. Εκείνο, όμως, που μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα είναι, ότι χωρίς πλατιές μαζικές ελευθεριακές, αντιιεραρχικές, αντισυγκενρωτικές οργανώσεις, χωρίς λαϊκά αντιθεσμικά όργανα, χωρίς συνοχή θεωρίας και πράξης δεν μπορεί να επιτευχθεί αυτός ο αγώνας. Ή που θα είναι αγώνας απελευθερωτικός ή που δε θα είναι!» (δ)

Ένα σύνθημα στο τοίχο ενός νεκροταφείου έθετε το ερώτημα, “υπάρχει ζωή πριν τον θάνατο;”, σε έναν άλλο τοίχο ένα σύνθημα έλεγε, “ΖΩΗ ΕΝΑΝΤΊΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΒΙΩΣΗ” (από τον Μάη του ‘68) τέλος δε  σε ένα   τοίχο των Εξαρχείων το σύνθημα  έλεγε, “η ουτοπία είναι εδώ, κάτω απ΄τα τσιμέντα”.

utopiadystopia_smallerΕνάντια στο χρώμα της στάχτης και του μπετού, ενάντια στον μαζικό τουρισμό, ας γίνουμε λίγο ταξιδιώτες περιηγητές του ονείρου, ας δώσουμε στην ζωή μας λίγο χρώμα, σαν ταξιδιώτες – περιηγητές του ονείρου ας αποφύγουμε τη δυστοπία αναζητώντας την ευτοπία, δίνοντας λίγο χρόνο και χώρο – τόπο στην ουτοπία.

Τώρα που οι άνθρωποι νοιάζονται τόσο πολύ για το εφικτό και το άμεσα πραγματοποιήσιμο ας ξαναδούμε το σύνθημα που ο Μάρεϋ Μπούκτσιν (ε)“δώρισε” στον Μάη του΄68 και έγινε σλόγκαν για πολλούς Μάηδες, “ να διεκδικήσουμε το αδύνατο για να μην βρεθούμε μπροστά στο αδιανόητο” και επειδή το αδιανόητο είναι εδώ και το ζούμε, ας αρχίσουμε από τα απλά, ας γίνουμε συνταξιδιώτες/σες «Ξαναφτιάχνοντας την κοινωνία».(ζ)

«…  Όταν η ουτοπία δείχνει μια ιδεώδη ζωή δίχως να γίνεται σχέδιο,
δηλαδή  άζωη μηχανή που εφαρμόζεται πάνω σε ζωντανή ύλη,
γίνεται αληθινά η πραγματοποίηση της προόδου …»
Μαρία-Λουίζα Μπερνέρι (1918-1949)(η)

 

Περιήγηση στην Ουτοπία

Του Γιώργου-Ικαρου Μπαμπασάκη

e8b440084e96944f488fcd69f0dbe917
Beatriz Aurora – FZLN

{…} Πότε ζωντανά όνειρα ποιητών, οράματα για μια ζωή πλούσια, για μια ζωή που προκρίνει την ανεμπόδιστη εκτύλιξη της ανθρώπινης δημιουργικότητας, και πότε σχέδια κοινωνιών που λειτουργούν μηχανικά, που επιβάλλουν μιαν ισοπεδωτική ομοιομορφία εν ονόματι της ισότητας και της εύρυθμης λειτουργίας του κοινωνικού συστήματος, οι ΟΥΤΟΠΙΕΣ μπόρεσαν να εμπνεύσουν μεμονωμένους στοχαστές αλλά και να κινητοποιήσουν μάζες κατατρεγμένων, μπόρεσαν να ξεσηκώσουν θύελλες αντιρρήσεων και ξεσπάσματα εγκωμίων. Οι ουτοπίες κατάφεραν, πάντως, να αλλάξουν το κοινωνικό τοπίο, να αποτελέσουν ένα αποφασιστικό κεφάλαιο της γεωγραφίας των παθών.

Η Μαρία-Λουίζα Μπερνέρι  έγραψε ένα από τα σημαντικότερα έργα για τις ουτοπίες, όπου μάλιστα επιχειρεί μια κρίσιμη και χρήσιμη αντιδιαστολή ανάμεσα στις εξουσιαστικές και τις αντιεξουσιαστικές ουτοπίες, εκκινώντας από σχέδια πρότυπων κοινωνιών που εκπονήθηκαν ήδη από τον Πλάτωνα και τον Λυκούργο. Συνεχίζει την περιήγησή της στο σύμπαν των ουτοπιών, αναλύοντας, μεστά και γλαφυρά συνάμα, πασίγνωστες ουτοπίες της Αναγέννησης, όπως του Τόμας Μωρ (Ουτοπία), του Τομάζο Καμπανέλα (Ηλιούπολη), του Βαλεντίν Ανδρέε (Χριστιανούπολη), του Φράνσις Μπαίηκον (Νέα Ατλαντίδα). Παραθέτει αποσπάσματα από τα συγγράμματά τους, βιογραφικά στοιχεία και κριτικές αποτιμήσεις των συλλήψεών τους.

Η Μπερνέρι θα προχωρήσει χρονολογικά τη μελέτη της, εξετάζοντας τις ουτοπίες της Αγγλικής επανάστασης (έργα του Τόμας Χομπς, του Τζαίημς Χάρινγκτον και του Τζέραρντ Γουινστάνλεϋ), τις ουτοπίες του Διαφωτισμού στις οποίες ξεχωρίζει η πρωτότυπη και διασκεδαστική αφήγηση των Περιπετειών του Ζακ Σαντέρ που υπογράφει ο Γκαμπριέλ ντε Φουανύ, ιεροκήρυκας γνωστός για τη σκανδαλώδη συμπεριφορά του (μεταξύ άλλων: ξελόγιαζε υπηρέτριες, αθετούσε υποσχέσεις γάμου, παντρεύτηκε μια κακόφημη χήρα και τέλεσε λειτουργία σε κατάσταση μέθης, αδειάζοντας μάλιστα τα σωθικά του μπροστά στην Αγία Τράπεζα).

Εν συνεχεία η Μπερνέρι περνάει στον 19ο αι., όπου πλέον η ουτοπική σκέψη συσχετίζεται άμεσα με τη σοσιαλιστική και κομουνιστική κοσμοθεώρηση, με αποτέλεσμα ένα εκρηκτικό μείγμα ιδεών. – Η επαγγελία της ουτοπίας γίνεται πολιορκητικός κριός, όπλο των μαζών που διακατέχονται πια από την τάση να εξεγείρονται όλο και συχνότερα, όλο και πιο συντονισμένα, με όλο και πιο σαφείς στόχους.

Η πραγμάτωση της ιδεώδους πολιτείας φαίνεται τώρα να είναι περισσότερο εφικτή από κάθε άλλη φορά, και η προοπτική αυτή αποτελεί ένα πανίσχυρο δέλεαρ που ξεσηκώνει και κινητοποιεί, οργανώνει και κατεβάζει τον κόσμο στα οδοφράγματα. «Η ευτυχία είναι μια καινούργια ιδέα στην Ευρώπη», αυτή η φράση του Σαιν-Ζυστ βρίσκεται στα στόματα όλων, είναι η εμπρηστική, πανίσχυρη συμπύκνωση χιλιάδων σελίδων που περιγράφουν λεπτομερώς ουτοπικές κοινωνίες. – Ωστόσο, το έντονο στοιχείο της καταναγκαστικής ευτυχίας που φαίνεται ότι διέπει τις ουτοπίες του 19ου αι. (ένα στοιχείο το οποίο εκμεταλλεύτηκαν βάναυσα και περίτεχνα τα ολοκληρωτικά κράτη του 20ού αι.) ανησύχησε (δικαίως) συγγραφείς όπως ο Ευγένιος Ζαμυάτιν και ο Αλντους Χάξλεϋ, προκαλώντας την τάση συγγραφής αντι-ουτοπιών ή δυστοπιών (ΕΜΕΙΣ και ΘΑΥΜΑΣΤΟΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ).

Η Μπερνέρι, όπως σημειώσαμε, αντιδιαστέλλει τις εξουσιαστικές από τις αντιεξουσιαστικές ουτοπίες. Ψέγει τις πρώτες, επειδή, στην προσπάθειά τους να οραματιστούν την ιδεώδη πολιτεία και να εξασφαλίσουν την απόλυτη ευδαιμονία της ανθρωπότητας, ισοπεδώνουν τόσο το περιβάλλον όσο και τη δημιουργική ορμή του ανθρώπου. Επισημαίνει ότι η εξουσιαστική αγάπη για τη συμμετρία κάνει τους ουτοπικούς να καταργούν βουνά και ποτάμια και μέχρι να φαντάζονται ολοστρόγγυλα νησιά και ολόισιους ποταμούς.

Προς επίρρωσιν αυτής της επισήμανσης, καταφεύγει ορθά στην κριτική που άσκησε στις ουτοπίες ο Χ. Τζ. Ουέλς: «Σε όλες σχεδόν τις Ουτοπίες . βλέπουμε κτήρια όμορφα αλλά δίχως χαρακτήρα, καλλιέργειες συμμετρικές και τέλειες, και πλήθος ανθρώπων, υγιείς, ευτυχισμένους, καλοντυμένους, μα χωρίς το παραμικρό προσωπικό χαρακτηριστικό γνώρισμα». – Απεναντίας, οι αντιεξουσιαστικές ουτοπίες απέφυγαν να προβάλουν ένα κοινωνικό σχέδιο χωρίς ρωγμές και ιδιαιτερότητες, και προτίμησαν να προπαγανδίσουν τολμηρές ιδέες που δεν έθεταν σε κίνδυνο την ιδιαιτερότητα κάθε ανθρώπου, απαιτώντας να είναι ο καθένας μοναδικός και όχι ένας ανάμεσα στους πολλούς.

Οι ουτοπίες, επιμένει η Μπερνέρι, θα πρέπει να περνούν επιτυχώς τη δοκιμασία της τέχνης που πρότεινε ο Χέρμπερτ Ρηντ: «Αν θέλετε να εκφράσετε τη διαφορά ανάμεσα σε μιαν οργανική προοδευτική κοινωνία και σε ένα στατικό ολοκληρωτικό καθεστώς, μπορείτε να το κάνετε με μια λέξη: τη λέξη ΤΕΧΝΗ. Μόνον αν επιτρέπεται στον καλλιτέχνη να λειτουργεί ελεύθερα μπορεί η κοινωνία να ενσαρκώνει εκείνα τα ιδεώδη της ελευθερίας και της πνευματικής ανάπτυξης που φαίνονται στους περισσότερους από εμάς οι μοναδικές άξιες επικυρώσεις της ζωής…{…}

 

97dfd0b1-2b02-4e8e-952b-541de1043714_3 Απόσπασμα από το βιβλίο Της  Μαρία Λουίζα Μπερνέρι  «Περιήγηση στην Ουτοπία» εκδόσεις Νησίδες

{…} Η εποχή μας είναι η εποχή των συμβιβασμών, των ημιμέτρων, του μι­κρότερου κακού. Οι οραματιστές αντιμετωπίζουν την χλεύη ή την περιφρό­νηση και τη ζωή μας κυβερνούν οι «πρακτικοί άνθρωποι».

Δεν αναζητούμε πια ριζικές λύσεις στα κοινωνικά δεινά, αλλά μεταρρυθμίσεις, δεν προσπα­θούμε πια να καταργήσουμε τον πόλεμο, αλλά να τον αποτρέψουμε για λί­γα χρόνια, δεν προσπαθούμε να καταργήσουμε το έγκλημα, αλλά αρκούμα­στε στις μεταρρυθμίσεις τού ποινικού συστήματοςδεν προσπαθούμε να κα­ταργήσουμε τούς λιμούς, αλλά να στήσουμε παγκόσμιους φιλανθρωπικούς οργανισμούς. Τώρα που οι άνθρωποι νοιάζονται τόσο πολύ για το εφικτό και το άμεσα πραγματοποιήσιμο, θα ήταν πιθανόν ευπρόσδεκτη άσκηση να στραφούμε σ’εκείνους που ονειρεύτηκαν Ουτοπίες, που απέρριψαν όλα όσα δεν ταίριαζαν με το ιδεώδες της τελειότητας που είχαν.

Θα νιώσουμε πολλές φορές ταπεινοί καθώς θα διαβάζουμε γι’ αυτά τα ιδεώδη κράτη κι αυτές τις ιδεώδεις πόλεις, γιατί θ’ αντιληφθούμε πόσο μέ­τρια πράγματα ζητούμε και πόσο φτωχά είναι τα οράματά μας. Ο Ζήνων υ­ποστήριξε τον διεθνισμό, ο Πλάτων αναγνώρισε την ισότητα ανδρών και γυ­ναικών, ο Τόμας Μωρ είδε καθαρά την σχέση φτώχειας και εγκληματικότη­τας, που οι άνθρωποι την αρνούνται ως και σήμερα. Κατά τις αρχές τού 17ου αιώνα, ο Καμπανέλα συνηγόρησε υπέρ μιας εργάσιμης ημέρας τεσσά­ρων ωρών, ενώ ο γερμανός λόγιος Ανδρέε μίλησε για ελκυστική δουλειά και προέβαλε ένα εκπαιδευτικό σύστημα, που θα μπορούσε να χρησιμεύσει για πρότυπο ακόμα και σήμερα.

Θα δούμε να καταδικάζεται η ιδιωτική ιδιοκτησία, να θεωρούνται ανή­θικα ή ανορθολογικά το χρήμα και οι μισθοί, να γίνεται δεκτή ως αυτονόητη η ανθρώπινη αλληλεγγύη. Όλες οι παραπάνω ιδέες, που θα θεωρούνταν και σήμερα τολμηρές, προβλήθηκαν τότε με μια πεποίθηση που δείχνει ότι, καί­τοι δεν ήταν γενικά αποδεκτές, θα πρέπει μολαταύτα να γίνονταν εύκολα κατανοητές. Κατά τα τέλη τού 17ου και τού 18ου αιώνα, συναντούμε ακόμα πιο εκπληκτικές και τολμηρές ιδέες, που αφορούν στην θρησκεία, τις σεξουα­λικές σχέσεις, την φύση της κυβέρνησης και τού νόμου. Είμαστε τόσο πολύ συνηθισμένοι να σκεφτόμαστε ότι τα προοδευτικά κινήματα αρχίζουν τον 19ο αιώνα, ώστε θα τα χάσουμε όταν διαπιστώσουμε ότι τότε ακριβώς αρ­χίζει ο εκφυλισμός της ουτοπικής σκέψης.

Οι ουτοπίες γίνονται, κατά κανό­να, άτολμες· ιδιωτική ιδιοκτησία και χρήμα κρίνονται συχνά απαραίτητα οι άνθρωποι πρέπει να θεωρούν εαυτούς ευτυχείς αν δουλεύουν οχτώ ώρες την ημέρα και σπάνια εξετάζεται το αν η δουλειά τους είναι ελκυστική. Οι γυ­ναίκες τίθενται υπό την κηδεμονία των ανδρών τους και τα παιδιά υπό την »» πνεύμα των καιρών μας, άνθησαν με μια ποικιλία κι έναν πλούτο, πιθανόν να μάς κάνει ν’ αμφιβάλλουμε για το πόσο δίκιο έχουμε όταν ισχυριζόμαστε ότι τάχα πετύχαμε ως έναν βαθμό την κοινωνική πρόοδο.

Αυτό δεν σημαίνει ότι όλες οι ουτοπίες ήταν επαναστατικές και προοδευτικές οι περισσότερες ήταν κι απ’ τα δυο, μα λίγες ήταν τελείως επαναστατικές. Οι ουτοπικοί συγγραφείς ήταν επαναστάτες όταν υποστήριζαν την κοινοκτημοσύνη των αγαθών σε μιαν εποχή που θεωρούσε ιερή την ιδιωτική ιδιοκτησία, το δικαίωμα τού ανθρώπου να έχει να φάει σε μιαν εποχή που κρεμούσαν τούς ζητιάνους, την ισότητα των γυναικών σε μιαν εποχή που οι γυναίκες θεωρούνταν ελάχιστα καλύτερες απ’ τούς δούλους, την αξιοπρέπεια χειρωνακτικής εργασίας σε μιαν εποχή που η κοινωνία την θεωρούσε και έκανε εξευτελιστική, το δικαίωμα κάθε παιδιού σε ευτυχισμένα παιδικά χρόνια και καλήν εκπαίδευση σε μιαν εποχή που αυτό ήταν αποκλειστικό προνόμιο των γόνων των αριστοκρατών και των πλούσιων. Όλα αυτά συντέλεσαν ώστε να γίνει η λέξη «Ουτοπία» συνώνυμη με μιαν ευτυχισμένη, επιθυμητή μορφή κοινωνίας. Από την άποψη αυτήν, η Ουτοπία αντιπροσωπεύει το όνειρο της ανθρωπότητας για ευτυχία, την κρυφή λαχτάρα της για Χρυσή Εποχή ή, κατ’ άλλους, για τον χαμένο της παράδεισο.

Αλλά το όνειρο αυτό είχε συχνά τις σκοτεινές κηλίδες του. Υπήρχαν δούλοι στην Πολιτεία τού Πλάτωνα και στην Ουτοπία τού Μωρ· υπήρχαν μαζικές δολοφονίες ειλώτων στην Σπάρτη τού Λυκούργου και πόλεμοι, εκτελέσεις, αυστηρή πειθαρχία, θρησκευτική μισαλλοδοξία συναντώνται  δίπλα στους πιο φωτισμένους θεσμούς. Οι πτυχές αυτές, που συχνά τις παρέβλεψαν οι απολογητές των ουτοπιών, απορρέουν από την εξουσιαστική αντίληψη πάνω στην οποία χτίστηκαν πολλές ουτοπίες και απουσιάζουν από κείνους τούς συγγραφείς, που στοχεύουν στην κατάκτηση της απόλυτης ελευθερίας.

Δυο κύριες τάσεις εμφανίζονται στην ουτοπική σκέψη στο διάβα των αιώνων. Η μια, επιδιώκει την ευτυχία της ανθρωπότητας μέσα από την υλική ευημερία, την βύθιση της ατομικότητας τού ανθρώπου μέσα στην ομάδα και μεγαλείο τού κράτους. Η άλλη, ενώ απαιτεί ένα ορισμένο επίπεδο υλικής  άνεσης , φρονεί ότι η ευτυχία είναι αποτέλεσμα της ελεύθερης έκφρασης της ανθρώπινης προσωπικότητας και δεν πρέπει να θυσιάζεται σ’ έναν αυθαίρετο ηθικό  κώδικα ούτε στα συμφέροντα τού κράτους. Οι δυο αυτές τάσεις αντιστοιχούν σε διαφορετικές αντιλήψεις για την πρόοδο. Για τούς αντιεξουσιααστές ουτοπικούς, η πρόοδος μετριέται, όπως και για τον Χέρμπερτ Ρηντ,

Με βάση τον βαθμό διαφοροποίησης μέσα σε μια κοινωνία. Αν το άτομο είναι μια μονάδα μέσα σε μιαν ενοποιημένη μάζα, η ζωή του δεν είναι μόνο κτηνώδης και σύντομη, αλλά ανιαρή και μηχανική. Αν το άτομο είναι μια μονάδα από μόνο του, με χώρο και δυνατότητα   για δική του δράση, τότε ενδέχεται να κινδυνεύει περισσότερο ατυχήματα  ή την τύχη, αλλά μπορεί τουλάχιστον να επεκτείνει και να εκφράση τον εαυτό του.

Μπορεί ν’ αναπτυχθεί  με την μοναδική πραγματική  σημασία της λέξης— ν’ αναπτυχθεί με συνείδηση δύναμης, ζωτικότητας και χαράς. Αλλά όπως επισημαίνει πάλι ο Χέρμπερτ Ρηντ, το παραπάνω δεν  αποτελούσε πάντα  τον ορισμό της προόδου: Πολλοί βρίσκουν ασφάλεια στο πλήθος, ευτυχία στην ανωνυμία και αξιοπρέπια στην ρουτίνα . Το μόνο που ζητούν είναι να ‘ναι πρόβατα που ‘χουν από πάνω τους έναν τσοπάνη, στρατιώτες που ‘χουν από πάνω τους έναν λοχαγό, δούλοι έχουν από πάνω τους έναν τύραννο. Οι λίγοι που θ’ αναπτυχθούν γίνονται οι λοχαγοί και οι ηγέτες αυτών των πρόθυμων οπαδών.

Οι εξουσιαστικές ουτοπίες επιδίωξαν να δώσουν τσομπάνηδες, λοχαγούς στον λαό και τούς βάφτισαν φύλακες, φύλαρχους ή σαμουράι. Οι ουτοπίες αυτές ήταν προοδευτικές στον βαθμό που ήθελαν να καταργήσουν τις οικονομικές ανισότητες, αλλά αντικατέστησαν την παλιά οικονομική με μιαν άλλη: οι άνθρωποι έπαψαν να είναι δούλοι των αφεντάδων η των εργοδοτών τους και έγιναν δούλοι τού έθνους και τού κράτους. Η ισχύς του κράτους βασίζεται μερικές φορές σε ηθική και στρατιωτική ισχύ, όπως στην πολιτεία του Πλάτωνα, στην θρησκεία, όπως στην Χριστιανούπολη του Ανδρέ, ή στην ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και διανομής, όπως στις περισσότερες ουτοπίες τού 19ου αιώνα. Αλλά το αποτέλεσμα είναι παντού το ίδιο: το άτομο υποχρεωτικά συμμορφώνεται σ’ έναν κώδικα νόμων  η ηθικής συμπεριφοράς, που κατασκευάστηκε τεχνητά γι’ αυτό.

Οι αντιφάσεις οι εγγενείς στις περισσότερες ουτοπίες οφείλονται σ’ αυτήν ακριβός την εξουσιαστική προσέγγιση. Οι δημιουργοί των ουτοπιών ισχυρίστηκαν ότι έδωσαν ελευθερία στον λαό, μα η ελευθερία που δίδεται παύει να είναι ελευθερία. Ο Ντιντερό ήταν ένας από τούς λίγους ουτοπικούς συγγραφής που  αρνήθηκε στον εαυτό του το δικαίωμα να νομοθετήσει ως και «να κάνη ο καθείς ότι θελήσει»· αλλά οι δημιουργοί των ουτοπιών στην πλειονότητα  τους ήταν αποφασισμένοι να μείνουν κύριοι των φανταστικών τους πολιτειών.

Ενώ ισχυρίζονται πως δίνουν ελευθερία, θεσπίζουν λεπτομερειακό κώδικα που πρέπει να τηρείται αυστηρά. Στις ουτοπίες τους, υπάρχουν οι νομοθέτες, οι βασιλείς, οι ειρηνοδίκες, οι ιερείς, οι πρόεδροι εθνοσυνελεύσεων κι ωστόσο, αφού ορίσουν, κωδικοποιήσουν, διατάξουν γάμους, εκτελέσεις, εξακολουθούν να ισχυρίζονται ότι οι άνθρωποι είναι ελεύθερη κάνουν ότι θέλουν. Είναι δα ολοφάνερο ότι ο Καμπανέλα φανταζόταν πως είναι ο Μέγας Μεταφυσικός στην δική του Ηλιούπολη, ο Μπαίηκον ιερέας  στον δικό του Οίκο τού Σολομώντα και ο Καμπέ ο νομοθέτης στην Ικαρία του. Όταν έχουν την ευστροφία τού Τόμας Μωρ, μπορούν να  εκφράσουν με πολύ χιούμορ την κρυφή τους λαχτάρα.

Ο Μωρ έγραψε στον φίλο του Έρασμο: «Δεν μπορείς να φανταστείς σε τι έξαρση βρίσκομαι πόσο ψήλωσα και πόσο πιο ψηλά κρατώ το κεφάλι μου τόσο σταθερά σκέπτομαι  πως είμαι μέλος των κυρίων της Ουτοπίας πράγματι, φαντάζομαι πως βαδίζω με το κεράτινο στέμμα στο κεφάλι μου, φορώ έναν φραγκισκάνικο  μανδύα και κουβαλώ την κεράτινη δεσμίδα σαν σκήπτρο, ενώ με υπηρετούν πλήθος λαός της Αμαυρωτίας».

Μερικές φορές, πρέπει άλλοι να επισημάνουν τον ασυνάρτητο χαρακτήρα τού ονείρου τους, όπως όταν ο Γκονζάλες στην  Τρικυμία μιλά στους συντρόφους του για την ιδανική πολιτεία, που θα ήθελε να δημιουργήσει στο νησί του: Γκονζάλες, Θα έφτιαχνα την πολιτεία μου από τ’ αντίθετα όλων των πραγμάτων γιατί κανενός είδους εμπόριο δεν θα επέτρεπα κανέναν διορισμό ειρηνοδίκη– γράμματα δεν θα ξέραμε πλούτη, φτώχεια, και υπηρεσία, καθόλου συμβόλαιο, διαδοχή, από γέννα, δέσιμο με γη, καλλιέργεια της γης, αμπέλια, τίποτε– καμία χρήση μετάλλου, σταριού ή κρασιού ή λαδιού– καμία ασχολία, όλοι οι άνδρες αργοί, όλοι.» το ίδιο κι οι γυναίκες, αλλά αθώες και αγνές– καμία εξουσία – Σεμπάστιαν:  Κι ωστόσο θα είχε βασιλιά. Αντόνιο:  Το τέρμα της πολιτείας του λησμονεί την αρχή.

