Δευτέρα, 13 Μαΐου 2024 11:03

Είμαι ηλίθιος, του Χρήστου Χωμενίδη

Επιλέγων ή Συντάκτης 
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

capital3Περνάμε την πύλη του αεροδρομίου JFK στις έξι και τριανταέξι το απόγευμα. Με την ψυχή στο στόμα. Η πτήση για Αθήνα είναι στις οκτώ και είκοσι. Το θυμάμαι από προηγούμενα ταξίδια μου, μού το είχαν τονίσει κι αυτή τη φορά πως πρέπει να βρίσκεσαι στο αεροδρόμιο τουλάχιστον τρεις ώρες πριν από την πτήση.

Ειδάλλως κάτι να συμβεί, κάποια ουρά να κολλήσει, ένας έλεγχος ασφαλείας να καθυστερήσει, την έχασες. Όπερ καταστροφή. Μένεις με ένα - με δύο στην προκειμένη - άχρηστα εισιτήρια στο χέρι.

Πρέπει να βγάλεις καινούργια, να πληρώσεις ξενοδοχείο, μια μικρή οικονομική καταστροφή, ένα αίσθημα ντροπής κυρίως ότι από τους τριακόσιους επιβάτες εσύ μονάχα έμεινες απέξω, εσύ και η δεκατριάχρονη κόρη σου, στην εκτίμηση της οποίας θα κατρακυλήσεις. "Εάν δεν μπορείς να προφτάσεις ένα αεροπλάνο, πώς να σε εμπιστεύομαι;" θα σκέφτεται κοιτάζοντάς σε με απαξία - ίσως και με οίκτο…

Να τα ρίξεις στον φίλο σου, που επέμενε να σας πάει με το αμάξι του; Ας πάταγες εγκαίρως πόδι. Ας μπαίνατε στο τρένο. Να ενοχοποιήσεις την απερίγραπτη κυκλοφοριακή συμφόρηση; Να κουνήσεις το δάχτυλο στους Αμερικάνους που δεν διαπλατύνουν τους δρόμους - "από το Σύνταγμα στο 'Ελευθέριος Βενιζέλος' ζήτημα αν κάνεις σαρανταπέντε λεπτά!" να εκραγείς σαν γραφικός Ελληνάρας; Να θυμηθείς το Κάιρο όπου οδηγούν με το χέρι μονίμως στην κόρνα, αλλάζουν διαρκώς λωρίδες, κάνουν σλάλομ, καβαλάνε εν ανάγκη διαχωριστικές νησίδες; - για αυτό η Αίγυπτος θεωρείται υπανάπτυκτη χώρα… Ενώ η πρόοδος της Αμερικής βασίζεται στην πειθαρχία ακριβώς των πολιτών της. Στη συμμόρφωση του καθενός προς το καθήκον του, όσο ανιαρό - ή θλιβερό - κι αν είναι.

Οι υπάλληλοι του αεροδρομίου έχουν εκπαιδευτεί σαν βοσκοί. Ξέρουν να σαλαγάνε ανθρώπους, να τους κατευθύνουν στην κατάλληλη ουρά, να τους στοιχίζουν, να επιταχύνουν τον ρυθμό τους. Δεν πρόκειται για εργασία δημιουργική, ευχάριστη, καλά αμειβόμενη έστω. Λιώνεις στην ορθοστασία. Ιδρώνεις μέσα στη στολή σου. Επιστρέφεις κάθε μέρα στο σπίτι σου με ένα υπαρξιακό - φαντάζομαι - κενό. Έχεις προϋπαντήσει και ξεπροβοδίσει τόσο κόσμο κι εσύ κολλημένος εκεί. Το δικό σου ταξίδι JFK - Μπρονξ ή Λονγκ Άιλαντ. Και πάλι πίσω. Ίσως κάποτε να αξιώθηκες έναν μήνα του μέλιτος στη Φλόριντα. Ίσως, αν είσαι μετανάστης πρώτης γενιάς, να περνάς ένα στα τρία καλοκαίρια στη Σικελία, στην Κρήτη - ένα στα τρία καλοκαίρια με το ζόρι, η τσέπη σου δεν αντέχει συχνότερα… Νοιώθεις έτσι κι αλλιώς αφομοιωμένος στην Αμερική κι ας ακούς το ραδιόφωνο της παλιάς σου πατρίδας. Κι ας μερακλώνεις με ζεϊμπέκικα ή με φάντος όποτε έρχονται τραγουδιστές από την Πορτογαλία ή την Ελλάδα. Όσο διαρκεί πάντως η βαρδιά, καλά-καλά ούτε το όνομά σου δεν θυμάσαι. Η μικρή εξουσία που σου έχει δώσει η εταιρεία σου απαιτεί, για να την ασκήσεις, απόλυτη συγκέντρωση. Φέρεις ευθύνη. Εάν κάτι πάει στραβά, θα κληθείς σε απολογία. Πρέπει άρα να είσαι βλοσυρός. Ψαρωτικός.

"Τσεκ ιν θα κάνετε στα μηχανήματα! Εκεί θα παραδώσετε και τις αποσκευές σας!" μάς διατάζουν. 

Το κομπιούτερ, το ρομπότ, ο αλγόριθμος σαρώνει τους ταμίες από τα σούπερ μάρκετ και τις τράπεζες. Τους υπαλλήλους από τα γκισέ των αεροδρομίων. Τους επανεκπαιδεύουν άραγε; - τους τοποθετούν σε άλλα πόστα; Ή τους γλυκαίνουν απλώς το χάπι με αποζημιώσεις λόγω "εθελούσιας εξόδου" και τους σπρώχνουν στη χωματερή της αεργίας; Και οι CEO ωστόσο οφείλουν να επιλέγουν τις οικονομικότερες λύσεις. Τα συμφέροντα των μετόχων περιφρουρούν, δεν ασκούν κοινωνική πολιτική… 

Ασθμαίνοντες σέρνουμε τις βαλίτσες προς το μηχάνημα. Η ώρα έχει πάει επτά παρά δέκα. Τότε συμβαίνει η κόμπλα. Μας ζητείται να πληκτρολογήσουμε τους αριθμούς των εισιτηρίων μας. Πού θα τους βρούμε; Στο σχετικό μέιλ. Πώς θα το ανασύρουμε από το κινητό εφόσον το wifi του αεροδρομίου σούρνεται, ουσιαστικά δεν λειτουργεί; "Έπρεπε να το έχουμε φωτογραφίσει!" κάνει η κόρη μου. Στερνή μου γνώση να σ’είχα πρώτα. 

Πώς να εξηγήσω την κατάσταση στην υπάλληλο; Το πιθανότερο; Να σηκώσει τους ώμους. "Πρόβλημά σας…" Θα της αλλάξω γνώμη επιχειρηματολογώντας, απειλώντας, βάζοντας τα κλάματα; Καμιά ελπίδα. Έτσι δε και δυναμώσω τον τόνο της φωνής μου, έτσι και λογομαχήσω μαζί της, θα σπεύσει ο υπεύθυνος ασφαλείας, σεκιουριτάς ή αστυνομικός. Τη χάσαμε την πτήση. 

Ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται. "Έχω ανάγκη να κάνω τσεκ ιν με τον παραδοσιακό τρόπο" της δηλώνω. "Γιατί;" με κοιτάει στραβά. "Διότι δεν μπορώ να χειριστώ το μηχάνημα. Διότι είμαι ηλίθιος!" δηλώνω ορθά-κοφτά. 

Ποιος στον κόσμο μας παραδέχεται, επικαλείται ευθέως τη βλακεία του; Και η λέξη ακόμα έχει εξαλειφθεί από το ιδίωμα της πολιτικής ορθότητας. Εάν δεν μπορείς να ξεχωρίσεις δυό γαϊδουριών άχυρα, "υπάρχουν πολλών λογιών νοημοσύνες" θα σου πουν. "Το συναίσθημα υπερτερεί της ευφυίας…" Παρηγορώντας σε, νοιώθουν οι ίδιοι ηθικώς ανώτεροι. Και εξακολουθούν, χωρίς τύψεις, να σε αντιμετωπίζουν στην πράξη ως ηλίθιο. Ως άσχημο. Ως αγράμματο. 

"Είμαι ηλίθιος" επαναλαμβάνω. Η φράση μου λειτουργεί αφοπλιστικά. Θαυματουργά. Η υπάλληλος ακαριαία μαλακώνει. "Ελάτε μαζί μου…" μας χαμογελάει με τρυφερότητα, ιδίως στην κόρη μου που έχει -τι ατυχία- έναν ελλειμματικό πατέρα. Από εκεί και ύστερα, όλοι απέναντι μας είναι ευγενέστεροι, πιο εξυπηρετικοί και από εάν είχαμε πληρώσει εισιτήριο πρώτης θέσης. "Περάστε από εδώ, καθήστε εκεί, χρειάζεστε κάποια βοήθεια;" με ρωτούν στρογγυλεύοντας τις λέξεις, λες κι απευθύνονται σε νήπιο.  

Η ηλιθιότητα στις μέρες μας αποτελεί όχι ρετσινιά. Αλλά παράσημο. Κλειδί που ανοίγει πολλές πόρτες.

* Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας

Πηγή:  capital.gr  

 

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 13 Μαΐου 2024 16:59

Προσθήκη νέου σχολίου

Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση