Ένα από τα πλέον κρίσιμα ζητήματα, από αυτά που το έχει εγγράψει στην ατζέντα της η ανθρωπότητα και η επιστήμη έχει προτείνει επεξεργασμένες λύσεις για την αντιμετώπισή του, είναι η κλιματική αλλαγή και ο περιορισμένος χρόνος που έχουμε για να κερδίσουμε την μάχη αυτή, βασικά ενάντια στο είδος μας. Είναι όμως φανερό ότι ούτε οι μεγάλοι παίκτες ούτε οι μεσαίοι και οι μικροί, μα ούτε και κάθε άνθρωπος ξεχωριστά, αντιλαμβάνεται το πρόβλημα αυτό με τον ίδιο τρόπο και αντιδρά αναλόγως. Ως εκ τούτου ακόμα και μέσα στην ίδια χώρα, στην ίδια πόλη, στην ίδια γειτονιά, στην ίδια πολυκατοικία διαφέρουν οι αντιδράσεις ακόμα και όσο η μέρα από τη νύχτα. Το δυστυχώς είναι η απουσία τρόπων και διαδικασιών που να ευνοούν τις ζωντανές συζητήσεις πολιτών που ζουν κοντά κι εργάζονται μαζί και σ'αυτό το θέμα και σε άλλα από τα σημαντικά.
Ιδιαίτερα στην χώρα μας είναι φανερό το χαμηλό επίπεδο συνειδητοποίησης αυτού του παγκόσμιου πολύ σοβαρού και μεγάλου προβλήματος. Όπου και να κοιτάξεις πέρα από τα λόγια είναι φανερή αυτή η σχεδόν αδιάφορη στάση απέναντι στο μείζον αυτό πρόβλημα, και στην κυβέρνηση, που έχει την κύρια ευθύνη σε κάθε χώρα όπως και στα κόμματα, βεβαίως και στην τοπική αυτοδιοίκηση, που η πλειονότητα των δήμων λες και ζουν σε άλλο πλανήτη, όπως και σε κάθε θεσμό που σχετίζεται με ένα τρόπο με έργα που έχουν να κάνουν με τον αγώνα ενάντια στην κλιματική αλλαγή. Οι αποφάσεις όλων αυτών στην πράξη δεν με πείθουν ότι είναι αποφασισμένοι να κάνουν ότι περνά από το χέρι τους για να συνεισφέρουν κι αυτοί τον μικρό οβολό τους σ'αυτήν την μεγάλη μάχη που έχει ανάγκη από τον κάθε ένα Γήινο.
Επειδή νοιαζόμαστε γι'αυτό το θέμα προσπαθούμε να αναπαράγουμε στην ιστοσελίδα μας όλες τις ειδήσεις που πέφτουν στην αντίληψή μας και σχετίζονται με αυτό το πρόβλημα.
Το ψάρι που πιάσαμε.
Μία από αυτές τις ειδήσεις αφορά στην δημιουργία του πρώτου Πράσινου Μουσείου στην Ελλάδα και μάλιστα σε μια ωραία και ιστορική περιοχή των Αθηνών, αυτήν της Ακαδημίας του Πλάτωνος. Εκεί θα κατασκευαστεί το Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο της Ελλάδας με στόχο να γίνει πραγματικότητα ως ένας τόπος πνευματικής ακτινοβολίας, προβάλλοντας παράλληλα την ανοιχτότητα του κτιρίου, τα βιοκλιματικά χαρακτηριστικά του καθώς και το μηδενικό περιβαλλοντικό του αποτύπωμα.
Αυτή η νέα εστία πολιτισμού θα δώσει μια επιπλέον ανάσα στην εγχώρια πολιτιστική πραγματικότητα, αφού θα μπορεί να φιλοξενήσει χιλιάδες ευρήματα από τις ανασκαφές που έχει πραγματοποιήσει η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών σε διάφορες περιοχές της Αθήνας τις προηγούμενες δεκαετίες, καθώς και ευρήματα από τις ανασκαφές του μετρό που σήμερα βρίσκονται ακόμα και σε κοντέινερ. Μοναδικά αντικείμενα που θα βγουν στο φως και θα αναδειχθούν μέσα στις εξαιρετικές συνθήκες ενός από κάθε άποψη σύγχρονου μουσείου.
Το κτίριο που θα στεγάσει το Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας θα εκτείνεται σε περίπου 14.000 τ.μ., εκ των οποίων 5.400 τ.μ. θα είναι εκθεσιακοί χώροι, 3.500 τ.μ. αποθήκες, 650 τ.μ. αφιερωμένα σε εκπαιδευτικές δράσεις και 780 σε εργαστήρια. Στον περιβάλλοντα χώρο προβλέπεται η κατασκευή ανοιχτού αμφιθεάτρου 500 θέσεων, ενώ στο εσωτερικό θα στεγαστούν οι κτιριακές εγκαταστάσεις του «Διεθνούς Κοινού των Ακαδημιών». Παράλληλα, στο πλαίσιο της ανάδειξης της Ακαδημίας Πλάτωνος, από πλευράς του δήμου Αθηναίων προβλέπεται και η ανάπλαση του χώρου πρασίνου με τη δημιουργία ενός πάρκου με όρους αειφορίας και βιωσιμότητας.
Νικητής του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού που προηγήθηκε αναδείχθηκε το γραφείο Tsolakis Architects που κέρδισε το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό για την ανάληψη του έργου. Ο διακεκριμένος αρχιτέκτονας Γιώργος Τσολάκης που ανέλαβε αυτό το έργο δήλωσε πως έχει ως στόχο να παρουσιάσει την ιστορία της πόλης με μια αρχιτεκτονική προσέγγιση που θα είναι σε πλήρη αρμονία με το φυσικό έδαφος. Έδαφος και φυτικά στοιχεία, αρχαία ευρήματα και Ιστορία, πόλη και πολίτες είναι οι βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν τον σχεδιασμό του μουσείου ως προς τη μορφή, τη λειτουργία αλλά και τη βιοκλιματική του συμπεριφορά», αναφέρει ο γνωστός αρχιτέκτονας σχετικά με τη γενική ιδέα της δημιουργίας του μουσείου.
Στην πραγματικότητα, όπως σημειώνεται στο σκεπτικό της μελέτης, «η πόλη και το άλσος αλληλοεπιδρούν στο κέντρο του οικοπέδου, χαράσσοντας τέσσερις νέους πεζόδρομους οι οποίοι δημιουργούν στη συμβολή τους έναν κόμβο στροβιλοειδούς κίνησης που δρα ως κεντρομόλος και ταυτόχρονα ως φυγόκεντρος δύναμη ροών και δραστηριοτήτων, οι οποίες συνδέονται αντιδιαμετρικά και σε διαφορετικές στάθμες. Η χάραξη αυτή δημιουργεί ένα κεντρικό δημόσιο πλάτωμα, όπου διανέμει τους επισκέπτες σε τέσσερις διακριτές πτέρυγες. Από αυτό το σημείο, η λειτουργία της όρασης οργανώνει τις διασπασμένες κατασκευές που αναδύονται από το έδαφος, σε ένα χωρικό και εννοιολογικό σύνολο».
Έχει λάβει πολύ σοβαρά υπόψη του τον τρόπο που σχεδιάστηκε η αρχαία Αθήνα, όπου η πόλη δεν σχεδιάστηκε ως ένα νέο σχήμα που επιβλήθηκε στο τοπίο. Αντιθέτως, η πόλη εναρμονίστηκε με την τοπογραφία, καθώς κάθε σημαντικός δημόσιος χώρος και κτίριο κατασκευάστηκε σε σχέση με το προϋπάρχον, με το φυσικό, με το θεϊκό, δημιουργώντας μια δυναμική σύνδεση διακριτών τοπόσημων και οργάνωσης του χώρου. Η εφαρμογή της γεωμετρίας, το σώφρον και δίκαιο μέτρημα της γης, οργανώνει το φαινομενικό χάος με αρμονικό τρόπο, εξισορροπώντας τον φυσικό κόσμο με τον τεχνητό. Σ'αυτήν την προσπάθεια το αττικό φως, το υδάτινο στοιχείο, η χλωρίδα και η γεωμορφολογία του εδάφους συνδιαλέγονται αρμονικά με την κτιριακή δομή για να δώσουν έναν χώρο ελκυστικό για τον επισκέπτη και τον κάτοικο της περιοχής.
Αναμφίβολα, το μεγάλο στοίχημα της κατασκευής του νέου μουσείου είναι η μείωση οποιασδήποτε περιβαλλοντικής όχλησης καθώς και η τήρηση των προδιαγραφών στο πλαίσιο του βιοκλιματικού σχεδιασμού και της βιώσιμης ανάπτυξης. «Η στρατηγική διαχείρισης των φυσικών πόρων του μουσείου ακολουθεί το πνεύμα της πλατωνικής αντίληψης των πρωταρχικών στοιχείων περί της σύστασης του κόσμου, τα οποία συνθέτουν τη δημιουργία κάθε φυσικού αντικειμένου και συντελούν στην αρμονική συνύπαρξη του μέρους με το όλον. Έτσι η ενέργεια, η διαχείριση των υδάτων, η σχέση του κτιρίου με το έδαφος και η υλικότητά του, η βιοκλιματική του συμπεριφορά αλλά και οι άνθρωποι που θα επισκεφθούν τον χώρο οφείλουν να λειτουργούν ως ένα φιλικό προς το περιβάλλον, ανατροφοδοτούμενο σύστημα», λέει ο κ. Τσολάκης.
Και συμπληρώνει, όσον αφορά τον πυρήνα του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού: «Επίκεντρο της επέμβασης αποτελεί το κενό-πλατεία το οποίο συνδέεται περιμετρικά με την πόλη και το υπόλοιπο πάρκο. Γύρω του αναπτύσσονται τέσσερις κτιριακές πτέρυγες, οι οποίες γεννιούνται από το έδαφος και σχηματίζουν επικλινή φυτεμένα δώματα. Στο νοτιοανατολικό τμήμα διαμορφώνεται η υπαίθρια γλυπτοθήκη και μεταφέρονται τα γήπεδα καλαθοσφαίρισης και ποδοσφαίρου με αναβαθμισμένες υποδομές (κερκίδες, κρήνες, παγκάκια, φωτιστικά στοιχεία), καθώς και ο υπόγειος χώρος στάθμευσης. Τα δώματα αναδύονται από το έδαφος ως φυσική συνέχειά του, εμφανίζοντας επικλινείς, βατές επιφάνειες, οι οποίες επεκτείνουν την υπάρχουσα φύτευση του άλσους και ενθαρρύνουν την ανάπτυξη εδαφοκαλυπτικών φυτών, θάμνων και μικρών δέντρων. Η υπάρχουσα φύτευση ενισχύεται με ενδημικά δέντρα, χαρακτηριστικά του αθηναϊκού τοπίου».
Οι νέες διαμορφώσεις και η ανάπτυξη των φυτεμένων δωμάτων θα επιφέρει αύξηση και εμπλουτισμό του πράσινου ισοζυγίου του άλσους κατά 35%. Επιπρόσθετα, οι νέες δεντροφυτεύσεις θα αποτελούνται από αειθαλείς και φυλλοβόλες ποικιλίες, χαρακτηριστικές του αττικού τοπίου, και θα βοηθήσουν στην αποτελεσματικότερη σκίαση του χώρου, φιλτράροντας τις υπεριώδεις ηλιακές ακτίνες. Τέλος, η στατική δομή και οι όψεις θα κατασκευαστούν από εμφανές, οπλισμένο σκυρόδεμα. Τα υλικά του κελύφους (σκυρόδεμα, υαλοπίνακες, εξωτερικά και εσωτερικά δάπεδα) προδιαγράφονται ως υλικά υψηλής αντοχής, μεγάλης θερμοχωρητικότητας και χαμηλού κόστους συντήρησης.
Ως προς τα τεχνικά χαρακτηριστικά και τις λειτουργικές απαιτήσεις, ο επικεφαλής του γραφείου Tsolakis Architects υποστηρίζει: «Σχετικά με τον τομέα της ενέργειας, φωτοβολταϊκά στοιχεία (συνολικής επιφάνειας περίπου 3.000 τ.μ.) τοποθετούνται στη νότια πλευρά του οικοπέδου, στο στέγαστρο του ποδοσφαιρικού γηπέδου και στην οροφή της πτέρυγας των εργαστηρίων, προσφέροντας ενεργειακή αυτονομία στο αθλητικό πάρκο και τη γλυπτοθήκη. Η ανανεώσιμη ενέργεια από τα πανέλα θα διοχετεύεται για την κάλυψη των αναγκών του μουσείου και για τη θέρμανση του νερού. Καθώς η πλειοψηφία της επιφάνειας του μουσείου αναπτύσσεται υπογείως, οι ανάγκες για θερμομόνωση και η χρήση των κλιματιστικών μειώνονται. Παρόμοιο αποτέλεσμα παράγεται και με το φυτεμένο δώμα, το οποίο μονώνει με φυσικό τρόπο το κτίριο, ελαττώνοντας τις ανάγκες τεχνητής θέρμανσης. Η γεωμετρία και ο προσανατολισμός του κτιρίου συμβάλλουν στην προστασία από την ηλιακή ακτινοβολία και τη διάχυση του φωτός προς τους εσωτερικούς χώρους.
Οι πεσσοί των στοών δημιουργούν ρυθμικά κενά και πλήρη, σκιάζοντας ταυτόχρονα τους πιο ευαίσθητους χώρους του μουσείου και βοηθώντας την πιθανή διάταξη μιας μελλοντικής έκθεσης. Λόγω της ανάπτυξης μεγάλου μέρους της επιφάνειας του μουσείου στο υπέδαφος, ο φυσικός φωτισμός είναι πολύ περιορισμένος. Γι’ αυτόν τον λόγο θα τοποθετηθεί ένα πλέγμα από φωτοσωλήνες που θα επιτρέπουν τη διείσδυση του ηλιακού φωτός ακόμα και στους πιο απόμακρους χώρους. Το έργο θα “ανακουφιστεί” ενεργειακά από την ύπαρξη συστήματος γεωθερμίας που θα μειώσει σημαντικά την κατανάλωση ενέργειας κατά τη χρήση του. Η γεωμετρία του κτιρίου με τα επικλινή, φυτεμένα δώματα επιτρέπει τη συλλογή των ομβρίων υδάτων σε στρατηγικά τοποθετημένες υπόγειες δεξαμενές, οι οποίες ανατροφοδοτούν το αρδευτικό σύστημα ολόκληρου του πάρκου. Επιπλέον, οδηγούν με φυσικό τρόπο την πλειοψηφία του βρόχινου νερού προς το φυσικό έδαφος και με τη βοήθεια αποστραγγιστικών καναλιών θα αποφευχθεί η δημιουργία στάσιμων επιφανειών νερού.
Για τον αέρα και το κλίμα έχει προβλεφθεί η διευκόλυνση της διαχείρισης των φυσικών ρευμάτων αέρα, που θα βοηθούν στην ψύξη του και θα εξασφαλίζουν άνετες συνθήκες φυσικού αερισμού. Μάλιστα, οι υπαίθριες δαπεδοστρώσεις και ο αστικός εξοπλισμός διαμορφώνονται από ψυχρά υλικά που απορροφούν την ηλιακή θερμότητα. Με αυτόν τον τρόπο μειώνεται η παραγόμενη θερμότητα από την αντανάκλαση των υλικών.
Σ.Δ. Πιστεύουμε ότι πληροφορίες και παρατηρήσεις σαν κι αυτές είναι δυνατόν να ευαισθητοποιήσουν το κοινό για θέματα αρχιτεκτονικής και οικολογίας, όπως και τους υπεύθυνους που παίρνουν αποφάσεις σχετικών έργων αλλά, γιατί όχι και τους αρχιτέκτονες που τα σχεδιάζουν αν εκλειφθούν ως ερεθίσματα στο διάλογό τους.
Γιώργος Τσολάκης | Ένας Αρχιτέκτονας στην Αθήνα συνέντευξη στην ΗΡΑ ΣΙΝΙΓΑΛΙΑ