Μια άλλη αντίφαση των εξουσιαστικών ουτοπιών είναι ότι βεβαιώνουν πως οι νόμοι τους ακολουθούν την τάξη της φύσης, ενώ στην πραγματικότητα ο κώδικας  τους θεσπίστηκε αυθαίρετα. Οι ουτοπικοί συγγραφείς, αντί να προσπαθήσουν ν’ ανακαλύψουν τους νόμους της φύσης, προτίμησαν να τους επινοήσουν ή τους βρήκαν στα «αρχεία της αρχαίας σοφίας». Για μερικούς, όπως για τον Μαμπλύ ή τον Μορελύ, ο κώδικας της φύσης ήταν ο κώδικας της Σπάρτης και, αντί να βασίσουν τις ουτοπίες τους σε ζωντανές κοινότητες και σε ανθρώπους όπως τους γνώριζαν, τις έκτισαν πάνω σε αφηρημένες συλλήψεις. Αυτό ευθύνεται για την τεχνητή ατμόσφαιρα, που επικρατεί στις περισσότερες ουτοπίες: οι Ουτοπιανοί είναι ομοιόμορφα πλάσματα με ταυτόσημες ανάγκες και αντιδράσεις και δεν έχουν συναισθήματα και πάθη, γιατί αυτά θα ήταν έκφραση ατομικότητας.

Η ομοιομορφία αυτή αντανακλάται σε όλες τις πτυχές της ζωής στην Ουτοπία, από τα ρούχα μέχρι το ωρολόγιο πρόγραμμα, από την ηθική συμπεριφορά μέχρι τα πνευματικά ενδιαφέροντα. Όπως επισήμανε ο Χ. Τζ. Ουέλς: Σε όλες σχεδόν τις Ουτοπίες – με εξαίρεση, πιθανόν, την Ουτοπία του Μόρις –  βλέπουμε κτίρια όμορφα αλλά δίχως χαρακτήρα, καλλιέργειες συμμετρικές και τέλειες και πλήθος  ανθρώπους, υγιείς, ευτυχισμένους, καλοντυμένους, μα χωρίς το παραμικρό προσωπικό χαρακτηριστικό γνώρισμα.

Πάρα πολύ συχνά η εικόνα μοιάζει με το ευρετήριο στους πίνακες στέψεων, βασιλικών γάμων, κοινοβουλίων, συνεδρίων και συνάξεων των βικτοριανών χρόνων, στους οποίους, αντί για πρόσωπο, η κάθε μορφή έχει ένα ωοειδές κενό με ευανάγνωστα γραμμένον πάνω του τον αριθμό του». Εξίσου τεχνητό είναι και το περιβάλλον της ουτοπίας. Στο ομοιόμορφο έθνος αντιστοιχεί αναγκαστικά μια ομοιόμορφη χώρα ή πόλη. Η εξουσιαστική αγάπη για την συμμετρία κάνει τους ουτοπικούς να καταργούν βουνά και ποτάμια και μέχρι να φαντάζονται ολοστρόγγυλα νησιά και ολόισιους ποταμούς. Γράφει ο Λιούις Μάμφορντ:

Στην ουτοπία του Εθνικού Κράτους δεν υπάρχουν φυσικές περιφέρειες· και η εξίσου φυσική συγκέντρωση των ανθρώπων σε κώμες, χωριά και πόλεις, που, όπως επισημαίνει ο Αριστοτέλης, είναι πιθανόν η κύρια διάκριση τού ανθρώπου από τ’ άλλα ζώα, γίνεται ανεκτή μόνο με βάση το αποκύημα της φαντασίας ότι το κράτος παραχωρεί στις ομάδες αυτές ένα μερίδιο της παντοδύναμης εξουσίας του ή «κυ­ριαρχίας» όπως λέγεται, και τους επιτρέπει να ζουν από κοινού. Δυστυχώς για τον ωραίο αυτόν μύθο, τον οποίο κοπίασαν να κτίσουν γενεές ολόκληρες δικηγόρων και πολιτικών, οι πόλεις υπήρχαν πολύ πριν απ’ τα κράτη —υπήρχε Ρώμη κοντά στον Τίβερη πολύ πριν υπάρξει ρωμαϊκή αυτοκρατορία— και η γενναιόδωρη άδεια του κράτους είναι απλώς μια ασήμαντη,ρουτινιάρικη επικύρωση του τετελεσμένου γεγονότος …

Αντί ν’ αναγνωρίζει φυσικές περιφέρειες και φυσικές ομάδες ανθρώπων, η ουτοπία του εθνικισμού εγκαθιδρύει με μια γραμμή του τοπογράφου μιαν ορισμένη επικράτεια που την καλεί εθνική επικράτεια και κάνει όλους τους κατοίκους της επικράτειας αυτής μέλη μιας μόνο αδιαίρετης ομάδας, του έθνους, που υποτίθεται πως οι αξιώσεις του είναι υπέρτερες και η ισχύς του μεγαλύτερη από όλων των άλλων ομάδων.  Αυτός είναι ο μοναδικός κοινωνικός σχηματισμός, που αναγνωρίζεται επίσημα στα πλαίσια της εθνικής ουτοπίας. Το κοινό στοιχείο όλων των κατοίκων της επικράτειας αυτής θεωρείται πως έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία απ’ όλα τα πράγματα, που συνδέουν τους ανθρώπους σε επί μέρους κοινωνικές ή βιομηχανικές ομάδες.

Η ομοιομορφία αυτή διατηρείται μ’ ένα ισχυρό εθνικό κράτος. Η ατομική ιδιοκτησία καταργείται στην Ουτοπία, όχι απλώς για να εγκαθιδρύσει την ισότητα μεταξύ των πολιτών, ούτε εξαιτίας της καταστρεπτικής επιρροής της, αλλά επειδή θέτει σε κίνδυνο την ενότητα τού κράτους. Και η στάση απέναντι στην οικογένεια καθορίζεται από την σφοδρή επιθυμία να διατηρηθεί ένα ενιαίο κράτος. Πολλές ουτοπίες μένουν στα πλαίσια της πλατωνικής παράδοσης και καταργούν την οικογένεια μαζί με τον μονογαμικό γάμο, ενώ άλλες ακολουθούν τον Τόμας Μωρ και υποστηρίζουν την πατριαρχική οικογένεια, την μονογαμία και την ανατροφή και την εκπαίδευση των παιδιών μέσα στο μαντρί της οικογένειας. Μια τρίτη ομάδα κάνει έναν συμβιβασμό: διατηρεί τούς οικογενειακούς θεσμούς, αλλά εμπιστεύεται την εκπαίδευση των παιδιών στο κράτος.

