Ο Ερμής λοιπόν γυρίζει πάλι στον Δία και του λέει :
“Δία πατέρα μας γυρίζω από τους ανθρώπους στους οποίους πήγα την αιδώ και την δίκη που τους έστειλες. Πράγματι κάποιοι τις χρησιμοποίησαν στις πόλεις τους και είχαν ως αποτέλεσμα να διοικηθούν αυτές οι πόλεις με την ευθύνη των πολιτών τους. Τις ονόμασαν δημοκρατίες. Κατάλαβαν τότε ότι το αυτεξούσιο, το πρωτεύθυνο και το ότι δεν είχαν κάποιον πάνω από το κεφάλι τους, έδινε σε αυτούς μια ελευθερία. Το ηθικό τους ανυψώθηκε και απέκρουσαν εχθρούς, ένιωσαν έλξη για την φιλοσοφία, την τέχνη και ενδιαφέρθηκαν για την ρητορική. Όμως και πάλι η συνεννόηση μεταξύ των ανθρώπων ήταν δύσκολη και πολλές παρεξηγήσεις και πολλά λάθη έγιναν.”
Ο Δίας ενοχλημένος απάντησε :
“Μα πώς, αφού έδωσα στους ανθρώπους τον λόγο και την γλώσσα. Δεν τα χρησιμοποιούν;”.
Ο Ερμής εξήγησε :
“Ναι Δία, αλλά η γλώσσα δόθηκε για να εκφράζουν οι άνθρωποι τις ανάγκες τους, να δίνουν εντολές στους άλλους, να δημοσιοποιούν τα επιστημονικά τους έργα, να δημιουργούν ποιήματα και έπη και όχι να την χρησιμοποιούν για να συναποφασίζουν. Γιατί η γλώσσα είναι γραμμική, εκφέρεται με συνεχόμενες λέξεις ομιλίας ή γραπτού μέσα στον χρόνο και τον χώρο και αργεί να ολοκληρώσει τα νοήματα της, η δε απάντηση σε αυτά τα νοήματα έρχεται πολύ αργότερα και όχι σε παράλληλη αλληλουχία και σύζευξη μαζί τους. Ή αν υπάρχουν παράλληλες εκφορές διαφορετικών γνωμών, μοιάζουν με διαφορετικά νήματα που τα παρασέρνει ο άνεμος σε παράλληλη πορεία, χωρίς να συμπλέκονται μεταξύ τους. Αυτό δυσκολεύει τις αποφάσεις σε πολυπληθή ακροατήρια”.
Και ο Ερμής συνέχισε :
“Παρόλο που η τέχνη του λόγου αναπτύχθηκε με την ρητορική και η γλώσσα απόκτησε λεπτές αποχρώσεις νοημάτων ακριβώς για να αποτείνεται κάποιος στο πλήθος, εντούτοις οι λίγοι μπορούσαν να επηρεάσουν τους πολλούς, ή άλλα να εννοεί κάποιος και άλλα να καταλαβαίνουν οι άλλοι, και βέβαια οι πολλοί να μη μπορούν να εκφέρουν την άποψη τους. Ο κατακερματισμός του χώρου με την εξάπλωση του κόσμου, το θρυμμάτισμα του χρόνου σε τακτικές αλλά και έκτακτες δραστηριότητες των πολιτών, καθιστούν δύσκολη την ταυτόχρονη παρουσία τους στην εκκλησία. Αλλά και τότε ο κόσμος κουράζεται έτσι να αποκτήσει γνώμη για τα κοινά, μέσα σε μακρόσυρτες βαρετές συνευρέσεις και προτιμάει τις ιδιωτικές του δραστηριότητες. Αυτό έδωσε αφορμή σε πολλούς και μάλιστα σοφούς να αμφισβητήσουν την ικανότητα του δήμου στο να παίρνει σωστές αποφάσεις. Αυτό είναι κίνδυνος για τη συνοχή της πόλις, ο δήμος δεν μπορεί να γίνεται με εξαναγκασμό” συμπλήρωσε ο Ερμής.
Ο Δίας αφού σκέφτηκε, απάντησε :
“Τότε όπως έκανα με την αιδώ και την δίκη, θα τους στείλω άλλο ένα δώρο την κυκεώνη [ Σημείωση: από το ρήμα κυκάω ( αναμιγνύω, ανακατώνω ) Liddell-Scott. Από εδώ προέρχεται και η λέξη κυκεών, το ποτό των αρχαίων από μίγμα διαφόρων συστατικών]. Έτσι θα μπορούν να συνθέτουν τις απόψεις όλων ακαριαία και σε όση απόσταση αν ευρίσκονται και να παίρνουν τις αποφάσεις τους γρήγορα όχι μόνο με ποσοτικά χαρακτηριστικά αλλά και ποιοτικά, υπερβαίνοντας τα πρωτόγονα κοινωνικά τους δίκτυα και τις αδυναμίες της γλώσσας. Όμως πες τους ότι αυτό δεν τους απαλλάσσει από τον κίνδυνο να παίρνουν λάθος αποφάσεις και σε κάποιες περιπτώσεις πάλι θα αδικούν. Ελπίζω μόνο να μην υποπίπτουν σε Ύβρη και η Άτη να τους θολώνει το νου, γιατί έτσι θα επισύρουν την Νέμεση και η Τίσις, η συντριβή τους θα ακολουθήσει. Οι ποιητές τους, κυρίως οι τραγικοί θα εξακολουθούν να έχουν δουλειά.”
Ο διάλογος αυτός φυσικά δεν έγινε ποτέ, ούτε βέβαια τον αναφέρει ο Πρωταγόρας, αλλά θα μπορούσε να είχε γίνει ή να γίνει κάποτε. Ο Δίας περιμένει ακόμα.
Ο μύθος του Πρωταγόρα
Η Αθήνα του 5ου π.χ. αιώνα ήταν μια ανοικτή αγορά ιδεών. Οι δάσκαλοι απ΄όλη την Ελλάδα μαζεύονταν εκεί, για να διδάξουν μια εύπορη μεσαία τάξη που διψούσε για κουλτούρα και φιλοσοφία. Ο Πρωταγόρας είναι ο μόνος απ’ αυτούς που αντιμετωπίζεται με σεβασμό στους πλατωνικούς διαλόγους. Ήταν στενός φίλος του Περικλή κι όταν ο τελευταίος ίδρυσε μια πρότυπη αποικία στους Θουρίους, το 443 π.χ. διάλεξε τον Πρωταγόρα για να γράψει το νομικό κώδικα. Όπως ακριβώς έκανε κι ο Πλάτων, ο Πρωταγόρας συνήθιζε να προβάλλει τις ιδέες του υπό μορφή μύθου. Ο μύθος του Πρωταγόρα στον ομώνυμο πλατωνικό διάλογο περιλαμβάνει τις βασικές προϋποθέσεις μιας δημοκρατικής κοινωνίας.
Ο Πρωταγόρας απάντησε στην κριτική του Σωκράτη για το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου να μιλάει στην συνέλευση με ένα μύθο σχετικά με την αρχή του πολιτισμού. Είπε ότι όταν δημιουργήθηκε ο άνθρωπος, αρχικά ζούσε μοναχικά και ήταν ανίκανος να προστατεύσει τον εαυτό του και την οικογένεια του από τα άγρια ζώα που ήταν δυνατότερά του. Κατά συνέπεια, οι άνθρωποι συνενώθηκαν για να «ασφαλίσουν τη ζωή τους, ιδρύοντας πόλεις».
Όμως, οι πόλεις αναταράσσονταν από διαμάχες, γιατί οι κάτοικοι τους «αδικούσαν ο ένας τον άλλον», επειδή δεν είχαν ακόμη «την πολιτική τέχνη» που θα τους επέτρεπε να ζουν μαζί ειρηνικά. Έτσι οι άνθρωποι «άρχισαν πάλι να διασκορπίζονται και να καταστρέφονται».
Κατά τον Πρωταγόρα, ο Δίας φοβήθηκε ότι «το γένος μας κινδύνευε από εξολόθρευση». Έστειλε λοιπόν τον αγγελιοφόρο του, τον Ερμή, στη γη με δύο δώρα, που επιτέλους θα αξίωναν τους ανθρώπους να ασκούν με επιτυχία την πολιτική τέχνη και να ιδρύουν πόλεις όπου θα ζούσαν με ασφάλεια και αρμονία. Τα δύο δώρα που έστειλε ο Δίας στους ανθρώπους ήταν η αιδώς και η δίκη. Αιδώς είναι το ενδιαφέρον για την καλή γνώμη των άλλων. Είναι αυτό που νιώθει ένας στρατιώτης όταν προδίδει τους συντρόφους του στο πεδίο της μάχης, ή ένας πολίτης όταν κάνει μια ατιμωτική πράξη. Δίκη εδώ σημαίνει σεβασμό των δικαιωμάτων των άλλων. Υπονοείται μια έννοια δικαιοσύνης και δικαστικές αποφάσεις που καθιστούν δυνατή την αστική ηρεμία και ειρήνη. Με την αιδώ και τη δίκη οι άνθρωποι, επιτέλους, θα εξασφαλίσουν την επιβίωση τους.
Αλλά πριν ο Ερμής ξεκινήσει για τη γη, έκανε στον Δία μια κρίσιμη ερώτηση, και η απάντηση που του δόθηκε είναι το κύριο σημείο του μύθου του Πρωταγόρα. «Πρέπει», ρώτησε ο Ερμής τον Δία, «να μεταχειριστώ την αιδώ και τη δίκη όπως και τις άλλες τέχνες μέχρι τώρα;» Του θύμισε επίσης ότι οι άλλες «τέχνες» μοιράστηκαν κατά τέτοιο τρόπο που, «όποιος κατείχε την ιατρική τέχνη, να μπορεί να την εφαρμόζει σε πολλούς απλούς ανθρώπους και ότι το ίδιο συνέβαινε και με τους άλλους τεχνίτες». Ο Ερμής ρώτησε τον Δία αν θα έδινε την «πολιτική τέχνη» σε λίγους εκλεκτούς ή σε όλους. Η απάντηση του Δία ήταν δημοκρατική. «Σε όλους», απάντησε, «ας έχουν όλοι το μερίδιο τους» στην πολιτική τέχνη. Γιατί δεν είναι δυνατόν να σχηματιστούν πόλεις «αν λίγοι μόνο» κατέχουν την αιδώ και την δίκη. Όλοι πρέπει να τις μοιράζονται, για να καταστεί δυνατή η κοινωνική ζωή. Και για περισσότερη ευκρίνεια, ο Δίας προσέθεσε στον αγγελιαφόρο του : «Και κάνε νόμο, κατά διαταγή μου, πως αυτός που δεν έχει αιδώ ή δίκη θα πεθάνει σαν σκυλί».
Κατόπιν, ο Πρωταγόρας βγάζει το ηθικό δίδαγμα από το μύθο του. «Έτσι, λοιπόν συμβαίνει, Σωκράτη. Οι άνθρωποι στις πόλεις, και ιδιαίτερα στην Αθήνα», να ακούνε μόνο τους ειδικούς σε θέματα ειδικής δεξιοτεχνίας, «αλλά όταν συναντώνται συμβουλευτικά πάνω στην πολιτική τέχνη», δηλαδή τη διακυβέρνηση, «όπου θα’ πρεπε να οδηγούνται από την δικαιοσύνη και τη λογική, επιτρέπουν κατά φυσικό τρόπο να συμβουλεύουν όλοι, μια και πρέπει όλοι να συμμετέχουν σ’αυτή την ανώτατη ιδιότητα, αλλιώς πόλις δεν θα υπάρξει».
Αυτή ήταν – για να χρησιμοποιήσουμε ένα σύγχρονο πομπώδη όρο – η ιδεολογία της Αθήνας του Περικλή, όπου ο Σωκράτης μεγάλωσε, και με την οποία όμως ποτέ δεν συμφιλιώθηκε. Ήταν δεδομένο ότι όλοι οι άνθρωποι διαθέτουν την «πολιτική τέχνη», κι επομένως μπορούν – και δικαιούνται – να αυτοκυβερνώνται. Ο μύθος του Πρωταγόρα μπορεί να θεωρηθεί ο πρωταρχικός μύθος της δημοκρατίας.
Απόσπασμα από το βιβλίο του I.F.STONE «Η ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ» πρωτότυπος τίτλος «THE TRIAL OF SOCRATES» εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ της σειράς «Φιλοσοφία-Τέχνη-Λαογραφία» σε μετάφραση της Σάσας Ταμβάκη.