Είσαι το ίδιο πρόσωπο με τον τέκτονα των ύμνων;
Σε ρωτάω επειδή καθόλου δεν φαίνεσαι
αλλά γιατί δεν σε βλέπω;
Ταξιδεύεις πίσω από την ομιλία;
Πίσω από την κραυγή του οργασμού την αστάχωτη;
Ακούγεσαι σαν άτεκνη ευφυία –
Σ’αρέσει να μιλάς με τα λόγια ενός παιδιού σ’έναν άρρωστο κόσμο;
Έχεις μόνο αποκαλυπτικό κόσμο;
Έχεις κάτι να μου δώσεις ; κάποιον γραμμένο κώδικα;
Τότε κάνε γρήγορα γιατί ο κόσμος ξυπνάει ως μυστικό -
....................................................
Ιερατυπικός ύμνος.
Φαιακικό πλοίο. Αιολικά αποθέματα.
Χτυπάει ο χρυσός συναγερμός των άστρων.
Απ’τα ιερά ανθρώπινα εργαλεία
( απ’τα ιερά κι ανεξίθρησκα )
ακούγεται μόνο το Τάλαντον
Το φαιακικό θαλάσσιο ξύλο
πάνω στα μεγάλα νερά της θαλάσσης – μεταφέρει
μια άφωνη αποστολική οδηγία σ’ένα σοφό λαϊκό τεχνίτη
( αν αυτός δεν ζει τότε με άγνωστο παραλήπτη)
μακριά απ’την παγκόσμια αναπηρία του επιδεικνύεσθαι
μακριά από τις χώρες του φαίνεσθαι
όπου συνεδριάζει η Διοίκηση : η Σοφιστική του Εγκλήματος
μαζί με την οικογένεια του απροκάλυπτου εγκλήματος
σε μία ισόβια συνεδρίαση που τρέχει
για να δώσουν έναν σκοτωμό – αυτόν που γυρεύουν να ξεκάνουν
τον αποκαλούν κοροϊδευτικά ή συνθηματικά Τίμαιο
ίσως επειδή ασπάζεται τις αντιλήψεις
και κρατάει στα χέρια του τα νήματα
του πλατωνικού υποκόσμου
θέλουν να του δώσουν να πιει το στριγγλοβότανο –
αλλά το κρίσιμο μυστικό ήδη ταξιδεύει
και με το δημώδες σύνθημα:
«μάγισσες μεταφέρουν νερό με κόσκινα»
περνάει τη θάλασσα
περνάει τη θάλασσα
Μια άφωνη αποστολική οδηγία προς τον αιώνιο τεχνίτη –
στο όνομα της μεταρσίωσης
Ταξιδεύει η μία και αδιαίρετη παράδοση του κόσμου
με άγνωστο παραλήπτη.
Το πιο πολυμήχανο επινόημα του διαβόλου
ότι τάχα ο ίδιος είναι πρόληψη
τραγουδισμένο πνευματικά –
Όσοι κρατιούνται από τις ρίζες της συμπόνοιας αφήνονται –
ο αέρας ωρύεται:
δώσε μου τον κόσμο
και οι μύθοι ταξιδεύουν τα κομμάτια του
αποκλειστικά για τον ραψωδό –
Κάτω από το βυζαντινό κύμα
τα ψάρια είναι τρομαγμένα –
Στον ουρανό το όστρακο ενός ναυτίλου:
Το αυστηρό φεγγάρι που ελέγχει τη γονιμότητα.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
Μα ποιος τραγουδάει;
Ποιος λέει αυτούς τους ύμνους; Ποιος ψέλνει;
«Το να πας στην αλήθεια
Εξαρτάται από ένα ψεύτικο ράγισμα
τόσο λίγο αληθινή είναι η αλήθεια» -
Και ναι μεν στο αρχιπέλαγος των κρυμμένων πραγμάτων
τα ψάρια είναι τρομαγμένα
Αλλά εδώ κάποιος λέει ύμνους από βασάλτη:
« Ώστε όταν πια δεν είμαι τίποτα
τότε γίνομαι πραγματικά άνθρωπος;»
( ένας ιθαγενής
ασπάζεται τις αντιλήψεις του πλατωνικού υποκόσμου;)
κοιτάει να διδάξει με ύμνους αρχαϊκή οντολογία;
δηλαδή ισχυρίζεται ότι είναι πραγματικός
στο βαθμό που παύει να είναι ο εαυτός του;
( και χρησιμοποιεί γι’αυτή την αρχαϊκή οντολογία
βροχή και ύμνους από βασάλτη) –
…………………………………………………………………………
Τα σπλάχνα μου ανέβαιναν σαν πλοίο
σε ώρα τρικυμίας φοβερής
είχε χαθεί η εντολή του ουρανού
και όλα δεν ήταν παρά επιβίωση -
Και συνέχισα:
«Κάποιοι πέσαν απ’ τους ψηλούς πύργους των ελπίδων τους
χωρίς να τους σπρώξει κανένας.
Η τέχνη έγινε άθυρμα και συμπτωματική τέρψη.
Ό, τι δεν είναι μνημειακό δεν είναι τέχνη: ( Εδώ που τα λέμε; )
Το ανθισμένο άγιο κλωνάρι του φυτεύματος της αλήθειας
δεν καταλογίστηκε και δεν γνώστηκε
και σφραγίστηκε το μυστήριό του -
αλλά σε κάποιον που εκπαιδεύτηκε ως δαίμων
δόθηκε η γλώσσα των παροιμιών της σάρκα σου
να τη φυγαδεύσει;
έτσι να'γινε άραγε κτίσμα από χώμα και νερό;
αυτός θα διδάξη τη γνώση
πως ν'αποφύγει να γίνει άγνοια του πνευματικού; άκουσα καλά; "
..........................................................................................................
Θαύμαζα στον ουρανό το όστρακο ενός ναυτίλου
Το αυστηρό φεγγάρι που ελέγχει τη γονιμότητα
όταν άκουσα " μόνο ο θεός μπορεί να ερμηνέψει τον ήρωα".
.......................................................................................................................................................................................
Έχω αρχαίο φρόνημα
γι'αυτό καθόμουν ώρες και περίμενα αγόγγυστα
το δαίμονα του πράγματος που δεν ακολουθείται
για να με οδηγήσει στο ορεινό δάσος της γλώσσας -
Κανένα βράδυ να τα πούμε - εξάπαντος ναι -
να μη χαθούμε
πάνω στα βάσανα που ο άνθρωπος επιβάλλει στον άνθρωπο
πόσοι δεν έχουν χαθεί
πάνω στην αιχμηρή κορυφογραμμή της χαρμολύπης
αλλά εμείς να μη χαθούμε, να καταφέρουμε να τα πούμε
και μαζί να ψάλουμε: Αφανείς σαν το νόημα ( για τις Ερινύες ) -
Το μονοπάτι ήταν σαν κειμήλιο.
Μετά μεσουράνησε η Αντιόπη
η ομορφιά του ολόγιομου φεγγαριού
(προσωποποιημένη)
.............................................................................................................
Ώρες ατέλειωτες περίμενα
το δαίμονα του πράγματος που δεν ακολουθείται
και δεν ερχόταν να με οδηγήσει.
Η οδός του δρόμου του έμενε απάτητη
σαν πικιωνικό μονοπάτι.
Καθώς δεν είχα άλλη συντροφιά κι ο δαίμονας αργούσε
διάλεξα ένα από τα μελάνια μου:
" μαύρο κληματόβεργας"
Διάλεξα το μελάνι, είδα τη νεκρική πιρόγα, άκουσα το Τάλαντον.