Μου ζήτησε λεφτά για να φάει. Πήγα να τον προσπεράσω στα γρήγορα. Να κλέψω τη φάση. Να ισχυριστώ ότι δεν τον άκουσα, ακόμη και ότι δεν τον είδα. Σκέφτηκα την ταλαιπωρία του και σταμάτησα μπροστά του. Του έκανα νόημα να περιμένει, έβγαλα από την τσέπη μου 20 λεπτά και του τα έδωσα. Τα πήρε και χτύπησε ελαφριά το στήθος του σαν να είπε ευχαριστώ . Τον προσπέρασα. Νόμισα.
Δεν τον προσπέρασα όμως. Είναι εκεί, τον βλέπω με την άκρη του ματιού μου. Μου ζήτησε λεφτά για να φάει και του έδωσα 20 λεπτά. Με 20 λεπτά δεν μπορεί να αγοράσει ούτε ένα κουλούρι!
Δεν θα πω ότι ζητιανεύει για τη δόση του, ούτε ότι κάνει το ζητιάνο γιατί είναι τεμπέλης. Δεν με νοιάζει. Δεν μου ζήτησε τίποτα άλλο εκτός από λεφτά για φάει κάτι. Κι εγώ, μικρόψυχος και άστοχος... Από εχθές τον βλέπω συνεχώς με μισό ευρώ στο χέρι, να μπαίνει σε ένα φούρνο για να διαλέξει το κουλούρι του. Για λίγο, στα ζεστά. Για λίγο, φαγωμένος.