Με τα ωραία μαγαζιά του που σε όλα ήμαστε πελάτες και πελάτισσες. Που ήταν κάτι περισσότερο, στέκια έγιναν και αναφορά επίσης. Με τα άτυπα και σταθερά ραντεβού «στου Αλέκου» και να περνάει όλος ο κόσμος, από τους «άρχοντες» -πολιτικούς και οικονομικούς- μέχρι τους φίλους, τους παλιούς συντρόφους, τις ωραίες γυναίκες που σ’ αυτές θαύμαζε την ομορφιά, τις παρέες της πόλης.
Ένα μεγάλο παιδί παρ’ όλα αυτά, έψαχνε ακόμα με τα μεγάλα του μάτια, δεν καταστάλαζε. Πανέξυπνος αλλά με ρυθμούς αργούς, όπως τους όριζε ο ίδιος. Ευέλικτος αλλά βαρύς. Καλοφαγάς, καλόκαρδος, γελαστός. Με μερικές φορές να σε εκπλήσσει έτσι κι άλλες αλλιώς.
Με την Ελένη που ερωτεύτηκε πολύ και τη Σοφούλα τους που λάτρευε και καμάρωνε.
Ποτέ δεν σκεφτήκαμε τη ζωή χωρίς τον Αλέκο. Και τώρα που πρέπει, θα δούμε πως θα γίνει.
Λυπόμαστε βαθιά, βαθιά, που μας έφυγες Αλεκάκι.
Σχόλια
Τροφοδοσία RSS για τα σχόλια αυτού του άρθρου.