Όταν οι Ουτοπίες θέλουν να καταργήσουν την οικογένεια, το θέλουν ουσιαστικά για τους ίδιους λόγους για τους οποίους θέλουν να καταργήσουν την ιδιοκτησία. Η οικογένεια θεωρείται πως ενθαρρύνει τα εγωιστικά ένστικτα και συνεπώς έχει αποσυνθετική επιρροή στην κοινότητα. Από την άλλη μεριά, οι συνήγοροι της οικογένειας θεωρούν την οικογένεια βάση του σταθερού κράτους, απαραίτητο πυρήνα, πεδίο άσκησης για τις αρετές της υπακοής και της νομιμοφροσύνης τις οποίες απαιτεί το κράτος. Πιστεύουν σωστά ότι  η εξουσιαστική οικογένεια όχι μόνο δεν αποτελεί κίνδυνο ενσταλάζοντας στα παιδιά ατομικιστικές τάσεις, αλλά, απεναντίας, τα μαθαίνει να σέβονται την εξουσία του πατέρα αργότερα, θα υπακούουν εξίσου αναμφισβήτητα στις διαταγές τού κράτους.

Ένα ισχυρό κράτος απαιτεί μια άρχουσα τάξη ή κάστα που διαφεντεύει τον υπόλοιπο λαό και, ενώ οι οικοδόμοι των ιδεωδών πολιτειών φρόντισαν ιδιαίτερα να μη διαφθείρει ή να μη διασπά η ιδιοκτησία αυτήν την άρχουσα τάξη, δεν είδαν, κατά κανόνα, τον κίνδυνο να διαφθείρει και να διαιρεί τους άρχοντες και να καταπιέζει τον λαό η αγάπη της εξουσίας. Ο βασικός παραβάτης από την άποψη αυτή ήταν ο Πλάτων. Στους Φύλακές του εμπιστεύτηκε όλη την εξουσία στην πόλη, ενώ ο Πλούταρχος είχε μεν συναίσθηση των καταχρήσεων εξουσίας τις οποίες θα μπορούσαν να κάνουν οι Σπαρτιάτες, αλλά δεν έδωσε γιατρικό. Ο Τόμας Μωρ προέβαλε μια καινούρια αντίληψη: του κράτους που εκπροσωπεί όλους τους πολίτες, εκτός από ολιγάριθμους δούλους. Το καθεστώς του θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε δημοκρατικό δηλαδή, την εξουσία ασκούσαν οι εκπρόσωποι τού λαού. Αλλά οι εκπρόσωποι αυτοί είχαν την εξουσία να διαχειρίζονται τους νόμους και όχι να τους θεσπίζουν, αφού όλοι οι σημαντικοί νόμοι είχαν δοθεί στην χώρα από έναν νομοθέτη.

Συνεπώς το κράτος διαχειριζόταν έναν κώδικα νόμων, που δεν είχε θεσπίσει η κοινότητα. Επιπλέον εξαιτίας της συγκεντρωτικής φύσης αυτού του κράτους, οι νόμοι είναι οι ίδιοι για όλους τους πολίτες και για όλους τους τομείς της κοινωνίας και παραμερίζουν τους διάφορους προσωπικούς παράγοντες. Γι’ αυτό, ορισμένοι ουτοπικοί, όπως ο Τζέραρντ Γουινστάνλεϋ, εναντιώθηκαν στην παραχώρηση της εξουσίας της κοινότητας σ’ ένα κεντρικό όργανο, από φόβο μη χάσει η κοινότητα την ελευθερία  της και θέλησαν να διατηρήσει την αυτόνομη διακυβέρνησή της. Ο Γκαμπριέλ ντε Φουανύ και ο Ντιντερό προχώρησαν ακόμα πιο μακριά: κατάργησαν τελείως τις κυβερνήσεις.

Η ύπαρξη του κράτους προκαλεί και την γέννηση δυο κωδίκων ηθικής συμπεριφοράς, γιατί το κράτος δεν διαιρεί μόνο τον λαό σε κοινωνικές τάξεις αλλά και την ανθρωπότητα σε έθνη. Η νομιμοφροσύνη στο κράτος απαιτεί συχνά την άρνηση των συναισθημάτων αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας που εκ φύσεως υπάρχουν μεταξύ των ανθρώπων. Το κράτος επιβάλλει έναν ορισμένο κώδικα συμπεριφοράς, που διέπει τις σχέσεις μεταξύ των πολιτών της πολιτείας κι έναν άλλον, που διέπει τις σχέσεις των πολιτών με τους δούλους ή τους «βαρβάρους». Όλα όσα απαγορεύονται στις σχέσεις μεταξύ ίσων επιτρέπονται απέναντι σε όσους θεωρούνται κατώτερα όντα.

Ο ουτοπιανός πολίτης είναι αβρός και ευγενικός προς τους ίσους του, αλλά σκληρός στους δούλους του αγαπά την ειρήνη στην πατρίδα, αλλά διεξάγει τους πιο αδυσώπητους πολέμους στο εξωτερικό. Όλες οι ουτοπίες, που ακολουθούν τα χνάρια του Πλάτωνα, δέχονται αυτόν τον δυϊσμό στον άνθρωπο. Πράγματι ο δυισμός αυτός υπάρχει στην κοινωνία όπως την ξέρουμε, αλλά ίσως να είναι παράξενο που δεν εξαλείφθηκε στην «τέλεια κοινωνία». Το οικουμενικό ιδανικό του Ζήνωνα που, στην Πολιτεία-του, διακήρυξε την αδελφοσύνη των ανθρώπων όλων των εθνών, σπάνια υιοθετήθηκε από τους ουτοπικούς συγγραφείς.

Οι περισσότερες ουτοπίες αποδέχονται τον πόλεμο ως αναπόδραστο μέρος του συστήματος τους, όπως και όντως συμβαίνει, γιατί η ύπαρξη του εθνικού κράτους γεννά πάντα πολέμους. Το αυταρχικό ουτοπικό κράτος δεν επιτρέπει να υπάρχει προσωπικότητα ισχυρή και ανεξάρτητη, που να διανοείται την αλλαγή ή την εξέγερση. Αφού οι ουτοπικοί θεσμοί θεωρούνται τέλειοι, εξυπακούεται ότι δεν επιδέχονται βελτίωση.  Το ουτοπικό κράτος είναι ουσιαστικά στατικό και δεν επιτρέπει στους πολίτες του ν’ αγωνιστούν για, ή έστω να ονειρευτούν, μια καλύτερη ουτοπία.

Αυτή η συντριβή της προσωπικότητας τού ανθρώπου παίρνει πολλές φορές αληθινά ολοκληρωτικό χαρακτήρα. Αυτός, που αποφασίζει για το σχέδιο των πόλεων και των σπιτιών, είναι ο νομοθέτης ή η κυβέρνηση· τα σχέδια αυτά προετοιμάζονται σύμφωνα με τις ορθολογικότερες βασικές αρχές και την καλύτερη τεχνική γνώση, αλλά δεν είναι η οργανική έκφραση της κοινότητας . Ένα σπίτι, όπως και μια πόλη, ενδέχεται να είναι καμωμένο από άψυχα υλικά, αλλά πρέπει να ενσαρκώνει το πνεύμα εκείνων που το έκτισαν. Παρόμοια, οι ουτοπικές στολές ενδέχεται να είναι πιο άνετες και θελκτικές από τα συνηθισμένα ρούχα, αλλά δεν σού επιτρέπουν να εκφράσεις την ατομικότητά σου.

Το ουτοπικό κράτος είναι ακόμα πιο θηριώδες στο θέμα της καταστολής της ελευθερίας του καλλιτέχνη. Ο ποιητής, ο ζωγράφος, ο γλύπτης, πρέπει να γίνουν υπηρέτες και προπαγανδιστές του κράτους. Τους απαγορεύεται να εκφραστούν ατομικά για αισθητικούς ή για ηθικούς λόγους, αλλά ο πραγματικός στόχος είναι η συντριβή της παραμικρής εκδήλωσης της ελευθερίας. Οι περισσότερες ουτοπίες θα αποτύγχαναν στην «δοκιμασία της  τέχνης», την οποία πρότεινε ο Χέρμπερτ Ρηντ:

Ο Πλάτων, όπως πολύ συχνά και πολύ αυτάρεσκα θυμούμαστε, απέβαλε τον ποιητή από την Πολιτεία του. Μα η Πολιτεία εκείνη ήταν απατηλό πρότυπο τελειότητας. Ίσως να την υλοποιούσε ένας κάποιος δικτάτορας, αλλά μπορούσε να λειτουργήσει μόνο σαν μηχανή —μηχανικά. Οι δε μηχανές λειτουργούν μηχανικά μόνο επειδή είναι φτιαγμένες από νεκρά ανόργανα υλικά. Αν θέλετε να εκφράσετε την διαφορά ανάμεσα σε μια οργανική προοδευτική κοινωνία και ένα στατικό ολοκληρωτικό καθεστώς, μπορείτε να το κάνετε με μια λέξη: την λέξη τέχνη. Μόνο αν επιτρέπεται στον καλλιτέχνη να λειτουργεί ελεύθερα μπορεί η κοινωνία να ενσαρκώνει εκείνα τα ιδεώδη της ελευθερίας και της πνευματικής ανάπτυξης, που φαίνονται στους περισσότερους από μάς οι μοναδικές άξιες επικυρώσεις της ζωής.

Οι ουτοπίες, που επιτυγχάνουν στην δοκιμασία αυτή, είναι όσες εναντιώνονται στην αντίληψη του συγκεντρωτικού κράτους, όσες προβάλλουν ομοσπονδία ελεύθερων κοινοτήτων, στις οποίες το άτομο μπορεί να εκφράζει την προσωπικότητά του χωρίς να υποτάσσεται στις κυρώσεις ενός τεχνητού κώδικα, στις οποίες η ελευθερία δεν είναι μια αφηρημένη λέξη αλλά εκδηλώνεται συγκεκριμένα σε έργα, είτε του ζωγράφου είτε του οικοδόμου. Οι ουτοπίες αυτές δεν ασχολούνται με την νεκρή δομή της οργάνωσης της κοινωνίας, αλλά με τα ιδεώδη, πάνω στα οποία μπορούμε να κτίσουμε μια καλύτερη κοινωνία. Οι αντιεξουσιαστικές ουτοπίες είναι πιο ολιγάριθμες και  άσκησαν μικρότερη επιρροή απ’ τις άλλες, επειδή δεν προέβαλαν ένα έτοιμο σχέδιο αλλά τολμηρές, ανορθόδοξες ιδέες· επειδή απαίτησαν να είναι ο κάθε άνθρωπος «μοναδικός» και όχι ένας ανάμεσα στους πολλούς.

Όταν η ουτοπία δείχνει μια ιδεώδη ζωή δίχως να γίνεται σχέδιο, δηλαδή  άζωη μηχανή που εφαρμόζεται πάνω σε ζωντανή ύλη, γίνεται αληθινά η πραγματοποίηση της προόδου. {…}

 

Σημειώσεις  (του επιμελητή)

α) Αυτό το ολυμπιακό μότο (δόγμα) έχει κυριεύσει  ολη την καθημερινή μας ζωή, την εργασία, το σχολείο, τις κοινωνικές μας σχέσης, είναι το κεντρικό μότο του ανταγωνισμού, η ουσία  του νεοφιλελεύθερου ολοκληρωτικού καπιταλισμού.

Σε αντίθεση με το ολυμπιακό δόγμα  ο Γιώργος Κολέμπας μέσα από το κείνο του «Η επανανοηματοδότηση της ζωής μας» σκιαγραφεί  και προτείνει  μια εναλλακτική  – alternative – λύση ενάντια  στον σημερινό ζόφο.

{…} Κατευθυντήρια γραμμή  για την ευζωία -αξιοβίωτη ζωή προτείνουμε μια σειρά όρους που αρχίζουν όλοι από το γράμμα Ε:

1. Επιβράδυνση στον χρόνο:  Όχι όλο και πιο γρήγορα και επιφανειακά, αλλά πιο αργά και σε βάθος!

2. Εγγύτητα στον χώρο: Όχι όλο και πιο μεγάλα, όλο και πιο μακριά και παγκοσμιοποιημένα, αλλά πιο μικρά, πιο κοντά και τοπικά!

3. Επάρκεια στην ιδιοκτησία, στα μέσα και τους πόρους διαβίωσης: Όχι όλο και περισσότερα, αλλά ποιότητα, επάρκεια, τα λιγότερα είναι συνήθως αρκετά! Όχι μιας χρήσης και με ημερομηνία λήξης, αλλά καλύτερα και πιο γερά! Όχι απρόσωπα και ομογενοποιημένα, αλλάπιο όμορφα και προσωπικά !

4. Ενσυναίσθηση στις διανθρώπινες σχέσεις και στις σχέσεις με τις άλλες μορφές ζωής: Όχι εμπορευματοποίηση και ωφελιμισμός, αλλά αναγνώριση της διαφορετικότητας και συμπάθεια-αλληλοστήριξη!

5. Επαναοικειοποίηση τόπων, Κοινών συλλογικών αγαθών και χρόνου: Όχι καταστροφή τόπων και Κοινών με «ανάπτυξή» τους και αύξηση του εργάσιμου χρόνου, αλλά αποκατάστασηεπανάκτησηυποστήριξή τους και αύξηση του ελεύθερου προσωπικού χρόνου για αυτοπραγμάτωση-αυτοανάπτυξη!

6. Ευρύτητα στη γνώση και τις δεξιότητες: Όχι εξειδίκευση και προώθηση του μονοδιάστατου οικονομικού ατόμου, αλλά ολιστική πολύπλευρη γνώση και ολοκληρωμένα πρόσωπα!

7. Επανανοηματοδότηση στη συνείδηση και τη ζωή: Όχι όλο και πιο ανταγωνιστικά, αλλά συνεργατικά και αλληλέγγυα! όποιος φροντίζει για όλους, φροντίζει και για τον εαυτό του! {…}

β)  Πέρσι Σέλλεϋ https://el.wikipedia.org

γ) Όσκαρ Ουάιλντ, από το βιβλίο του «Η Ψυχή του Ανθρώπου στον Σοσιαλισμό»

δ) Απόσπασμα από το βιβλίο «Εγχειρίδιο ιστορικότητας λόγου και δράσης. Σύνοψη του κοινωνικού αναρχισμού» σε pdf

ε) Μάρεϊ Μπούκτσιν (Murray Bookchin,1921 – 2006)

ζ) Μάρεϊ Μπούκτσιν  «Ξαναφτιάχνοντας την κοινωνία»

 η) Η Μαρία-Λουίζα Μπερνέρι (1918-1949) κόρη του Καμίλο Μπερνέρι  στη σύντομη ζωή της – στα 31 χρόνια της πέθανε από καρκίνο –   υπήρξε συγγραφέας πολλών κειμένων και βιβλίων για την ισπανική και τη ρωσική επανάσταση, για τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και για τις κοινωνικές εξεγέρσεις, όλα κοιταγμένα από το πρίσμα του αναρχισμού και της αντιεξουσιαστικής κοσμοαντίληψης.

ml_berneri

Για το βιβλίο της ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΟΥΤΟΠΙΑ αξιώθηκε από τον Λιούις Μάμφορντ έναν γενναιόδωρο έπαινο: «Παλαιός μελετητής των ουτοπιών κι εγώ, βλέπω με ιδιαίτερη συμπάθεια το βιβλίο της Μπερνέρι, γιατί είναι η περιεκτικότερη και διεισδυτικότερη μελέτη των ιδεωδών πολιτειών που έχει γραφεί μέχρι σήμερα. Αυτό που δίνει στο βιβλίο της την ιδιαίτερη αξία του είναι το τολμηρό μυαλό και το φλογερό πνεύμα της συγγραφέως του.

Η Μπερνέρι είναι εχθρός των δυνάμεων που θέλουν να μετατρέψουν τον άνθρωπο σε δουλικό αυτόματο και φίλος όσων ευνοούν την ελευθερία και τη δημιουργική έκφραση». – Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο χρήσιμος διαχωρισμός που επιχειρεί των εξουσιαστικών ουτοπιών από τις αντιεξουσιαστικές, κλίνοντας υπέρ των δεύτερων.

Όλες οι ουτοπίες, θυμίζει η Μπερνέρι, μιλούν για «κτίρια όμορφα αλλά δίχως χαρακτήρα, καλλιέργειες συμμετρικές και τέλειες, και πλήθος ανθρώπους υγιείς, ευτυχισμένους, καλοντυμένους, μα χωρίς το παραμικρό προσωπικό χαρακτηριστικό γνώρισμα». – Στην άλλη όχθη, οι αντιεξουσιαστικές ουτοπίες προτείνουν σχήματα που δεν απειλούν την ιδιαιτερότητα κάθε ανθρώπου, προνοώντας έναν κόσμο στον οποίο ο κάθε άνθρωπος θα είναι «μοναδικός και όχι ένας ανάμεσα σε πολλούς».

Και συνεχίζει  για το βιβλίο ο Λιούις Μάμφορντ

«Παλιός μελετητής των ουτοπιών κι εγώ, βλέπω με ιδιαίτερη συμπάθεια το βιβλίο της Μαρία-Λουίζα Μπερνέρι, γιατί είναι η περιεκτικότερη και διεισδυκότερη μελέτη των ιδεωδών πολιτειών που έχει γραφεί μέχρι σήμερα. Αυτό, που δίνει στο βιβλίο την ιδιαίτερη αξία του, είναι το τολμηρό μυαλό και το φλογερό πνεύμα της συγγραφέως του. Η Μπερνέρι είναι εχθρός των δυνάμεων, που θέλουν να μετατρέψουν τον άνθρωπο σε δουλικό αυτόματο και φίλος όλων όσα ευνοούν την ελευθερία και την δημιουργική έκφραση.

Η Ουτοπία έχει τόσο πολλούς κύκλους, όσους η Κόλαση του Δάντη’ η Μπερνέρι είναι ο καλύτερος οδηγός που μπορούμε να έχουμε, όταν επισκεπτόμαστε την Ουτοπία: δεν φοβάται ν’ αφήσει τους κατοίκους της Ουτοπίας να μας μιλήσουν, ούτε και να μας αφήσει να βγάλουμε μόνοι μας τα συμπεράσματα απο την περιήγησή μας. Κοντολογίς, εξαίρετο πραγματικά βιβλίο.»

Κατά τον Τζώρτζ Γούντκοκ, «το βιβλίο της Μπερνέρι παρουσιάζει ενδιαφέρον όχι μόνον ακαδημαϊκό. Γιατί είναι κάτι πολύ περισσότερο από συμπίλημα και κριτική αποτίμηση των Ουτοπιών’ απεικονίζει εντυπωσιακά την στενή και μοιραία σχέση της ουτοπικής σκέψης με την κοινωνική πραγματικότητα […] και μας προειδοποιεί για την καταστροφή που μας απειλεί, όταν προσβλέπουμε σ’ έναν διατεταγμένο και τακτοποιημένο κόσμο.»

 Πηγη: https://avrakotos.wordpress.com/2018/08/15/

 Philip Glass – Glassworks 

Περιεχόμενα:
0:00 – Opening (άνοιγμα)  6:24 – Floe ( παγετώνας )  12:24 – Island (νησί)  20:04 – Rubric (Ρουμπρίκα) 27:08 – Façades ( προσόψεις ) 33:30 – Closing (κλείσιμο)

Πηγή:  avrakotos.wordpress.com  

Τελευταία τροποποίηση στις Τρίτη, 28 Αυγούστου 2018 15:44

Προσθήκη νέου σχολίου

Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση