Τρίτη, 16 Αυγούστου 2022 17:06

Υπό σκιάν: Όταν οι λέξεις είναι άχρηστες της Ν.Διονυσίου και Χειμερινή εποχή στον ουρανό, του Γ. Νικολούδη

Συντάκτης 
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

skia11Δώδεκα συγγραφείς γράφουν ένα πρωτότυπο καλοκαιρινό διήγημα. Διηγηματογράφοι και μυθιστοριογράφοι θέτουν στο κέντρο της μυθοπλασίας τους μια θερινή εμπειρία στο εδώ και τώρα. Εκ των πραγμάτων η ιστορία τους καθορίζεται, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, από τη ρευστή και δυσοίωνη πραγματικότητα (πανδημία, πόλεμος στην Ουκρανία, παγκόσμια αστάθεια κ.λπ.).

Δώδεκα ιστορίες που θα μας συντροφεύσουν ώς τον Σεπτέμβριο, κουρδισμένες σε διαφορετική, όπως ήταν αναμενόμενο, τονικότητα: νοσταλγική, ειρωνική, δύσθυμη, πολιτική, ενδοσκοπική, ανατρεπτική, παρηγορητική.

Το «Ανοιχτό Βιβλίο» κι αυτό το καλοκαίρι, εκτός από αναγνωστική πυξίδα, σας προσφέρει και αναγνωστική απόλαυση - μια παράδοση που άρχισε από συστάσεως της «Εφ.Συν.», από συστάσεως αυτών των σελίδων.

Μετά τον Αλέξη Πανσέληνο, τον Ιάκωβο Ανυφαντάκη, τη Μαριαλένα Σεμιτέκολου, τον Γιώργο Κυριακόπουλο, την Παναγιώτα Δημοπούλου, την Ελιάνα Χουρμουζιάδου, τον Τάκη Καμπύλη, τον Θανάση Σταμούλη και τον Γιάννη Νικολούδη, συνεχίζει η Νάσια Διονυσίου.
Μ.Φ.

dionysiou9ο) Όταν οι λέξεις είναι άχρηστες, της Νάσιας Διονυσίου

Τις τελευταίες ημέρες οι λέξεις ξυπνούν γύρω στις πέντε, τεντώνονται, μισανοίγουν τα μάτια, έξω πια δεν είναι σκοτάδι, μα ούτε ξημέρωσε, οι λέξεις δεν είναι κουρασμένες, μα ούτε ξεκουράστηκαν, κάποιο όνειρό τους διακόπηκε, έτσι κι αλλιώς στα όνειρα οι λέξεις είναι άχρηστες. Στο μπαλκόνι γέρνει ένα δέντρο, κάποιες φορές τα κλαδιά του μπαίνουν μέσα στα όνειρα και μπερδεύουν τις λέξεις, μια φωνή στο δέντρο είναι αυτό που τις ξυπνά τις τελευταίες ημέρες.

Τις τελευταίες ημέρες είναι σχεδόν καλοκαίρι και το δέντρο είναι ένας καλλιστήμων, της οικογένειας των μυρτοειδών. Πάνω στα κλαδιά του συχνάζουν πουλιά – κόρακες, της τάξης στρουθιόμορφα, που κάνουν κρα κρα, δεκοχτούρες, του γένους στρεπτοπέλια, που κάνουν κου-κουου-κου, σπουργίτια, της οικογένειας πασσερίδων, που κάνουν τσίου τσίου. Τώρα, που το δέντρο είναι ανθισμένο κόκκινο, στα κλαδιά του συχνάζουν και μέλισσες που βουίζουν σββ-σββ-σββ. Ομως αυτή τη φωνή που τις ξυπνά τις τελευταίες ημέρες οι λέξεις δεν τη γνωρίζουν.

