Οτιδήποτε έκτακτο είναι, κατά συνθήκη, εκτός της σφαίρας της κοινωνικής πολιτικής. Η κοινωνική πολιτική έχει την έννοια ότι αφήνει ένα διαρκές αποτύπωμα και προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις αιτίες της κρίσης. Η κυβέρνηση σε καμία από τις κρίσεις που κλήθηκε να αντιμετωπίσει, ούτε στην υγειονομική, ούτε τώρα στην πληθωριστική, την ενεργειακή και την κλιματική κρίση που μαστίζουν τη χώρα, πολιτεύθηκε με γνώμονα να αντιμετωπίσει τα αίτιά τους, αναπτύσσοντας και αντίστοιχες θεσμικές πολιτικές. Αυτό που έκανε, κάθε φορά, ήταν μία ρύθμιση της κρίσης, παρουσιάζοντας στα ΜΜΕ μία ιστορία αντιμετώπισής της. Για παράδειγμα, για τις αυξήσεις στα καύσιμα θεσμοθέτησε το fuel pass, ένα έκτακτο επίδομα, αντί να κάνει επενδύσεις στις δημόσιες συγκοινωνίες και να προσανατολίσει τον κόσμο στη χρήση τους. Αυτό είναι πολιτική λοταρία, δεν έχει σχέση με κοινωνική πολιτική. Αντίστοιχα, τώρα που βλέπουμε να καλπάζουν οι αυξήσεις στις τιμές, τα πακέτα στήριξης που εξήγγειλε είναι αδύνατο να καλύψουν όλο το χειμώνα. Και αυτό θα φανεί σύντομα.
Η επιχειρηματολογία του «κάναμε ότι καλύτερο μπορούσαμε, δεδομένων των συνθηκών και των δημοσιονομικών περιορισμών» που χρησιμοποιήθηκε σε όλες τις κρίσεις και τις κρίσιμες περιόδους μπορεί να συνεχίσει να αποδίδει;
Είναι ένα επιχείρημα που μπορείς να επικαλεστείς σε ένα πρώτο επίπεδο. Όταν, όμως, η κρίση βαθαίνει, ξεγυμνώνονται οι συνέπειές της. Πράγματι, έχουμε πανευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση, αλλά η τιμή του ρεύματος στην Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη στην Ευρώπη. Αντίστοιχα, πράγματι η πανδημία ήταν οικουμενική, αλλά η Ελλάδα αποδείχθηκε πρωταθλήτρια στην Ευρώπη σε νεκρούς. Από εδώ και πέρα, και όσο οι κρίσεις βαθαίνουν, ο κόσμος θα απαιτήσει πολιτικές αντιμετώπισής τους.
Η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με τον πόλεμο, την ενεργειακή κρίση και τον πληθωρισμό. Φάνηκε αδύναμη στο να πάρει μέτρα και τα εθνικά κράτη σίγουρα δεν μπορούν να το κάνουν μόνα τους. Το να «κόβει χρήμα» μήπως είναι μονόδρομος;
Έχει τα όριά του. Η Ευρώπη είχε την πεποίθηση και με βάση αυτή πολιτεύθηκε ότι επειδή ήταν μια σημαντική, οικονομική δύναμη, θα μπορούσε μέσω του μεγέθους της, να ελέγξει τις αγορές και τις ενεργειακές προμήθειες και να επιβάλλει τους όρους της, βασιζόμενη σε μια αρχή του κλασικού φιλελευθερισμού ότι το εμπόριο φέρνει ειρήνη. Εδώ υπήρχε κάτι πολιτικά έκκεντρο. Δεν μπορούσε η Ευρώπη να στηρίξει στρατιωτικά το οικονομικό της μέγεθος. Μετά την κήρυξη του πολέμου, πιάστηκε εξαπίνης. Κατέρρευσε ο μύθος της άφθονης, φθηνής ενέργειας. Και βρέθηκαν και τα κράτη προ των ευθυνών τους. Είδαμε ευρωπαϊκές χώρες να παρεμβαίνουν στις εταιρείες παραγωγής ρεύματος, να βάζουν όριο στην τιμή της κιλοβατώρας, να ελέγχουν τους ηλεκτροπαραγωγούς και τα υπερκέρδη τους. Είδαμε ακόμα και κρατικοποιήσεις. Στην Ελλάδα ακολουθείται πολιτική επιδότησης των ιδιωτικών παρόχων από τον κρατικό κορβανά, η οποία καταλήγει σε ένα απίστευτο ενεργειακό πληθωρισμό τιμών. Ο κρατικός προϋπολογισμός επιδοτεί την καταλήστευση νοικοκυριών και επιχειρήσεων από τους παρόχους. Είναι άνω ποταμών αυτό που κάνει η κυβέρνηση και προσπαθεί να το εμφανίσει ως ρύθμιση του προβλήματος, μεταφέροντας και πάλι την ευθύνη στους καταναλωτές. Πρόκειται για κλασικές νεοφιλελεύθερες τακτικές.
Το επιτελικό κράτος του κ. Μητσοτάκη, πάνω στο οποίο στηρίχθηκε η κυβέρνηση απέδωσε; Ο απόλυτος συγκεντρωτισμός και έλεγχος των εξουσιών και των πρωτοβουλιών μπορεί τώρα να αποδώσει καρπούς στη Νέα Δημοκρατία;
Η κυβέρνηση της ΝΔ προσέφερε ένα μέσο στην ελληνική δημόσια διοίκηση, που δεν υπήρχε πιο παλιά και είναι το ψηφιακό κράτος. Όμως, το επιτελικό κράτος, έτσι όπως το οραματίστηκε, έχει καταρρεύσει. Άλλωστε, δεν θεωρώ αποδοτική, έτσι όπως λειτουργεί το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα, τη συγκέντρωση υπερεξουσίας σε έναν πόλο. Είδαμε και με το σκάνδαλο των υποκλοπών πόσο γρήγορα αποποιήθηκε κάθε ευθύνη. Δεν νομίζω πλέον ότι ο κ. Μητσοτάκης κυβερνά ακριβώς, μάλλον περισσότερο επιτροπεύει την κατάσταση. Σε όλα τα κρίσιμα ζητήματα, ο μόνος σχεδιασμός είναι ο στραγγαλισμός του δημοσίου και η μεταφορά των υπηρεσιών στον ιδιωτικό τομέα. Το είδαμε να εφαρμόζεται στα νοσοκομεία, στα πανεπιστήμια, στα δημόσια αγαθά. Όπου μπορεί ανοίγει ένα παράθυρο λαφυραγωγίας του δημόσιου πλούτου. Αυτό το μοτίβο δεν μπορεί να στήσει και να διατηρήσει επιτελικό κράτος.
Η αποποίηση των ευθυνών είναι πράγματι μια χαρακτηριστική κίνηση του πρωθυπουργού. Από το σκάνδαλο των υποκλοπών μπορεί να γλιτώσει;
Το σκάνδαλο αυτό ήταν ένα πάρθιο βέλος για αυτή την πρωθυπουργία. Πρώτον, ξήλωσε τον βασικό της μηχανισμό, δηλαδή τον εξ απορρήτων στο Μαξίμου και τον διοικητή της ΕΥΠ. Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα αυτό θα σήμανε βαθιά κυβερνητική κρίση. Δεύτερον, ο κ. Μητσοτάκης είχε πάντα την αύρα της αριστείας και του κοσμοπολιτισμού και πλέον όλοι οι φίλοι του μέσα από τον διεθνή Τύπο, του αποδίδουν ορμπανισμό. Συνεπώς, ο πρωθυπουργός που τον λάνσαραν ως πολίτη του κόσμου, έχει απομονωθεί διεθνώς. Τρίτον, όλες οι γέφυρες και τα στηρίγματά του στον κεντρώο χώρο του παλιού εκσυγχρονισμού, πλέον έχουν καταρρεύσει. Πώς μπορούν να στηρίξουν ένα πρωθυπουργό, με εντολή του οποίου παρακολουθούνται οι πολιτικοί του αντίπαλοι; Είναι ένα βαρύ θεσμικό ατόπημα, μια εκτροπή. Νομίζω ότι αν δεν ήρθε το πολιτικό τέλος του κ. Μητσοτάκη, οι προοπτικές του για μετά την πρωθυπουργία έχουν μειωθεί σημαντικά.
Οι δημοσκοπήσεις δεν παρουσιάζουν κατάρρευση ούτε για την κυβέρνηση, ούτε για τον πρωθυπουργό. Καταγράφουν δυσαρέσκεια και απογοήτευση, αλλά οι πολιτικοί αναλυτές κρίνουν ότι μπορεί να ανασχεθεί η πτώση.
Εξελίσσεται μία ενδοσυστημική κρίση, με τις ελίτ να είναι δύσπιστες σε σχέση με αυτή την υπόθεση διότι αφορά τους ίδιους του κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού. Το σκάνδαλο αυτό προκαλεί εσωτερικούς τριγμούς μέσα στο σύστημα εξουσίας, άσχετα με το αν ο κόσμος δεν το θέτει ως μείζον θέμα. Στο συγκεκριμένο ζήτημα δεν έχει σημασία το τι πιστεύει ο μέσος πολίτης και τι καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις. Είναι πέραν αυτής της σφαίρας. Η μακροπρόθεσμη εικόνα της δημοκρατίας έχει θολώσει και αυτό δεν μπορεί να ξεπεραστεί εύκολα εντός του συστήματος εξουσίας.
Η συζήτηση για την αλλαγή του εκλογικού νόμου –παρά τις διαβεβαιώσεις του κ. Μητσοτάκη ότι δεν θα επιχειρηθεί- συντηρείται, καλλιεργώντας ένα κλίμα εναντίον των συνεργασιών, χάριν της σταθερότητας της χώρας. Που αποσκοπεί;
Το δεδομένο είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης ομολογεί ότι μόνη της η ΝΔ δεν μπορεί να κυβερνήσει το επόμενο διάστημα. Προσδοκούσε να κυβερνήσει με έναν εταίρο, αρχικά το ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ, που πια, μετά τις υποκλοπές, δεν μπορεί να συμβεί. Άλλαξε λοιπόν την επιχειρηματολογία και κάνει λόγο για «τερατογενέσεις», σε περίπτωση συγκυβέρνησης δυνάμεων πλην της ΝΔ. Για αυτό συντηρεί μια συζήτηση περί αλλαγής του εκλογικού νόμου, ενός νόμου που δεν έχει ακόμα εφαρμοστεί, για να ενισχύσει το επιχείρημα της πολιτικής σταθερότητας που διασφαλίζεται μόνο από μια αυτοδύναμη κυβέρνηση της ΝΔ. Αυτό δείχνει έναν πολιτικό πανικό όχι μόνο της ΝΔ, αλλά του κ. Μητσοτάκη ειδικά. Ακόμα και τη δεκαετία του 1950, που άλλαζαν οι εκλογικοί νόμοι συνεχώς, εφαρμόζονταν τουλάχιστον σε μια εκλογική αναμέτρηση. Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη είναι πλέον επικίνδυνη για τη δημοκρατία.
Σε αυτή τη βάση, μπορεί να προκύψει κυβέρνηση συνεργασίας, για να φτιαχτούν αναχώματα σε μια ακόμα καχεκτική δημοκρατία;
Τουλάχιστον τρία κόμματα συζητούν μια τέτοια εκδοχή με θετικό πρόσημο. Νομίζω ότι έχουν αρχίσει και ωριμάζουν οι συνθήκες να υπάρξουν πρωτοβουλίες ώστε να ξαναμπεί η χώρα σε ράγες, διότι αυτή τη στιγμή έχει εκτροχιαστεί. Βλέπουμε έναν πρωθυπουργό , ο οποίος ξεκίνησε ως Μωυσής, μεσουράνησε ως Νέρωνας και θα αποχωρήσει ως Καλιγούλας. Αν δούμε τις τοποθετήσεις του για την εξωτερική πολιτική, δεν μπορούμε να φανταστούμε άλλη εξέλιξη. Η ρητορική του είναι αδίστακτη, προκειμένου να υποστηριχθεί το «μετά από μένα το χάος». Έφτασε να κάνει ακήρυχτο πόλεμο στην Τουρκία. Ο πρωθυπουργός, χωρίς πια νομιμοποίηση, με το σύστημά του σε αποδρομή, γαντζώνεται ως άλλος Αλκιβιάδης από τους Μήδους για να τρομοκρατήσει την κοινωνία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να παίξει το ρόλο της γέφυρας για να χτιστούν συμμαχίες;
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι το κόμμα κλειδί για το τι συμμαχικά σχήματα θα προκύψουν ως εναλλακτική απέναντι σε αυτή την κυβέρνηση. Για να παίξει τον στρατηγικό ρόλο του ρυθμιστή, θα πρέπει να πάρει πρωτοβουλίες δημιουργώντας μία ελάχιστη κοινή βάση πάνω στην οποία μπορεί να συνεχιστεί η συνεννόηση που φαίνεται να έχει ξεκινήσει με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και το ΜέΡΑ25. Ο διπολισμός που είδαμε στις τελευταίες εκλογές έχει αρχίσει να φθείρει. Το πολιτικό κλίμα προοικονομεί συμμαχικές λύσεις.
Πηγή: epohi.gr