Με έναυσμα την πρόσφατη κυκλοφορία του τόμου Τέχνη Ρητορική (σε μετάφραση-εισαγωγή και επιμέλεια Παντελή Μπασάκου), ο δρ φιλοσοφίας και μεταφραστής Γιώργος Καράμπελας μας συστήνει με ελκυστική διαύγεια τον εν λόγω τόμο. Παράλληλα ο Βασίλης Κάλφας, καθηγητής φιλοσοφίας στο ΑΠΘ, διατρέχει εποπτικά το όλο φιλόδοξο εγχείρημα, τόσο στην ιστορική, στοχαστική και παιδευτική του διάσταση όσο και στην ευρύτερη πρόσληψη του αριστοτελικού έργου στα καθ’ ημάς, τέλος, ο ομότιμος καθηγητής φιλοσοφίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Παντελής Μπασάκος μας μεταφέρει την αύρα της πειθαρχίας, του μόχθου αλλά και της απόλαυσης, με τη δέουσα πάντα μελαγχολική ειρωνεία που γεννάει η συμβίωση πλάι σε κείμενα αυτού του βάθους κι αυτής της διάρκειας.
Επιμέλεια: Μισέλ Φάις
Αν θέλετε να διαβάσετε μια ιστορική περιήγηση των βιβλίων και της σκέψης του Αριστοτέλη στον Ελλαδικό χώρο από τον Βασίλη Κάλφα πατήστε εδώ
Ο Αριστοτέλης ( Στάγειρα Χαλκιδικής 384 - Χαλκίδα 322 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος και πολυεπιστήμονας. Τα έργα του αναφέρονται σε διάφορες επιστήμες όπως φυσική, βιολογία, ζωολογία, μεταφυσική, λογική, ηθική, ποίηση, θέατρο, μουσική, ρητορική, πολιτική κ.ά, τα οποία συνιστούν το πρώτο ολοκληρωμένο σύστημα στη Δυτική Φιλοσοφία. Σε ηλικία 17 ετών εισέρχεται στην Ακαδημία του Πλάτωνα, στην Αθήνα, και παραμένει εκεί έως τα 37 του έτη. Μετά τον θάνατο του Πλάτωνα, φεύγει από την Αθήνα και κατόπιν εντολής του Φιλίππου, αναλαμβάνει το 343 π.Χ./42 τη διδασκαλία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το 335, όταν ο Αλέξανδρος συνέτριψε την αντίσταση των Θηβαίων και αποκατέστησε την ησυχία στη νότια Ελλάδα, ο Αριστοτέλης πήγε στην Αθήνα και ίδρυσε δική του Περιπατητική φιλοσοφική σχολή, το Λύκειο του Αριστοτέλη, ανάμεσα Λυκαβηττού και Ιλισσού. Το 323 π.Χ. με την είδηση του θανάτου του Μ. Αλεξάνδρου οι οπαδοί του αντιμακεδονικού κόμματος νόμισαν ότι βρήκαν την ευκαιρία να εκδικηθούν τους Μακεδόνες στο πρόσωπο του Αριστοτέλη και τον μήνυσαν. Ο Αριστοτέλης όμως, επειδή κατάλαβε τα πραγματικά κίνητρα και τις αληθινές προθέσεις των μηνυτών του, έφυγε για τη Χαλκίδα, προτού γίνει η δίκη του (323 π.Χ.). Εκεί έμεινε, στο σπίτι που είχε από τη μητέρα του, μαζί με τη δεύτερη σύζυγό του την Ερπυλλίδα και με τα δύο του παιδιά, το Νικόμαχο και την Πυθιάδα.
Ο Αριστοτέλης απεβίωσε τον Οκτώβριο του 322 π.Χ. στη Χαλκίδα από στομαχικό νόσημα, μέσα σε θλίψη και μελαγχολία. Το σώμα του μεταφέρθηκε στα Στάγειρα, όπου θάφτηκε με εξαιρετικές τιμές. Οι συμπολίτες του τον ανακήρυξαν "οικιστή" της πόλης και έχτισαν βωμό πάνω στον τάφο του. Στη μνήμη του καθιέρωσαν γιορτή, τα "Αριστοτέλεια", και ονόμασαν έναν από τους μήνες "Αριστοτέλειο". Η πλατεία όπου θάφτηκε ορίστηκε ως τόπος των συνεδρίων της βουλής.
Φεύγοντας από την Αθήνα, διευθυντή της σχολής άφησε το μαθητή του Θεόφραστο, που τον έκρινε ως τον πιο κατάλληλο. Έτσι το πνευματικό ίδρυμα του Αριστοτέλη εξακολούθησε να ακτινοβολεί και μετά το θάνατο του μεγάλου δασκάλου.Oι Αλεξανδρινοί υπολόγιζαν ότι ο Αριστοτέλης έγραψε 400 περίπου συνολικά βιβλία. Μεγάλο μέρος από το έργο του αυτό χάθηκε. Ανήκε στην κατηγορία των δημόσιων ή "εξωτερικών" μαθημάτων και ήταν γραμμένα σε μορφή διαλογική. Από αυτά σώθηκε μόνο η Αθηναίων Πολιτεία, σ' έναν πάπυρο που βρέθηκε στην Αίγυπτο. Τα σωζόμενα σήμερα έργα του αντιστοιχούν στη διδασκαλία που ο Αριστοτέλης έκανε στους προχωρημένους μαθητές του και που λέγονται "ακροαματικές ή εσωτερικές". ( Από τη Βικιπαίδεια).