Πράγμα απαράδεκτο. Γιατί οι λέξεις οφείλουν να είναι ακριβείς και παρούσες. Να παρατηρούν, να καραδοκούν και να καταγράφουν, να διατυπώνουν, να εξελίσσονται, να προσαρμόζονται, να επαναπροσδιορίζονται, να ανανοηματοδοτούνται, να καθοδηγούν. Να αφουγκράζονται τους καιρούς. Τρομοκρατία, τζιχαντιστές, αντιτρομοκρατία, χρηματοπιστωτική κρίση, μνημόνιο, τρόικα, κούρεμα, χρέος, δείκτες, αγορές, κρυπτονόμισμα, μεταναστευτική κρίση, φρόντεξ, Αμυγδαλέζα, Μόρια, Πουρνάρα, επαναπροωθήσεις, κονδύλια, πανδημία, λοκντάουν, τεστ, εμβόλια, πρώτη δόση, δεύτερη δόση, τρίτη δόση, μικροτσίπ, μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αναρτήσεις, σέλφι, λάικ, μπότοξ, υαλουρονικό, τίντερ, αυτοβελτίωση, κρίση ηλικίας, νέτφλιξ, σεζόν, ενεργειακή κρίση, εισβολή, αποσχισθείσα περιοχή, προσάρτηση, κυρώσεις, πυρηνική κρίση.

Ομως τώρα αυτή η φωνή ποιανού πουλιού να είναι;

Οι λέξεις σηκώνονται από τον ύπνο μουδιασμένες. Βγαίνουν στο μπαλκόνι, περπατούν στη δροσιά, εκεί που γέρνουν ακίνδυνα τα κλαδιά, μέσα στα κλαδιά δεν ξεχωρίζει τίποτε. Οι λέξεις ακούνε τώρα καλύτερα τη φωνή, την ακούν με προσοχή. Δεν είναι μια φωνή βραχνή, τρομαγμένη ή που βιάζεται. Δεν είναι φωνή που απειλεί, ούτε φωνή που σέρνεται σαν σ’ ερωτικό κάλεσμα ή που στο ζευγάρωμα φτερουγίζει. Δεν προσπαθεί να δελεάσει, να εντυπωσιάσει, δεν τιτιβίζει κάποιο θρίαμβο. Δεν είναι φωνή που παρακαλεί ή που προσμένει ή που απελπίστηκε. Δεν είναι φωνή οικεία. Είναι μια φωνή που υπάρχει μόνη της.

Οι λέξεις ρίχνουν λίγο νερό να καθαρίσει το βλέμμα τους. Κοιτάζουν ξανά προς το δέντρο, εκεί ιδίως που ενώνονται τα λιγνά κλαδιά με τον κορμό και σχηματίζονται τρυφερές γούβες για πρόχειρες φωλιές, όσο για να κρατήσουν τους νεοσσούς πριν απ’ το πρώτο πέταγμα. Τίποτε. Ομως συνεχίζουν να ακούνε τη φωνή κι η αγωνία τους μεγαλώνει γιατί την αγνοούν. Την αγνοούν και συγχρόνως την αισθάνονται. Πράγμα, επίσης, απαράδεκτο. Γιατί οι λέξεις δεν επιτρέπεται να αισθάνονται. Οι λέξεις είναι ουδέτεροι μάρτυρες, δίνουν μορφή στα γεγονότα, αποτελούν το μέσο για τη γνώση, προηγούνται της συγκίνησης και της μνήμης. Μα να που τώρα αυτή η φωνή κάτι τους θυμίζει.

Ισως τον ήχο από καρπούζι που σκάει αμέσως πριν το άνοιγμά του. Ισως από θαλασσινό νερό καθώς φουσκώνει να γίνει κύμα. Ισως από σπόρο που τρυπάει το χώμα, από τη μενεξελιά γραμμή του ορίζοντα, από το πέταγμα μιας πεταλούδας, το κύλισμα των σύννεφων, τις στρατιές των μυρμηγκιών, τις ραβδώσεις στην άμμο, το χιόνι. Από τη στιγμή που δίνεις το χέρι σε κάποιον μην πέσει ή που μοιράζεις στα δυο το ψωμί. Ή εκείνη τη στιγμή που την πρωτοκοίταξες, πριν καν αρθρώσεις το «χάρηκα», πριν το «σε βρήκα». Τη στιγμή πριν το χάδι, πριν τον οργασμό, τη ριπή του αέρα, την καταιγίδα, πριν να ξεχειλίσει το ποτήρι στη βρύση που ξέχασες. Τον ήχο της πρώτης αναπνοής μέσα στα αίματα πριν απ’ το κλάμα. Του κενού βλέμματος στον αποχωρισμό. Οταν ο άνθρωπος είναι του γένους των ανθρώπων. Πριν από την αγωνία, μετά το τέλος της. Οταν οι λέξεις είναι άχρηστες.

Οι λέξεις επιστρέφουν στο στρώμα, ξαπλώνουν ανάσκελα, ακούνε τη φωνή –ξέρουν πως δεν κρατάει πολύ– μέχρι να πρέπει να πάνε όπως πάντα ξανά στη δουλειά τους.

 Τελευταίο βιβλίο της Ν. Διονυσίου είναι η νουβέλα «Τι είναι ένας κάμπος» (Εκδόσεις Πόλις, 2021)

Ο βίος και τα έργα της Ν.Διονυσίου στην βιβλιονέτ,  ΕΔΩ  . Πατώντας πάνω σε κάθε βιβλίο εμφανίζονται όλες οι κριτικές παρουσιάσεις που έχουν γραφτεί γι'αυτό. 

nikoloudis10) Χειμερινή εποχή στον ουρανό, του Γιάννη Νικολούδη

Σκοπός της γυναίκας είναι να προχωράει κατά μήκος της ακτής. Δεν περνούν όμως πολλές μέρες για να συνειδητοποιήσει πως η ακτή δεν είναι κάτι το ομοιογενές και σίγουρο. Η αμμουδιά, ενώ σε σημεία φαίνεται ότι μπορεί να απλώνεται για χιλιόμετρα, αλλού κόβεται από συμπλέγματα βράχων που ξεπροβάλλουν από τη γη ίδια με νύχια μέσα από δέρμα. Σε άλλα σημεία φράκτες οριοθετούν παράξενες περιοχές όπου στο βάθος αχνοφαίνονται κάτι ξύλινες κατασκευές διαβρωμένες από την υγρασία του τόπου και την κυκλοθυμία του ανέμου. Σημαίες ή ξέφτια από σημαίες, δεμένες σε ψηλά στιβαρά κοντάρια χτυπιούνται από απόσταση σε βουβές αψιμαχίες.

Το ήξερες πως οι γαλαξίες είναι αποτέλεσμα πέψης άλλων γαλαξιών;

Μια ωραία πρωία τα παράτησε και έφυγε. Ετσι απλά.

Το ήξερες ότι οι γαλαξίες αυτοκτονούν;

Ετσι απλά. Σηκώθηκε και –

Η γυναίκα μένει ακίνητη και παρακολουθεί την κίνηση των παραθεριστών πίσω από τους εξώστες των ξενοδοχείων. Οι τουρίστες μοιάζουν σαν φιγούρες από όνειρο ή σαν μορφές από πρόχειρα και αχνά προσχέδια. Μόνο τα εγκαύματα στα κορμιά τους είναι ανάγλυφα. Κάτι άλλο που της κάνει εντύπωση είναι η απροσδιοριστία της ηλικίας τους καθώς και το πώς ελίσσονται τηρώντας με συνέπεια τις αποστάσεις μεταξύ τους.

Οπως κι αν έχει, η γυναίκα, όσο και να το θέλει, δεν μπορεί να προχωρήσει μέσω της αμμουδιάς. Αρχικά σκοπός της ήταν να έχει το νερό κοντά της. Δεν περνάνε πολλές μέρες όμως για να καταλάβει ότι οι παρακάμψεις που αναγκάζεται να κάνει για να αποφύγει τα εμπόδια στην αμμουδιά μπορεί να κρατήσουν χιλιόμετρα ολόκληρα μέσα στην ενδοχώρα. Ταυτόχρονα, όμως, η αίσθηση του νερού δεν χάνεται. Χιλιόμετρα επί χιλιομέτρων περπατώντας σε έναν τόπο που έχει την ιδιότητα όσο μακριά κι αν είναι από το νερό να καθορίζεται από αυτό. Τις νύχτες ο σφυγμός της μακρινής θάλασσας κάνει το έδαφος να σείεται και μια αχλή από αλάτι γλιστράει ανάμεσα στις σκούρες κατοικίες των λόφων. Διάφορες σιλουέτες ποδοκροτούν στους σκοτεινούς δρόμους. Σε μια πλατεία η γυναίκα κοντοστέκεται, ξεκρεμάει το σακίδιο από τους ώμους και παρακολουθεί μια πυρά. Η μορφή που καίγεται είναι φτιαγμένη από κατεργασμένο δέρμα παραγεμισμένο με άχυρο. Η γυναίκα ρωτάει τους ντόπιους αλλά κανένας δεν μπορεί να αρθρώσει λέξη πέρα από την τοπική διάλεκτο. Τα μάτια τους γυαλίζουν από ενθουσιασμό. Οταν η μορφή απανθρακωθεί ολοσχερώς, την ποδοπατάνε. Οι σπίθες βγαίνουν από το κορμί εκείνο σαν φυσαλίδες από αναψυκτικό. Η γυναίκα σύντομα βρίσκεται να περπατάει με ένα αγόρι απροσδιόριστης ηλικίας.

Αργότερα βρίσκεται να περπατάει μόνη σε ένα σκοτεινό μονοπάτι στο δάσος. Νιώθει ζαλισμένη.

Ετσι, αν μπορούσες να σταθείς στον βόρειο πόλο του Ουρανού, θα έβλεπες τον Ηλιο να ανατέλλει στον ουρανό…

Σηκώθηκε και έφυγε γιατί –

… και να κάνει κύκλους γύρω του για 42 χρόνια. Στο τέλος αυτού του μεγάλου, παρατεταμένου Καλοκαιριού, ο Ηλιος θα έπεφτε τελικά κάτω από τον ορίζοντα.

… ο κόσμος μας τελειώνει. Ετσι είπε. Ετσι απλά. Σαν τρελή έκανε και –

Ακολουθούν 42 χρόνια σκοταδιού, αλλιώς γνωστά ως μια ενιαία χειμερινή εποχή στον Ουρανό.

… απλά δεν άντεχε, είπε. Είχε τόσες επιλογές, είπε, τόσες επιλογές, άπειρες επιλογές, οι επιλογές βούιζαν, είπε και ο κόσμος… και τίποτα πια δεν…

Αρχικά σκοπός της γυναίκας ήταν απλά να περπατάει κατά μήκος της ακτής. Δεν περνάνε πολλές μέρες όμως για να πειστεί ότι αυτό είναι αδύνατο. Μια συγκεκριμένη παράκαμψη τραβάει σε μάκρος. Η γυναίκα να βαδίζει και να βαδίζει για μέρες. Το τοπίο πέτρινο, φολιδωτό, άνυδρο. Η ατμόσφαιρα στεγνή. Η γυναίκα διασχίζει χωριά όπου λαμβάνουν χώρα παράξενες γιορτές. Τις νύχτες κινήσεις από σκιές στους λόφους και ανεξιχνίαστα φώτα. Η γυναίκα ξυπνάει στη βλάστηση. Στο στόμα της μια αίσθηση χαλκού.

Η γυναίκα προχωράει σκυφτή ψιθυρίζοντας το ηλιοβασίλεμα στον Αρη είναι μπλε. Φαντάσου εκεί.

Ασυναίσθητα γλείφει τα χείλη της.

Το επόμενο πρωί ανεβαίνει στην καρότσα ενός φορτηγού. Ο οδηγός, ένας έφηβος, τρέμει, όταν σε μια στάση η γυναίκα ξαφνικά αρχίζει να ψηλαφεί αργά το εφηβαίο του. Αργότερα η γυναίκα οδηγεί και σκέφτεται Χειμώνες που κρατάνε 42 χρόνια. Κάποτε σταματάει το φορτηγό στην ακτή. Η σειρήνα του περιπολικού ηχεί παράταιρα πλάι στον ήχο των κυμάτων. Δεν είναι από εδώ, τους λέει και οι ένστολοι της κάνουν νόημα να κατέβει από το όχημα.

???? Τελευταίο βιβλίο του Γ. Νικολούδη είναι το «Από χώμα και κόκαλα» (Εκδόσεις Σκαρίφημα, 2021) 

Ο βίος και τα έργα του Γιάννη Νικολούδη στη βιβλιονέτ,  ΕΔΩ  

Τελευταία τροποποίηση στις Τρίτη, 16 Αυγούστου 2022 17:31
Λάκης Ιγνατιάδης

Ραβδοσκοπία ατζαμή

Προσθήκη νέου σχολίου

Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση